Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2020

Ομιλία Γέροντος Ιουστίνου του Αγιοταφίτου για τον ‘Αγιο Φιλούμενο - Ηγούμενος Ι. Μ. Φρέατος του Ιακώβ

 

Ο Άγιος Φιλούμενος ο Νέος Ιερομάρτυς

 

Βίος Αγίου Φιλουμένου (1913-1979)



Ο Άγιος Φιλούμενος, κατά κόσμον Σοφοκλής Ορουντιώτης, ήταν γέννημα και θρέμμα της αγιοτόκου νήσου Κύπρου. Γεννήθηκε στις 15 του Οκτώβρη του έτους 1913 στην ενορία του Αγίου Σάββα στη Λευκωσία. Η καταγωγή του όμως ήταν από το χωριό της επισκοπής Μόρφου, Ορούντα. Γόνος ευλαβών γονέων –του Γεωργίου και της Μαγδαληνής Χασάπη- και «υποτακτικός» της ευλογημένης γιαγιάς του Αλεξάνδρας, ο Άγιος Φιλούμενος μυήθηκε από πολύ νωρίς σ’ ένα μοναχικό τυπικό ζωής.

Παιδιόθεν έμαθε να προσεύχεται, να νηστεύει, να εκκλησιάζεται και να μελετά την Αγία Γραφή και τα συναξάρια με τους βίους των Αγίων. Ιδιαίτερα του άρεσε να διαβάζει το βίο του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου, του οποίου η βιοτή τόσο τον είχε θέλξει, ώστε άναψε μέσα του έντονη η επιθυμία να αναχωρήσει εκ του κόσμου για να ζήσει την κατά Θεό μοναχική ζωή.
Έτσι, το Καλοκαίρι του 1927 εγκατέλειψε, μαζί με τον αδελφό του Αλέξανδρο (τον μετέπειτα ιερομόναχο Ελπίδιο), το πατρικό του σπίτι και πήγε στο Σταυροβούνι όπου παρέμεινε για 5 χρόνια υποτασσόμενος «εν παντί» στον τότε ηγούμενο, μοναχό Βαρνάβα.

Το 1934 -Θεού τη νεύση- αναχώρησε, μαζί με τον αδελφό του, από τη Μονή του Σταυροβουνιού και μετέβη στα Ιεροσόλυμα για να εγγραφεί στο Γυμνάσιο του εκεί Πατριαρχείου. Στον τρίτο χρόνο φοίτησής του στο Γυμνάσιο εκάρη μοναχός, από τον τότε Πατριάρχη Τιμόθεο Θέμελη και λίγους μήνες μετά χειροτονήθηκε διάκονος. Το 1943 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και έξι χρόνια αργότερα έλαβε και το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτη.

Αποφοιτώντας από τη Σχολή του Πατριαρχείου ο Άγιος Φιλούμενος, παρέμεινε στα Ιεροσόλυμα όπου υπηρέτησε, ως μέλος της Αγιοταφικής αδελφότητας, για 45 συνεχή χρόνια. Σ’ αυτά τα χρόνια διορίστηκε ως ηγούμενος σε διάφορα προσκυνήματα –στην Τιβεριάδα, στην Ιόππη, στη Μονή του Αρχαγγέλου, στη Ραμάλλα, στον Αββά Θεοδόσιο, στον Προφήτη Ηλία, στο Φρέαρ του Ιακώβ- απ’ όπου διακόνησε με πολλή αγάπη και πόνο το εκάστοτε ποίμνιό του.
Ο κόσμος, και κυρίως οι απλοί άνθρωποι με τους οποίους συναναστρεφόταν καθημερινά, στηρίζοντάς τους πνευματικά και υλικά, τον αγαπούσαν και τον σέβονταν. Πολλοί μάλιστα τον ευλαβούνταν από τον καιρό που ήταν εν ζωή, αφού από πολύ νωρίς απέκτησε τη φήμη ενός εξαιρετικού ιερομονάχου και πνευματικού.

Η ζωή του ήταν απλή και ταπεινή –σύμφωνη, όσο ήταν δυνατόν, με το αυστηρό μοναχικό τυπικό που ως παρακαταθήκη παρέλαβε από τους πρώτους πνευματικούς του πατέρες στο Σταυροβούνι. Ο ίδιος ήταν πολύ αυστηρός νηστευτής –συνήθως έτρωγε ελάχιστα και χωρίς να έχει απαιτήσεις για το είδος του φαγητού. Το ίδιο αυστηρός ήταν και στο θέμα της προσευχής και της τέλεσης των ακολουθιών (Στις ακολουθίες ήθελε το τυπικό και η εκκλησιαστική τάξη να τηρείται με πολλή ακρίβεια).

Αγαπούσε τη μελέτη –γι’ αυτό και ήταν καλά καταρτισμένος θεολογικά- και του άρεσε να διηγείται κομμάτια από τα βιβλία που διάβαζε στους προσκυνητές που τον επισκέπτονταν. Πολλές φορές του είχαν προτείνει να φύγει από τα Ιεροσόλυμα για να σπουδάσει και επιστρέφοντας να ανεβεί σε μια ψηλότερη εκκλησιαστική τάξη. Ο Άγιος όμως πάντοτε αρνιόταν, αφού η μόνη του φιλοδοξία ήταν να αντιπροσωπεύει καλά το Μοναστήρι στα ηγουμενεία που διοριζόταν, όντας ένας σωστός μοναχός.

Το τελευταίο προσκύνημα στο οποίο διορίστηκε ήταν στο Φρέαρ του Ιακώβ. Εκεί είχε να αντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες γιατί συχνά τον επισκέπτονταν φανατικοί Σιωνιστές απαιτώντας να αφαιρέσει τις εικόνες και το Σταυρό από το ναό. Πολλές φορές μάλιστα τον απειλούσαν ότι θα τον σκότωναν αν δεν έφευγε από το προσκύνημα, αλλά αυτός είχε πάρει την απόφαση να παραμείνει εκεί ό,τι και αν συνέβαινε.
Το απόγευμα της 29ης Νοεμβρίου του 1979, μέρα που η εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του Αγίου μάρτυρος Φιλουμένου –του εν Αγκύρα μαρτυρήσαντος εν έτη 270- «άγνωστοι» εισήλθαν στο Φρέαρ του Ιακώβ και επιτέθηκαν στον Άγιο. Τον σκότωσαν κτυπώντας τον με τσεκούρι στο πρόσωπο, στα χέρια και στα πόδια. Στη συνέχεια βεβήλωσαν την εκκλησία, ενώ φεύγοντας έριξαν και μια χειροβομβίδα καταστρέφοντας το χώρο σχεδόν ολοσχερώς.

Το σκήνωμα του Αγίου μεταφέρθηκε για νεκροψία στο Τελ Αβίβ και παρόλο που οι αρχές το έδωσαν στους πατέρες του Πατριαρχείου μετά από 5 μέρες, δεν παρουσίαζε νεκρική ακαμψία αλλά ήταν μαλακό και ευλύγιστο σαν να ήταν εν ζωή.
Η κηδεία έγινε στο ναό της Αγίας Θέκλας (στις 4 Δεκεμβρίου του 1979), παρόντων των Αγιοταφιτών πατέρων, συγγενών του Αγίου και πλήθους κόσμου, όχι μόνο ορθοδόξων αλλά και ετεροδόξων και μουσουλμάνων. Λίγο αργότερα έγινε και η ταφή του μάρτυρος στο κοιμητήριο της Αγιοταφικής αδελφότητας στην Αγία Σιών.

Τέσσερα περίπου χρόνια μετά το θάνατο του Αγίου Φιλουμένου, στις 30 Νοεμβρίου του 1983, πάρθηκε η απόφαση από το Πατριαρχείο να γίνει η ανακομιδή των οστών του. Όσοι ήταν παρόντες όμως βρέθηκαν μπροστά σε ένα θαυμαστό γεγονός: όταν ανοίχτηκε ο τάφος το σώμα του μάρτυρος ήταν άφθορο και ευωδιάζων, ως άνωθεν επισφράγιση της ένταξής του «εν σκηναίς Αγίων». Στη συνέχεια ξανακλείστηκε ο τάφος και άνοιξε ξανά στις 26 Δεκεμβρίου του 1984. Το σκήνωμά του Αγίου βρέθηκε και πάλι να ευωδιάζει και να διατηρεί μερική αφθαρσία. Τότε, οι Αγιοταφίτες το τοποθέτησαν στο Ιερό Βήμα του ναού της Αγίας Σιών. Στις μέρες μας έχει ολοκληρωθεί στον τόπο μαρτυρίου του Αγίου περικαλλής τρίκλιτος ναός, του οποίου το ένα κλίτος είναι αφιερωμένο στον Άγιο Φιλούμενο. Εκεί μεταφέρθηκε το 2008 και το σκήνωμά του. Σ’ αυτό προστρέχουν και πολλοί που ευλαβούνται τον Άγιο –όχι μόνο ορθόδοξοι αλλά και άραβες ακόμη και ετερόδοξοι- ζητώντας τις προς τον Κύριο πρεσβείες του.Στις 29 Νοεμβρίου του 2009 έχει γίνει από τη Σύνοδο του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων η επίσημη Αγιοκατάταξη του Αγίου.

Πηγή: «Ο Άγιος Νέος Ιερομάρτυς Φιλούμενος ο Κύπριος», έκδ. Ιεράς Μονής Αγίου Νικολάου Ορούντας, Ορούντα - Κύπρος 2007.

Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2020

Άγιος Πλάτωνας


Άγιος Πλάτωνας


 Σήμερα 18 Νοεμβρίου η  Εκκλησία τιμά τη μνήμη του Αγίου Μεγαλομάρτυρα Πλάτωνα, που έζησε στην Άγκυρα τον 3ο αιώνα και Ρωμανού, που έζησε στην Αντιόχεια τον 4ο αιώνα.

Ο Άγιος Πλάτων, σε νεαρή ηλικία, συνελήφθη από ειδωλολάτρες, διότι διακήρυττε με σθένος την πίστη του στον Ιησού Χριστό, με αποτέλεσμα να τον οδηγήσουν μπροστά στον Αγριππίνο, ο οποίος βλέποντας την ωραιότητα και τη ρώμη του, και γνωρίζοντας ότι κατείχε μεγάλη περιουσία, προσπάθησε να τον ελκύσει με κολακείες. Όμως, ο Άγιος Πλάτων αρνήθηκε και συνέχισε να διακηρύττει την πίστη του στον Έναν αληθινό Θεό. Αφού ο ηγεμόνας είδε ότι δεν κατάφερε να τον αλλαξοπιστήσει δελεάζοντάς τον, τον απείλησε με μαρτύρια. Παρ’ όλα ταύτα, ο Άγιος Πλάτων παρέμεινε σταθερός στην πίστη του. Έτσι ο Αγριππίνος διέταξε να τον μαστιγώσουν ανελέητα.

Ο Μάρτυρας της Εκκλησίας διατήρησε την πίστη του και δεν έπαψε να ομολογεί τον Ιησού Χριστό, γι’ αυτό και διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός του (306 μ.Χ.).  Με αυτό τον τρόπο ο Άγιος μεγαλομάρτυρας Πλάτων παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο και τιμήθηκε με το αμάραντο στεφάνι του μαρτυρίου.

Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020

Βίος Ἁγίου Γρηγορίου ἐπισκόπου Νεοκαισαρείας τοῦ θαυματουργοῦ (17 Νοεμβρίου)

 

Τα πρῶτα χρόνια
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος γεννήθηκε τὸ 213 μ.Χ. Ἀρχικὰ ὀνομαζόταν Θεόδωρος καὶ οἱ γονεῖς τοῦ ἦταν Ἕλληνες εἰδωλολάτρες καὶ εἶχαν μεγάλη κοινωνικὴ θέση στὴ Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου (γνωστὴ στὴν ἀρχαιότητα καὶ ὡς Καβηρία, Διασπολις καὶ Σεβαστῆ, τὸ σημερινὸ Νικσάρ).
Ἀπὸ πολὺ νέος ὁ Γρηγόριος ἐπιδόθηκε μὲ ἄλλα παιδιὰ τῆς ἡλικίας του, στὰ γράμματα. Ἀπ’ ὅλους, ὅμως, διακρινόταν, γιὰ τὴ φιλομάθεια, τὴν σωφροσύνη καὶ τὴν φλογερή του ἐπιθυμία, νὰ γίνει μιὰ μέρα ἕνας ξακουστὸς σοφὸς καὶ ἐπιστήμων. Στὰ δεκατέσσερά του χρόνια ἔχασε τὸν πατέρα του. Τότε γιὰ πρώτη φορὰ αἰσθάνθηκε μιὰ βαθειὰ ἕλξη καὶ συμπάθεια πρὸς τὴ Χριστιανικὴ θρησκεία.

Γίνεται μαθητὴς τοῦ Ὠριγένους
Μετὰ τὴ στοιχειώδη ἐκπαίδευσή του, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του Ἀθηνόδωρο, πῆγαν στὴ Βηρυτὸ γιὰ νὰ σπουδάσουν νομικά. Ἀλλὰ τὸ ἔτος ἐκεῖνο στὴν Καισαρεία, εἶχε ἀνοίξει τὴν περίφημη Σχολὴ τοῦ ὁ Ὠριγένης. Τὰ παιδιὰ τὸν παρακολούθησαν καὶ ὁ διάσημος διδάσκαλος μὲ τὴν ἀπέραντη πολυμάθεια, τὴν κριτικὴ δεινότητα, τὴν ἠθικὴ δύναμη, τὴν γοητεία τῆς διδασκαλίας καὶ τὴν ἐνάρετη ζωή του, τοὺς σαγήνευσε καὶ τοὺς δέσμευσε πλησίον του.
Τόσον πολὺ ἐθέλγχθησαν ἀπὸ αὐτόν, ὥστε ἐγκατέλειψαν τὴν Νομικὴ καὶ ἐνεγράφησαν ὡς ἀκροαταὶ καὶ διὰ τὴν φιλοσοφία καὶ θεολογία. Ἀσπάσθηκαν τὸν Χριστιανισμὸ καὶ παρέμειναν ὡς μαθητὲς τοῦ Ὠριγένους ἐπὶ πέντε ἔτη, ἀπὸ τὸ Β?Γ?Γ?ὡς τὸ 238 μ.Χ. Κατόπιν πῆγε στὴν Ἀλεξάνδρεια, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἐπέστρεψε στὴ Νεοκαισάρεια μὲ πλήρη θεολογικὴ μόρφωση καὶ ἅγιο ζῆλο.

Ἡ Χειροτονία του
Ἡ Νεοκαισάρεια ὑπήγετο τότε ἐκκλησιαστικῶς στὴν Ἀμάσεια. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἐπίσκοπος Ἀμασείας ἦταν ἕνας ἐνάρετος καὶ διορατικὸς γέροντας, ὁ Φαίδιμος. Ἡ εὐλογημένη αὐτὴ φυσιογνωμία διέκρινε τὶς ἱκανότητες τοῦ Γρηγορίου. Διέβλεπε στὸ Γρηγόριο ἕναν ἰκανότατο καλλιεργητὴ τοῦ ἀμπελῶνος τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἔτσι ὁ μακάριος Φαίδιμος τὸν ἔκανε ἐπίσκοπο Νεοκαισαρείας ἡ ὁποία εἶχε μόνο 17 χριστιανούς! Ὁ Γρηγόριος, ὅμως, δὲν τὸ θεώρησε ὑποτιμητικό. Βασιζόταν πολὺ στὴ δύναμη τῆς θείας χάριτος καὶ πάντα εἶχε στὸ μυαλὸ τοῦ τὰ ἐνθαρρυντικὰ λόγια τοῦ θείου Παύλου: «Ἐνδυναμοῦ ἐν τῇ χάριτι τὴ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Β’ πρὸς Τιμόθεον, β’ 1), δηλαδὴ νὰ ἐνδυναμώνεσαι μὲ τὴ χάρη ποὺ μᾶς δίνεται ἀπὸ τὴ σχέση καὶ τὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Πράγματι, μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ Γρηγόριος ἔκανε καταπληκτικὸ ἀγώνα καὶ ἐκχριστιάνισε σχεδὸν ὅλη τὴν πόλη.

Καὶ ἐνῶ εἶχε παραλάβει 17 χριστιανούς.
Ὅσοι πίστευαν ἄλλαζαν ζωή. Οἱ νέοι γίνονταν ἠθικοὶ καὶ σώφρονες, οἱ δοῦλοι ὑπετάσσοντο πρόθυμα στοὺς κυρίους τους, οἱ κύριοι φέρονταν μὲ καλοσύνη στοὺς δούλους σταματοῦσαν κλεψιές, ἀδικίες καὶ γενικὰ ὁ καθένας τοὺς συμμορφωνόταν. Ἔκτισαν τότε οἱ νεοφώτιστοι καὶ μιὰ μεγάλη καὶ ὡραία Ἐκκλησία. Σὲ λίγον ὅμως καιρὸ ἔγινε μεγάλος καὶ φοβερὸς σεισμὸς καὶ ἐνῶ ἔπεσαν ὅλα τα μέγαρα, τὰ σπίτια, οἱ εἰδωλολατρικοὶ ναοί, μόνον ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἔμεινε ἀκλόνητος καὶ ἀβλαβής. Αὐτὸ τοὺς στερέωσε πιὸ πολὺ στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ τοὺς Νεοκαισαρεῖς. Μαζὶ τώρα μὲ τὸν ἀδελφό του τὸν Ἀθηνόδωρο, ἤσαν οἱ ἡγέτες τῶν Ἐκκλησιῶν τοῦ Πόντου.

Ἡ χαρὰ μετεβλήθη σὲ πένθος
Σὲ μιὰ πόλι τῆς περιοχῆς τοῦ εἶχαν συνήθεια στὴ γιορτὴ νὰ τραγουδοῦν καὶ νὰ χορεύουν τραγούδια ἄπρεπα, νὰ κάνουν ὄργια καὶ νὰ βλασφημοῦν. Ὁ Ἅγιος ἄκουσε τὶς βλασφημίες ποὺ λέγανε καὶ σκανδαλίσθηκε, ὀργίσθηκε καὶ τοὺς καταράσθηκε! Ἀΐ! Ἡ χαρὰ τοὺς μετεβλήθη σὲ λύπη ἀληθινή. Ἔπεσε ἀμέσως ἀσθένεια θανατηφόρος. Σὰν φωτιὰ ἡ ἀρρώστια κατέτρωγε τοὺς ἀνθρώπους. Οἱ ζωντανοὶ δὲν προφθαιναν νὰ θάψουν τοὺς νεκρούς. Κατάλαβαν τότε ποιὰ ἦταν ἡ αἰτία τῆς ἀρρώστιας τους κι ἔτρεξαν στὸν Ἅγιο, παρακαλώντας τὸν νὰ παύση ὁ θάνατος. Ὁ Γρηγόριος ὁ θαυματουργός τους σπλαγχνίσθηκε καὶ πήγαινε στὰ σπίτια τους. Σὲ κάθε σπίτι, ποὺ πατοῦσε, ἔφευγε ἡ ἀρρώστια κι ἔτσι ὅλοι θεραπεύτηκαν. Οἱ κάτοικοι ἀπὸ τότε πίστεψαν στὸ Χριστὸ καὶ ἔγιναν εὐσεβεῖς ἄνθρωποι καὶ καλοὶ χριστιανοί. Ὁ Γρηγόριος πίστευε στὴν ἀκαταμάχητη καὶ θαυματουργὸ δύναμη τῆς θείας Χάριτος. Ἀγωνιζόταν μέρα νύχτα,νὰ ἐπιτύχει τὸν ἐκχριστιανισμὸ τῶν κατοίκων. Μὲ δύναμη καὶ ἀδύστακτο ζῆλο ἐκήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο. Καταρτησε ἄξιους βοηθοὺς ἱερεῖς.

Συμβούλεψε. Παρακάλεσε. Μὲ τὴν ἐργασία του, τὶς ἀγαθοεργίες του, εὐλογήθηκε τὸ ἔργον του ἀπὸ τὸν Θεό, τόσο πολύ, ὥστε ὅλη ἡ Νεοκαισάρεια ἔγινε Χριστιανική. Καὶ ἐνῶ ὅταν ἔγινε Ἐπίσκοπος βρῆκε δεκαεφτὰ μόνο χριστιανούς, ὅταν πέθανε ἄφησε μόνο δεκαεφτὰ ἐθνικοὺς Τόσο μεγάλη ὑπῆρξε ἡ ἱεραποστολική του δράσις!

   Ὁ ἅγιος ἦταν πολύ ἐλεήμονας. Κάποτε δυό ἄνθρωποι πού τόν εἶδαν νά διέρχεται ἀπό ἕναν δρόμο ἤθελαν νά τόν ἐκμεταλλευτοῦν καί νά τοῦ πάρουν τόν μανδύα πού φοροῦσε. Ἀκοῦστε τί ἔκαναν: Ὁ ἕνας ἀπό τούς δυό ξάπλωσε κατά γῆς καί ἔκανε τόν πεθαμένο. Καί ὁ ἄλλος δίπλα του ἔκανε ὅτι κλαίει γιά τόν θάνατό του. Ὅταν πλησίασε ὁ ἅγιος ρώτησε αὐτόν πού τάχα ἔκλαιε, τί συμβαίνει. Καί αὐτός τοῦ εἶπε ὅτι πέθανε αὐτός ὁ φτωχός ἄνθρωπος καί δέν ἔχει οὔτε ἕνα ἔνδυμα νά τόν ἐνταφιάσω. Τότε ὁ ἅγιος ἔβγαλε τόν μανδύα του καί σκέπασε μ᾽ αὐτόν τόν τάχα πεθαμένο. Ἀλλά ὅταν ἔφυγε ὁ ἅγιος, διεπίστωσε αὐτός πού ἔκλαιε ψεύτικα ὅτι ὁ φίλος του πέθανε στήν πραγματικότητα! Δέν κουνιόταν καθόλου! Τό δίδαγμα ἀπό αὐτό τό συμβάν εἶναι ὅτι οἱ ἅγιοι δέν ἐμπαίζονται!

Κάποτε ὅλοι οἱ κάτοικοι τῶν Κομάνων, ποὺ γειτόνευαν μὲ τὴ Νεοκαισάρεια, πῆγαν στὸν ἐπίσκοπο, τὸν ἀξιοθαύμαστο Γρηγόριο, καὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ ἔρθει στὴν πόλη τους καὶ νὰ χειροτονήσει ἱερέα γιὰ τὴν ἐκκλησία τους. Ὁ ἅγιος τους ἄκουσε καὶ πῆγε. Ἐκεῖ ὅλοι οἱ ἄρχοντες ἐξέταζαν περιπτώσεις ὑποψηφίων ποὺ ξεχώριζαν γιὰ τὴ μόρφωση, τὴν καταγωγὴ καὶ γενικὰ τὴν κοσμικὴ λαμπρότητα, καὶ οἱ ψῆφοι τοὺς μοιράζονταν σὲ πολλούς, καθὼς ὁ καθένας προτιμοῦσε ἄλλον. Ὁ ἅγιος ὅμως γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ περίμενε ἀπὸ τὸν Θεὸ κάποια συμβουλή. Καὶ ὅπως λέγεται γιὰ τὸν Σαμουὴλ (Ἃ’ Βασ. 16:113) ὅτι, προκειμένου νὰ χρίσει βασιλιά, δὲν ἐντυπωσιάστηκε ἀπὸ τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὸ σωματικὸ παράστημα, ἀλλὰ ἀναζητοῦσε ψυχὴ βασιλική, ἀκόμη καὶ ἂν τυχὸν ἦταν σὲ καταφρονεμένο σῶμα, ἔτσι καὶ αὐτός. Ἀγνοώντας τὶς πιέσεις πρὸς χάρη τοῦ κάθε ὑποψηφίου, γιὰ ἕνα πράγμα φρόντιζε μόνο, ἂν ὑπάρχει κάποιος ὁ ὁποῖος, πρὶν ἀκόμη ἀνακηρυχθεῖ ἱερέας, νὰ φανερώνει, μὲ τὴν προσεκτικὴ ζωὴ καὶ τὴν ἀρετή του, ὅτι ἔχει ἦθος ἱερέα. Οἱ ἄρχοντες λοιπὸν παρουσίαζαν μὲ ἐγκώμια ἐκείνους ποὺ διάλεξαν, ὁ ἅγιος ὅμως Γρηγόριος πρόσταξε νὰ λάβουν ὑπόψη τους καὶ τοὺς πιὸ παρακατιανούς, γιατί θεωροῦσε ὅτι καὶ σὲ αὐτοὺς εἶναι δυνατὸ νὰ βρεθεῖ κάποιος ἀνώτερος κατὰ τὸν πλοῦτο τῆς ψυχῆς ἀπὸ ἐκείνους τοὺς περιφανεῖς.
Τὴ γνώμη αὐτὴ τοῦ ἁγίου κάποιος ἀπὸ τοὺς παρόντες τὴ θεώρησε προσβολὴ καὶ χλευασμὸ τῆς ψηφοφορίας, ἂν δηλαδὴ κανένας ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ξεχώριζαν γιὰ τὴ μόρφωση, τὴν κοινωνικὴ θέση καὶ τὴν κοινὴ ἀναγνώριση δὲν γινόταν δεκτὸς στὴν ἱεροσύνη, καὶ κάποιοι ἀπὸ ἐκείνους ποὺ εἶχαν χειρωνακτικὴ ἐργασία κρίνονταν πιὸ ἄξιοι γι’ αὐτὴ τὴ χάρη. Μὲ πολλὴ εἰρωνεία λοιπὸν τοῦ εἶπε: «Ἂν ἔτσι προστάζεις, νὰ παραβλέψουμε δηλαδὴ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τέτοια προσόντα καὶ ἐκλέχτηκαν ἀπὸ ὅλη τὴν πόλη καὶ νὰ βάλουμε στὸ ἀξίωμα τῆς ἱεροσύνης κάποιον ἀπὸ τὸν συρφετό, ὥρα εἶναι πλέον νὰ καλέσεις στὴν ἱεροσύνη τὸν Ἀλέξανδρο τὸν καρβουνιάρη· καί, ἂν νομίζεις, νὰ πᾶμε καὶ νὰ συμφωνήσουμε μεταξὺ μας ὅλη ἡ πόλη». Τέτοια ἔλεγε λοιπὸν διασύροντας τὴ γνώμη τοῦ ἁγίου μὲ αὐτὴ τὴν εἰρωνικὴ πρόταση καὶ κατηγορώντας ὡς ἄκριτα ὅσα εἶχε πεῖ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὅμως, ἀπὸ τὰ λόγια αὐτά, ἔκανε τὴ σκέψη ὅτι μὲ ἐνέργεια Θεοῦ θυμήθηκαν οἱ ἐκλέκτορες τὸν Ἀλέξανδρο. Ρώτησε λοιπόν: «Καὶ ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ Ἀλέξανδρος ποῦ ἀναφέρατε;» Ἕνας ἀπὸ τοὺς παρόντες ἔφερε τότε μὲ γέλια τὸν Ἀλέξανδρο μπροστά τους ντυμένο μὲ βρώμικα κουρέλια, τὰ ὁποῖα μάλιστα δὲν κάλυπταν ὅλο το σῶμα του, καὶ μὲ ἐμφάνιση ποὺ ἔδειχνε τὴ δουλειά του, καθὼς τὰ χέρια, τὸ πρόσωπο καὶ ὅλο του τὸ σῶμα ἦταν κατάμαυρα ἀπὸ τὰ κάρβουνα. Γιὰ τοὺς ἄλλους ἡ ἐμφάνιση αὐτὴ τοῦ Ἀλέξανδρου ἔγινε ἀφορμὴ γιὰ γέλια, στὰ διορατικὰ ὅμως μάτια τοῦ ἁγίου το πράγμα προξενοῦσε μεγάλη ἔκπληξη: ἔβλεπε ἄνθρωπο μὲ τόσο μεγάλη φτώχεια καὶ ἀπεριποίητο στὸ σῶμα, νὰ εἶναι στραμμένος στὸν ἑαυτό του καὶ νὰ δείχνει νὰ χαίρεται γι’ αὐτά, τὰ ὁποῖα ἦταν καταγέλαστα γιὰ ὅσους δὲν εἶχαν πνευματικὰ μάτια. Καὶ αὐτὴ ἦταν ἡ ἀλήθεια. Γιατί ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶχε αὐτὸν τὸν τρόπο ζωῆς ἀναγκασμένος ἀπὸ τὴ φτώχεια, ἀλλὰ ἦταν φιλόσοφος, ὅπως ἀπέδειξε ὁ μετέπειτα βίος του, ἀφοῦ ἔφτασε καὶ μέχρι τὸ μαρτύριο, τελειώνοντας τὴ ζωή του στὴν πυρά. Φρόντιζε ὅμως νὰ κρύβεται, ὄντας ἀνώτερος ἀπὸ τὴν εὐημερία ποὺ ἐπιδιώκουν οἱ ἄλλοι καὶ ἀδιαφορώντας γιὰ τὴν πρόσκαιρη ζωή, ἐπειδὴ ἐπιθυμοῦσε τὴν ἀνώτερη καὶ ἀληθινή. Γιὰ νὰ πετύχει πέρα γιὰ πέρα τὸν στόχο τῆς ἀρετῆς, φρόντιζε νὰ μένει ἀπαρατήρητος. Ἐνῶ δηλαδὴ ἦταν τέτοιος ἄνθρωπος, κρυβόταν μὲ τὸ πιὸ καταφρονεμένο ἐπάγγελμα σὰν μὲ ἀποκρουστικὴ μάσκα. Ἄλλωστε, καθὼς ἦταν στὸ ἄνθος τῆς νιότης του, θεωροῦσε ἐπικίνδυνο γιὰ τὸν σκοπὸ τῆς σωφροσύνης το νὰ κάνει φανερὴ τὴ σωματική του ὀμορφιά, ἀφοῦ γνώριζε ὅτι αὐτὴ γίνεται στοὺς πολλοὺς ἀφορμὴ φοβερῶν πτώσεων. Γιὰ νὰ μὴν πάθει λοιπὸν κάτι ποὺ δὲν θὰ ἤθελε, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μὴ γίνει ἀφορμὴ πάθους σὲ ἄλλα μάτια, φόρεσε θεληματικὰ σὰν ἀποκρουστικὴ μάσκα τὴ δουλειὰ τοῦ καρβουνιάρη, μὲ τὴν ὁποία καὶ τὸ σῶμα τοῦ γυμναζόταν, μέσω τῶν κόπων, στὴν ἀρετή, καὶ ἡ ὀμορφιὰ σκεπαζόταν μὲ τὴ βρωμιὰ ἀπὸ τὰ κάρβουνα. Ἐπιπλέον, ὅ,τι ἔβγαζε μὲ τοὺς κόπους του, τὸ διέθετε γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τῶν θείων ἐντολῶν. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος στὴ συνέχεια, ἀφοῦ τὸν πῆρε παράμερα ἀπὸ τὴ συγκέντρωση καὶ τὸν ρώτησε λεπτομερῶς γιὰ τὰ σχετικὰ μὲ αὐτόν, τὸν παρέδωσε στὰ μέλη τῆς συνοδείας του, λέγοντάς τους τί νὰ κάνουν. Ἔπειτα ἐπέστρεψε ἐκεῖ ποὺ ἦταν μαζεμένοι οἱ ἄλλοι καὶ ἄρχισε νὰ τοὺς διδάσκει μὲ ἁπλὰ λόγια, ἀναφέροντας τὰ σχετικὰ μὲ τὴν ἱεροσύνη καὶ σκιαγραφώντας μὲ αὐτὰ τὴν ἐνάρετη ζωή. Συνέχισε νὰ συγκρατεῖ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ τὴ συνάθροιση, ὥσπου οἱ ὑπηρέτες τοῦ ἐκπλήρωσαν αὐτὸ ποὺ τοὺς πρόσταξε καὶ ἦρθαν ἔχοντας μαζί τους τὸν Ἀλέξανδρο, καθαρισμένο μὲ λουτρὸ ἀπὸ τὴν ἀηδία τῆς καρβουνιᾶς καὶ ντυμένο μὲ τὰ ροῦχα τοῦ ἁγίου –γιατί τέτοιες ἐντολὲς τοὺς εἶχε δώσει. Ὅλοι στράφηκαν πρὸς τὸν Ἀλέξανδρο καὶ θαύμαζαν στὸ θέαμά του, ὁπότε ὁ διδάσκαλος τοὺς εἶπε: «Δὲν εἶναι παράξενο αὐτὸ ποὺ πάθατε, ποὺ ξεγελαστήκατε δηλαδὴ ἀπὸ τὰ μάτια σας καὶ ἀφήσατε τὴν αἴσθηση νὰ κρίνει μόνη της τί εἶναι καλό. Γιατί εἶναι σφαλερὸ κριτήριο τῆς ἀλήθειας ἡ αἴσθηση, καθὼς ἡ ἴδια ἐμποδίζει τὴν εἴσοδο στὸ βάθος τῆς ἀλήθειας. Συγχρόνως ὅμως, αὐτὸ ἦταν σίγουρα ἀρεστὸ στὸν δαίμονα, τὸν ἐχθρό της εὐσέβειας, νὰ μένει ἀχρησιμοποίητο ἕνα ἐκλεκτὸ σκεῦος, σκεπασμένο ἀπὸ τὴν ἄγνοια, καὶ νὰ μὴ βγεῖ στὸ φανερὸ ὁ ἄνθρωπος ποὺ θὰ καταστρέψει τὴν ἐξουσία του». Μετὰ ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ ὁ ἅγιος πρόσφερε τὸν Ἀλέξανδρο στὸν Θεὸ μὲ τὴ χειροτονία, μεταδίδοντάς του τὴ χάρη μὲ τὸν καθιερωμένο τρόπο. Καὶ καθὼς ὅλοι ἀτένιζαν τὸν νεοχειροτονημένο ἱερέα, ὁ Ἀλέξανδρος, μετὰ ἀπὸ προτροπὴ νὰ μιλήσει στὸ ἐκκλησίασμα, ἔδειξε εὐθὺς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὅτι ἦταν σωστὴ ἡ κρίση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου γι’ αὐτόν. Ὁ λόγος τοῦ δηλαδὴ ἦταν γεμάτος νοήματα, ἂν καὶ ὑστεροῦσε σὲ ρητορικὰ στολίδια. Γι’ αὐτὸ καὶ κάποιος φαντασμένος νέος ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, ποὺ βρισκόταν τότε στὴν πόλη τους, γέλασε μὲ τὸν ἀκαλλώπιστο λόγο του, ὅτι δηλαδὴ δὲν ἦταν στολισμένος μὲ τὴν περίτεχνη ἀττικὴ διάλεκτο. Αὐτός, ὅπως λένε, συνετίστηκε ἀπὸ ἕνα θεϊκὸ ὅραμα: εἶδε ἕνα σμῆνος περιστεριῶν ποὺ ἔλαμπαν μὲ ἀπερίγραπτη ὀμορφιὰ καὶ ἄκουσε κάποιον νὰ τοῦ λέει ὅτι αὐτὰ τὰ περιστέρια, τὰ ὁποῖα περιγέλασε, εἶναι τοῦ Ἀλέξανδρου.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Β’, Ὑπόθεση Α’. Ἐκδόσεις Τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2003.

Στὸν καιρὸ τοῦ διωγμοῦ
Τὸ Εὐαγγέλιο, μὲ τὶς ὑπεράνθρωπες προσπάθειες τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου καὶ τὴν ἀσταμάτητη ἐργασία τοῦ κηρύχθηκε σὲ ὅλη τὴν ἐπαρχία του καὶ ὅλοι σχεδὸν γυρίσανε στὴ πίστη τοῦ Χριστοῦ. Οἱ πρώην εἰδωλολάτρες γκρέμιζαν τοὺς βωμοὺς τῶν εἰδώλων καὶ ἔκτιζαν παντοῦ Ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, 250 μ.Χ. ὁ Αὐτοκράτορας τῆς Ρώμης, Δέκιος, κήρυξε διωγμὸ ἄγριο κατὰ τῶν Χριστιανῶν. Ἔστειλε παντοῦ σε ὅλους τους τοπάρχες τῶν Ἐπαρχιῶν διατάγματα νὰ τιμωροῦν τοὺς Χριστιανούς. Καὶ ὅσους δὲν προσκυνοῦν τὰ εἴδωλα νὰ τοὺς θανατώσουν μὲ σκληρὰ βασανιστήρια.

Ὁ Γρηγόριος φοβήθηκε μήπως δειλιάσουν οἱ νεοφώτιστοι πιστοί του, γι’ αὐτὸ συσκέφτηκε μὲ τοὺς κληρικούς του καὶ τοὺς συμβούλεψε νὰ κρυφτοῦν στὰ βουνὰ καὶ στὰ δάση. Καὶ αὐτὸς τοὺς ἀκολουθεῖ, ὄχι ἀπὸ δειλία, ἀλλὰ γιὰ νὰ τοὺς ἐνθαρρύνει καὶ σωθοῦν καὶ ἄλλοι διὰ μέσου αὐτοῦ.

Ἕνας ὅμως κακόψυχός τους πρόδωσε καὶ ὁδήγησε τοὺς διῶκτες στὸ βουνό. Τοὺς εἶδε ὁ Ἅγιος ἀπὸ μακρυὰ καὶ λέγει στὸ Διάκονό του:

– Σταμάτησε, παιδί μου, καὶ σήκωσε τὰ χέρια σου στὸν Οὐρανό. Προσευχήσου μαζί μου μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς σου, προσευχήσου μὲ ὁλοθερμὴ πίστη. Μὴ σαλέψεις ἀπὸ τὸν τόπο σου, ἔστω καὶ ἂν τοὺς δεῖς νὰ πλησιάζουν. Καὶ οἱ δυό τους τώρα προσεύχονταν καὶ λέγανε:

– Θεέ μας, ἂν θέλεις φύλαξέ μας ἀπὸ τὸν κίνδυνο. Ἂν πάλι εἶναι συμφερότερο, γιὰ τὴν ψυχή μας, νὰ πεθάνουμε, γενηθήτω τὸ θέλημά σου.

Ὁ Θεὸς ἔκαμε τὸ θαῦμα του. Τοὺς σκέπασε καὶ δὲν τοὺς ἀντελήφθηκαν οἱ διῶκτες τους. Τοὺς νομίσανε γιὰ δένδρα. Ἀπελπίσθηκαν οἱ χριστιανομάχοι ἀπεσταλμένοι τοῦ ἀσεβοῦς αὐτοκράτορος καὶ κατέβηκαν ἀπὸ τὸ βουνό.

– Δὲν βρήκαμε, εἶπαν, κανένα ἄνθρωπο. Μονάχα δύο δένδρα εἴδαμε, ποὺ ἀπεῖχαν λίγο το ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο.

Ὁ καταδότης κατάλαβε τὸ θαῦμα, μετανόησε, ἀνέβηκε στὸ βουνό, βρῆκε τὸν Ἅγιο, ἔπεσε στὰ πόδια του καὶ τοῦ ζητοῦσε συγχώρηση. Πίστεψε δὲ μὲ ὅλη του τὴν καρδιὰ στὸ Χριστὸ καὶ ἔγινε καλὸς χριστιανός, ὁ πρώην ἀσεβὴς καὶ διώκτης,

Μετὰ τὸν διωγμὸ
Σὲ λίγο καιρὸ σταμάτησε ὁ διωγμὸς καὶ ὁ Ἅγιος κατέβηκε στὴν πόλη καὶ κυβερνοῦσε τὴν Ἐκκλησία θεάρεστα. Διέταξε μάλιστα νὰ ψάξουν προσεκτικὰ καὶ νὰ βροῦνε τὰ λείψανα τῶν Μαρτύρων. Ὤρισε ἐπίσης καὶ ἥμερα γιὰ νὰ τοὺς γιορτάζουν, διότι αὐτοὶ χύσανε τὸ αἷμα τους γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὴ στερέωση τῆς Ἐκκλησίας.

Τὸ 252 νέες δοκιμασίες τὸν περιμένουν. Τρομερὴ ἐπιδημία ἐνσκήπτει στὴ Νεοκαισάρεια καὶ τὸν Πόντο. Διὰ τῆς προσευχῆς ὅμως τοῦ Ἁγίου σταμάτησε.

Κάποτε ὁ βάρβαρος λαὸς τῶν Γότθων εἰσέβαλε στὸν Πόντο καὶ λεηλατοῦσαν τὴ χώρα. Ἐρημώνεται ἡ χώρα ὅλη. Τότε δυστυχῶς καὶ μερικοὶ λεηλατηθέντες χριστιανοὶ ἅρπαζαν τὰ ἀγαθά των ἄλλων. Οἱ ἐπίσκοποί του ἐρωτοῦν τὸν Ἅγιο Γρηγόριο καὶ τὸν συμβουλεύονται, τί ἐπιτίμια νὰ ἐπιβάλλουν στοὺς μετανοοῦντες. Ὁ Ἅγιος, μὲ τὴν περίφημη «Κανονικὴ Ἐπιστολὴ» τοῦ ἐκθέτει στὸν Μητροπολίτη τοῦ Πόντου, ὅσα πρέπει νὰ πράξει.

Τὸ 264 μ.Χ. παρευρέθηκε μὲ τὸν ἀδελφό του Ἀθηνόδωρο στὴ Σύνοδο τῆς Ἀντιόχειας, ὅπου καταδικάστηκε ὁ αἱρετικὸς Παῦλος ὁ Σαμασατεύς.

Ἡ εἰς Κύριον ἐκδημία του
Ὁ Γρηγόριος ἔζησε βίον ἄμεμπτον καὶ ἅγιον καὶ κυβέρνησε θεαρέστως τὴν Ἐκκλησίαν. Ἀλλὰ ἦλθε ὁ καιρὸς νὰ ὑπάγει εἰς τὸν ποθούμενο Χριστὸ καὶ νὰ ἀναπαυθεῖ ἐκ τῶν πολλῶν κόπων καὶ μόχθων του. Προεῖδε, μάλιστα καὶ τὸν θάνατόν του.

Θέλει ὅμως νὰ ἐξακριβώσει καὶ νὰ μάθει πόσοι ἄνθρωποι τῆς ἐπαρχίας τοῦ ἔμειναν ἀκόμη στὴ ἀπιστία. Πράγματι, ἐρεύνησε καὶ βρῆκε μόνον δεκαεπτὰ εἰδωλολάτρες. Λυπήθηκε, βέβαια, γιὰ τὴ σκληροκεφαλιά τους καὶ γιὰ τὴν ἀπώλειά τους. Εὐχαρίστησε ὅμως τὸν Θεό, διότι τὸν δυνάμωσε καὶ πίστεψαν ὅλοι οἱ ἄλλοι καὶ μείνανε τώρα ποὺ θὰ πέθαινε, στὴν πλάνη τόσοι, ὅσοι ἤσαν οἱ Χριστιανοί, ποὺ βρῆκε ὅταν πρωτοπῆγε.

Προσευχήθηκε πολὺ στὸ Θεό, γιὰ νὰ ἀξιώσει τοὺς πιστοὺς νὰ τελειώσουν καὶ αὐτοὶ τὸν βίο τοὺς ἐνάρετα. Ἐκοιμήθη τὴν 17ην Νοεμβρίου, τὸ 270 περίπου.

Τὸν βίο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θαυματουργοῦ συνέγραψε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ἐπίσκοπος Νύσσης, ἀδελφός του Μεγάλου Βασιλείου, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τὴν πιὸ ἀξιόπιστη βιογραφικὴ πηγὴ ἐν μέσω ἀσαφειῶν καὶ θρύλων. Στὸν ἐγκωμιαστικό του λόγο πρὸς τὸν Ἅγιο, τὸν ὀνομάζει Μέγα καὶ θεωρεῖται ὅτι ἦταν τὸ πρῶτο ἄτομο ποὺ εἶναι γνωστὸ ὅτι ἔλαβε ὅραμα τῆς Παναγίας (μαζὶ μὲ τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή), βάσει τοῦ ὁποίου κατέγραψε μιὰ ὁμολογία σχετικὰ μὲ τὸ δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδας. Ἐπίσης, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Νύσσης ἀναφέρει ὅτι ὁ ἴδιος μεγάλωσε ἀκούοντας διηγήσεις καὶ περιγραφὲς περιστατικῶν τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θαυματουργοῦ, καθὼς καὶ τοὺς θεοπνεύστους λόγους του, ἀπὸ τὴν γιαγιὰ τοῦ Ἁγία Μακρίνα (βλέπε 19 Ἰουλίου) ἡ ὁποία ἦταν μαθήτρια καὶ πνευματικὸ παιδὶ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας.

Ἀλλὰ καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος σ’ ἕνα του λόγο λέει γιὰ τὸν Γρηγόριο τὸν θαυματουργό, ὅτι γιὰ τὰ πνευματικά του χαρίσματα καὶ τὴν χάρη τῶν θαυμάτων «δεύτερος Μωϋσῆς πὰρ΄ αὐτῶν τῶν ἐχθρῶν της Ἐκκλησίας ἀνηγορεύετο».

Συγγράμματα
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, σὰν μορφωμένος ἐπίσκοπός της ἐποχῆς του, ἔγραψε τὰ ἑξῆς ἔργα:

1) Λόγον πανηγυρικὸν ἢ Χαριστήριον πρὸς τὸν Ὠριγένη.
2) Σύμβουλον ἡ Ἔκθεσιν Πίστεως. Εἶναι σύντομος ὀρθόδοξος ὁμολογία περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος.
3) Παράφρασιν τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ.
4) Κανονικὴν ἐπιστολὴν περὶ τῶν ποινῶν τῶν μετανοούντων.
5) Περὶ ἀπαθείας καὶ Παθητοὺ τοῦ Θεοῦ. Τὸ ἀπευθύνει πρὸς Θεοπομπόν. Διεσώθη μόνον ἡ Συριακὴ μετάφρασις.
Τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θαυματουργοῦ, λέγουν ὅτι εἶναι καὶ τὰ ἑξῆς ἔργα:
1) Λόγος κεφαλαιώδης περὶ ψυχῆς, πρὸς Τατιανὸν
2) Ἡ κατὰ μέρος πίστις.
3) Κεφάλαια περὶ πίστεως δώδεκα.
4) Πραγματεία περὶ τοῦ Ὁμοουσίου, πρὸς Φιλάγριον.
5) Πέντε ὁμιλίαι (τρεῖς εἰς τὸν Εὐαγγελισμὸν τῆς Θεοτόκου, μιὰ εἰς τὰ Ἅγια Θεοφάνεια, καὶ μιὰ εἰς τοὺς Ἁγίους Πάντας).
www.askitikon.eu

Свт. Григорий Чудотворец. Мозаика монастыря Хосиос Лукас. Греция. XI век (после 1012 года). Άγιος Γρηγόριος ο Θαυματουργός. Μωσαϊκό τού 11ου αιώνα (μετά το 1012 μ).Χ. στην Ιερά Μονή Οσίου Λουκά Στείρι Βοιωτίας. Ελλάδα


ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΙΒΗΡΩΝ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ. 
Άγια λείψανα του Αγίου Θεοδώρου του Τύρωνος,  
του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου 
και του Αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας του Θαυματουργού 
(από αριστερά προς τα δεξιά).

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΙΒΗΡΩΝ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ.
Οι κάρες του Αγίου Νεομάρτυρος Νικήτα του Νισυριού
και του Οσίου Ιερόθεου του Ιβηρίτου. 
Άγια λείψανα του Αγίου Θεοδώρου του εν Πύργη της Παμφυλίας,
του Αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας του Θαυματουργού 
και του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου.

Στίχος
Ὁ Γρηγόριος, θαυματουργῶν καὶ πάλαι, Θεῶ παραστάς, θαυματουργεῖ τί πλέον. Ἐβδομάτη δεκάτη τὲ μέγας θᾶνε θαυματουργός.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν προσευχαῖς γρηγορῶν, ταῖς τῶν θαυμάτων ἐργασίαις ἐγκαρτερῶν, ἐπωνυμίαν ἐκτήσω τὰ κατορθώματα, ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῶ, Πάτερ Γρηγόριε, φωτίσαι τὰς ψυχᾶς ἠμῶν, μὴ ποτὲ ὑπνώσωμεν, ἐν ἁμαρτίαις εἰς θάνατον.

Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ’.
Τὴ ὑπερμάχω
Ὡς εὐσεβείας ὑποφήτην καὶ διδάσκαλον καὶ τῶν θαυμάτων ποταμὸν σὲ ἀνεξάντλητον μακαρίζομεν οἱ δοῦλοί σου Ἱεράρχα. Ἀλλ’ ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς τὸν Κύριον Ἐκ παντοίων ἀπολύτρωσαι κακώσεων τοὺς βοώντας σοί, χαίροις Πάτερ Γρηγόριε.

Ἕτερον Κοντάκιον Ἦχος β’.
Τὰ ἄνω ζητῶν
Θαυμάτων πολλῶν, δεξάμενος ἐνέργειαν, σημείοις φρικτοῖς, τοὺς δαίμονας ἐπτόησας, καὶ τὰς νόσους ἤλασας τῶν ἀνθρώπων, πάνσοφε Γρηγόριε· διὸ καλὴ θαυματουργός, τὴν κλῆσιν ἐξ ἔργων κομισάμενος.

Κάθισμα Ἦχος γ’.
Θείας πίστεως
Νέος γέγονας Μωσὴς τοῖς ἔργοις, πλάκας πίστεως ἐπὶ τοῦ ὅρους, τῆς μυστικῆς θεοφανείας δεξάμενος, νομοθετήσας λαοῖς τὴν εὐσέβειαν, τοῦ τῆς Τριάδος μυστηρίου Γρηγόριε· ὅθεν ἅπαντες, τιμῶμεν πιστοὶ τὴν μνήμην σου, αἰτοῦντες διά σου τὸ μέγα ἔλεος.

Ὁ Οἴκος
Πόθεν ἀπάρξομαι τοὺς ἐπαίνους ἐξυφαίνειν ὁ τάλας, καθορῶν τὰ πολλὰ καὶ ὑπερθαύμαστα πράγματα; Ἐὰν ἀπὸ τοῦ βίου τοῦ Ὁσίου ἐγχειρήσω, τὸ σύνολον οὐκ ἰσχύω· πάντα γὰρ νοῦν ὑπερβαίνει ὁ ἔνθεος βίος αὐτοῦ. Ἐὰν ἀπὸ τῶν θαυμάτων, καὶ ἐν τούτω λοιπὸν αἰσχυνθήσομαι, ὑπὲρ τὴν ψάμμον γὰρ ὑπάρχουσι· διὰ τοῦτο ἀκούει θαυματουργός, τὴν κλῆσιν ἐξ ἔργων κομισάμενος.

Μεγαλυνάριον
Τὴ φιλοσοφία πρὸς ἀληθῆ, γνῶσιν κεχρημένος, οἴα κλίμακι νοητή, πρὸς θεολογίας, ἀνέδραμες τὸ ὕψος, Γρηγόριε θαυμάτων, καινῶν διάκονε

http://agioreitika.net/

Άγιος Γρηγόριος Νεοκαισαρείας ο Θαυματουργός ( Σημερινό ευαγγέλιο - 17-11-2020)

 

Άγιος Γρηγόριος Νεοκαισαρείας ο Θαυματουργός


ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ - ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 25 - 35 25 Συνεπορεύοντο δὲ αὐτῷ ὄχλοι πολλοί. καὶ στραφεὶς εἶπε πρὸς αὐτούς· 26 Εἴ τις ἔρχεται πρός με καὶ οὐ μισεῖ τὸν πατέρα ἑαυτοῦ καὶ τὴν μητέρα καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα καὶ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὰς ἀδελφάς, ἔτι δὲ καὶ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν, οὐ δύναταί μου μαθητής εἶναι. 27 καὶ ὅστις οὐ βαστάζει τὸν σταυρὸν ἑαυτοῦ καὶ ἔρχεται ὀπίσω μου, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής. 28 τίς γὰρ ἐξ ὑμῶν, θέλων πύργον οἰκοδομῆσαι, οὐχὶ πρῶτον καθίσας ψηφίζει τὴν δαπάνην, εἰ ἔχει τὰ πρὸς ἀπαρτισμόν, 29 ἵνα μήποτε, θέντος αὐτοῦ θεμέλιον καὶ μὴ ἰσχύσαντος ἐκτελέσαι, πάντες οἱ θεωροῦντες ἄρξωνται αὐτῷ ἐμπαίζειν, 30 λέγοντες ὅτι οὗτος ὁ ἄνθρωπος ἤρξατο οἰκοδομεῖν καὶ οὐκ ἴσχυσεν ἐκτελέσαι; 31 ἢ τίς βασιλεὺς, πορευόμενος συμβαλεῖν ἑτέρῳ βασιλεῖ εἰς πόλεμον, οὐχὶ πρῶτον καθίσας βουλεύσεται εἰ δυνατός ἐστιν ἐν δέκα χιλιάσιν ἀπαντῆσαι τῷ μετὰ εἴκοσι χιλιάδων ἐρχομένῳ ἐπ’ αὐτόν; 32 εἰ δὲ μήγε, ἔτι πόρρω αὐτοῦ ὄντος πρεσβείαν ἀποστείλας ἐρωτᾷ τὰ πρὸς εἰρήνην. 33 οὕτως οὖν πᾶς ἐξ ὑμῶν, ὃς οὐκ ἀποτάσσεται πᾶσι τοῖς ἑαυτοῦ ὑπάρχουσιν, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής. 34 Καλὸν οὖν τὸ ἅλας· ἐὰν δὲ καὶ τὸ ἅλας μωρανθῇ, ἐν τίνι ἀρτυθήσεται; 35 οὔτε εἰς γῆν οὔτε εἰς κοπρίαν εὔθετόν ἐστιν· ἔξω βάλλουσιν αὐτό. ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω. The Gospel According to Luke 14:25-35 At that time, great multitudes accompanied Jesus; and he turned and said to them, "If any one comes to me and does not hate his own father and mother and wife and children and brothers and sisters, yes, and even his own life, he cannot be my disciple. Whoever does not bear his own cross and come after me, cannot be my disciple. For which of you, desiring to build a tower, does not first sit down and count the cost, whether he has enough to complete it? Otherwise, when he has laid a foundation, and is not able to finish, all who see it begin to mock him, saying, 'This man began to build, and was not able to finish.' Or what king, going to encounter another king in war, will not sit down first and take counsel whether he is able with ten thousand to meet him who comes against him with twenty thousand? And if not, while the other is yet a great way off, he sends an embassy and asks terms of peace. So therefore, whoever of you does not renounce all that he has cannot be my disciple. Salt is good; but if salt has lost its taste, how shall its saltness be restored? It is fit neither for the land nor for the dunghill; men throw it away. He who has ears to hear, let him hear."


ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 25 - 35 25 Μαζή δε με αυτόν επήγαιναν και πλήθη λαού. Εστράφη τότε προς αυτούς και τους είπε· 26 “εάν κανείς έρχεται προς εμέ, δια να γίνη οπαδός μου, και δεν απαρνήται τον πατέρα του και την μητέρα και την γυναίκα και τα τέκνα και τους αδελφούς και τας αδελφάς, εφ' όσον αυτοί του είναι πρόσκομμα εις την νέαν ζωήν του, ακόμη δε δεν απαρνήται και την ζωήν του, όταν η ανάγκη επιβάλη να την θυσιάση, αυτός δεν ημπορεί να είναι μαθητής μου. 27 Και εκείνος που δεν βαστάζει επάνω του τον σταυρόν του και δεν έρχεται κοντά μου, δεν ημπορεί να είναι μαθητής μου. 28 Πριν γίνετε μαθηταί μου εξετάσατε καλά αν μπορήτε να με ακολουθήσετε όπως εγώ θέλω. Διότι ποιός από σας, όταν θέλη να κτίση ένα πύργον, δεν θα καθίση πρώτον να προϋπολογίση την δαπάνην, εάν έχη δηλαδή τα χρήματα δια την ολοκλήρωσιν του έργου; 29 Και τούτο θα το κάμη, μήπως τυχόν βάλη θεμέλια και δεν ημπορέση ν' αποπερατώση τον πύργον, οπότε όλοι όσοι βλέπουν ατελές το έργον του, θα αρχίσουν να τον εμπαίζουν 30 και να λέγουν ότι αυτός ο άνθρωπος ήρχισε να οικοδομή και δεν ημπόρεσε να τελειώση το έργον του. 31 Η ποιός βασιλεύς, που πηγαίνει να συμπλακή και να πολεμήση εναντίον άλλου βασιλέως, δεν θα καθίση πρώτον να σκεφθή, εάν έχη την δύναμιν με δέκα χιλιάδες στρατιώτας να απαντήση και αποκρούση εκείνον, που έρχεται εναντίον του με εικόσι χιλιάδας; 32 Ει δ' άλλως ενώ ακόμη είναι μακράν αυτός ο Βασιλεύς, στέλνει πρεσβευτάς και ζητεί να διαπραγματευθούν δια την ειρήνην. 33 Ετσι λοιπόν και καθένας από σας, ο οποίος δεν απαρνείται όλα τα υπάρχοντά του και δεν κόπτει δια το όνομά μου κάθε δεσμόν, που υπάρχει φόβος να τον κρατήση μακρυά από εμέ, δεν ημπορεί να είναι μαθητής μου. 34 Το άλατι είναι καλόν και ωφέλιμον δια τον άνθρωπον· κάθε μαθητής μου καλείται να γίνη πνευματικό άλατι μέσα εις την κοινωνίαν. Εάν όμως το άλατι χάση την δύναμιν του, τότε με τι είναι δίνατόν να αρτυθή αυτό, ώστε να γίνη πάλι καλό και ωφέλιμον; 35 Ούτε σαν χώμα δεν είναι κατάλληλον να ριφθή εις την γην ούτε βέβαια σαν λίπασμα στο χωράφι. Το ρίπτουν έξω ως εντελώς άχρηστον. Εκείνος που έχει αυτιά πνευματικά δια να ακούη, ας ακούση, ας εννοήση και ας δεχθή αυτά που λέγω.

Άγιος Γρηγόριος Νεοκαισαρείας ο Θαυματουργός ( Απόστολος της Ημέρας - 17-11-2020)



Άγιος Γρηγόριος Νεοκαισαρείας ο Θαυματουργός 


 ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Γ´ 9 - 13

9 τίνα γὰρ εὐχαριστίαν δυνάμεθα τῷ Θεῷ ἀνταποδοῦναι περὶ ὑμῶν ἐπὶ πάσῃ τῇ χαρᾷ ᾗ χαίρομεν δι’ ὑμᾶς ἔμπροσθεν τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, 10 νυκτὸς καὶ ἡμέρας ὑπερεκπερισσοῦ δεόμενοι εἰς τὸ ἰδεῖν ὑμῶν τὸ πρόσωπον καὶ καταρτίσαι τὰ ὑστερήματα τῆς πίστεως ὑμῶν; 11 Αὐτὸς δὲ ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ ἡμῶν καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς κατευθύναι τὴν ὁδὸν ἡμῶν πρὸς ὑμᾶς· 12 ὑμᾶς δὲ ὁ Κύριος πλεονάσαι καὶ περισσεύσαι τῇ ἀγάπῃ εἰς ἀλλήλους καὶ εἰς πάντας, καθάπερ καὶ ἡμεῖς εἰς ὑμᾶς, 13 εἰς τὸ στηρίξαι ὑμῶν τὰς καρδίας ἀμέμπτους ἐν ἁγιωσύνῃ ἔμπροσθεν τοῦ Θεοῦ καὶ πατρὸς ἡμῶν ἐν τῇ παρουσίᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ πάντων τῶν ἁγίων αὐτοῦ.


Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα - ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Γ´ 9 - 13

9 Διότι ποίαν ευγνωμοσύνην και ευχαριστίαν ημπορούμεν να ανταποδώσωμεν στον Θεόν δια σας, δι' όλην την χαράν, που απολαμβάνομεν εξ αιτίας σας εμπρός στον Θεόν, 10 και τον παρακαλούμεν νύκτα και ημέραν με εξαιρετικήν επιμονήν να ευδοκήση και φέρη τας περιστάσεις να ίδωμεν το πρόσωπόν σας και να διορθώσωμεν και αναπληρώσωμεν ο,τι ακόμη σας λείπει από την πίστιν σας; 11 Αυτός δε ο Θεός και Πατήρ ημών και ο Κυριος ημών Ιησούς Χριστός είθε να κατευθύνουν τον δρόμον μας προς σας, παραμερίζοντες κάθε τυχόν εμπόδιον και δυσκολίαν. 12 Σας δε είθε ο Κυριος να σας αξιώση να έχετε άφθονον και πλουσίαν και με το παραπάνω την αγάπην μεταξύ σας και προς όλους, όπως ακριβώς και ημείς έχομεν αυτήν την αγάπην προς σας. 13 Και να στηρίξη έτσι τας καρδίας σας, ώστε να είσθε άμεμπτοι και άγιοι ενώπιον του Θεού και Πατρός ημών κατά την επίσημον Δευτέραν Παρουσίαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όταν θα έλθη με όλους τους αγίους του, αγγέλους και ανθρώπους.




Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2020

Παρακλητικός κανών εις τον άγιο ΙΩΑΝΝΗΝ τον ΠΡΟΔΡΟΜΟ

 





Ο παρακλητικός κανών σε μορφή PDF .:

https://drive.google.com/file/d/16BCTiznfB-gGnJtiy8v5PSTzCiQLPG4c/view?usp=sharing



Πηγή . : .imaik.gr


Απόστολος και Ευαγγελιστής Ματθαίος, ο αφανής μαθητής του Κυρίου

Απόστολος και Ευαγγελιστής Ματθαίος


 Ο Ματθαίος μέσα από το δικό του ευαγγέλιο μας δίνει ελάχιστες πληροφορίες περί του βίου του. Η μόνη αναφορά μάλιστα που κάνει, είναι η κλήση του (Ματθαίος 9,9). Σύμφωνα με το ευαγγέλιο ο ίδιος καθόταν κοντά στην Καπερναούμ, στο βόρειο μέρος της λίμνης Γεννησαρέτ μόνος. Καθώς πέρασε ο Κύριος τον κάλεσε κοντά του και ο ίδιος δίχως δισταγμό τον ακολούθησε. Η Καπερναούμ λογικά ήταν η πατρίδα που ο ίδιος ασκούσε το επάγγελμα του τελώνη.

Ο τελώνης ήταν κάτι αντίστοιχο του σημερινού φοροεισπράκτορα, μόνο που στην περίπτωσή του δε δούλευε για το Ρωμαϊκό κράτος, αλλά για τον διοικητή Ηρώδη ή για κάποιο επιχειρηματία που δρούσε για λογαριασμό του Ηρώδη. Εκτός του ιδίου τόσο ο Μάρκος (2, 13-17), όσο και ο Λουκάς (5, 27-32) αναφέρουν το γεγονός, ο Λουκάς όμως διαφοροποιείται από το Ματθαίο καθώς αναφέρει πως η κλήση έγινε πριν την “Επι του όρους ομιλία”, ενώ ο Ματθαίος αναφέρει πως η κλήση του έγινε μετά. Ο Ματθαίος φαίνεται μέσα από το κείμενο πως μετά την κλήση του κάλεσε τον Ιησού και τους μαθητές του σε τραπέζι το οποίο παρακάθισαν και πολλοί τελώνες, κάτι που κίνησε την περιέργεια των Φαρισαίων. Από αυτή την περιγραφή διαφαίνεται ότι ο Ματθαίος ήταν προφανώς αρκετά εύπορος.

Χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του είναι πως και μετά την κλήση του διατήρησε τον προσωνύμιο τελώνης (Ματθαίος 10, 3), πολύ πιθανώς κατά τον Ευθύμιο Ζιγαβηνό “εις οικείαν εξουθένωσιν”. Ο Ευσέβιος Καισαρείας μας αναφέρει πως ίδιον την προσωπικότητάς του ήταν η ταπεινοφροσύνη. Ο ίδιος σαν τελώνης λογικά γνώριζε εκτός από την αραμαϊκή γλώσσα και την ελληνική, ενώ δε φαίνεται από κάπου πως νωρίτερα ήταν μαθητής του Προδρόμου Ιωάνν. Θα πρέπει επίσης να τονιστεί πως γενικά παραμένει αφανής μέσα στα ευαγγέλια, αλλά και στην ύστερη σταδιοδρομία του. Μέχρι το θάνατο του Στεφάνου, ο Ματθαίος φαίνεται να έμεινε στα Ιεροσόλυμα.

Σκοπός της συγγραφής του Ευαγγελίου από τον Απ. Ματθαίο ήταν να φανερώσει ότι ο Χριστός καταγόταν «εκ σπέρματος Δαβίδ» γι’ αυτό και αρχίζει την αφήγηση του με τη Γέννησή Του. Όπως λέει ο Ι. Χρυσόστομος ο Ματθαίος «ουδέν πλέον εζήτησε δείξαι ή ότι από Αβραάμ και Δαβίδ ην…ουδέν γαρ ούτως ανέπαυε τον Ιουδαίον, ως το μαθείν αυτόν ότι του Αβραάμ και Δαβίδ έκγονος ην ο Χριστός». Γι’ αυτό εκλέγει κύρια γεγονότα της ζωής του Κυρίου, συλλέγει λόγους του και τα τοποθετεί με τρόπο, ώστε να ανταποκρίνονται στην απόδειξη της θέσεως, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσσίας που προαναγγέλθηκε στους Ιουδαίους. Με τη παράθεση δε των προφητειών της Π.Δ φανερώνει ότι εκπληρώθηκαν στο πρόσωπο του Χριστού.

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ’.

Ἀπόστολε Ἅγιε, καὶ Εὐαγγελιστὰ Ματθαῖε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.


Πηγή .: ekklisiaonline.gr/

Αγίος Απόστολος Ματθαίος ( Απόστολος της Ημέρας - 16-11-2020)

 

Άγιος Ματθαίος Απόστολος και Ευαγγελιστής

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Ι´ 11 - 21

11 λέγει γὰρ ἡ γραφή· πᾶς ὁ πιστεύων ἐπ’ αὐτῷ οὐ καταισχυνθήσεται. 12 οὐ γάρ ἐστι διαστολὴ Ἰουδαίου τε καὶ Ἕλληνος· ὁ γὰρ αὐτὸς Κύριος πάντων, πλουτῶν εἰς πάντας τοὺς ἐπικαλουμένους αὐτόν· 13 πᾶς γὰρ ὃς ἂν ἐπικαλέσηται τὸ ὄνομα Κυρίου σωθήσεται. 14 πῶς οὖν ἐπικαλέσονται εἰς ὃν οὐκ ἐπίστευσαν; πῶς δὲ πιστεύσουσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν; πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς κηρύσσοντος; 15 πῶς δὲ κηρύξουσιν ἐὰν μὴ ἀποσταλῶσι; καθὼς γέγραπται· ὡς ὡραῖοι οἱ πόδες τῶν εὐαγγελιζομένων εἰρήνην, τῶν εὐαγγελιζομένων τὰ ἀγαθά! 16 Ἀλλ’ οὐ πάντες ὑπήκουσαν τῷ εὐαγγελίῳ· Ἡσαΐας γὰρ λέγει· Κύριε, τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν; 17 ἄρα ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ῥήματος Θεοῦ. 18 ἀλλὰ λέγω, μὴ οὐκ ἤκουσαν; μενοῦνγε εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν, καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα αὐτῶν. 19 ἀλλὰ λέγω, μὴ οὐκ ἔγνω Ἰσραήλ; πρῶτος Μωϋσῆς λέγει· ἐγὼ παραζηλώσω ὑμᾶς ἐπ’ οὐκ ἔθνει, ἐπὶ ἔθνει ἀσυνέτῳ παροργιῶ ὑμᾶς. 20 Ἡσαΐας δὲ ἀποτολμᾷ καὶ λέγει· εὑρέθην τοῖς ἐμὲ μὴ ζητοῦσιν, ἐμφανὴς ἐγενόμην τοῖς ἐμὲ μὴ ἐπερωτῶσι. 21 πρὸς δὲ τὸν Ἰσραὴλ λέγει· ὅλην τὴν ἡμέραν ἐξεπέτασα τὰς χεῖράς μου πρὸς λαὸν ἀπειθοῦντα καὶ ἀντιλέγοντα.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΑ´ 1 - 2

1 Λέγω οὖν, μὴ ἀπώσατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ; μὴ γένοιτο· καὶ γὰρ ἐγὼ Ἰσραηλίτης εἰμί, ἐκ σπέρματος Ἀβραάμ, φυλῆς Βενιαμίν. 2 οὐκ ἀπώσατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ ὃν προέγνω. ἢ οὐκ οἴδατε ἐν Ἠλίᾳ τί λέγει ἡ γραφή, ὡς ἐντυγχάνει τῷ Θεῷ κατὰ τοῦ Ἰσραήλ λέγων;,



St. Paul's Letter to the Romans 10:11-21; 11:1-2
Brethren, the scripture says, "No one who believes in God will be put to shame." For there is no distinction between Jew and Greek; the same Lord is Lord of all and bestows his riches upon all who call upon him. For, "every one who calls upon the name of the Lord will be saved." But how are men to call upon him in whom they have not believed? And how are they to believe in him of whom they have never heard? And how are they to hear without a preacher? And how can men preach unless they are sent? As it is written, "How beautiful are the feet of those who preach good news!" But they have not all obeyed the gospel; for Isaiah says, "Lord, who has believed what he has heard from us?" So faith comes from what is heard, and what is heard comes by the preaching of Christ. But I ask, have they not heard? Indeed they have; for "Their voice has gone out to all the earth, and their words to the ends of the world." Again I ask, did Israel not understand? First Moses says, "I will make you jealous of those who are not a nation; with a foolish nation I will make you angry." Then Isaiah is so bold as to say, "I have been found by those who did not seek me; I have shown myself to those who did not ask for me." But of Israel he says, "All day long I have held out my hands to a disobedient and contrary people." I ask, then, has God rejected his people? By no means! I myself am an Israelite, a descendant of Abraham, a member of the tribe of Benjamin. God has not rejected his people whom he foreknew.

Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα
ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Ι´ 11 - 21
11 Αλλωστε και η Αγία Γραφή λέγει· “καθένας, που πιστεύει εις αυτόν, είτε Ιουδαίος είναι είτε εθνικός, δεν θα εντροπιασθή ούτε θα ίδη να διαψεύδεται η πίστις του”. 12 Ναι, καθένας που πιστεύει, διότι δεν υπάρχει καμμία διάκρισις μεταξύ Ιουδαίου και Ελληνος, επειδή ο αυτός Κυριος είναι Κυριος και Θεός όλων, προσφέρων πλουσίας τας δωρεάς του εις όλους εκείνους, οι οποίοι τον επικαλούνται. 13 Αυτό προλέγει και ο προφήτης Ιωήλ· “καθένας που θα επικαλεσθή με πίστιν το όνομα του Κυρίου, θα σωθή”. 14 Οι Εβραίοι όμως δεν επίστευσαν στον Χριστόν. Πως, λοιπόν, θα επικαλεσθούν Εκείνον, στον οποίον δεν επίστευσαν; Πως δε θα πιστεύσουν εις Εκείνον, δια τον οποίον δεν ήκουσαν κήρυγμα και διδασκαλίαν; Πως δε είναι δυνατόν να ακούσουν, χωρίς να υπάρχη δι' αυτούς ο κήρυξ, ο διδάσκαλος της αληθείας; 15 Πως δε θα κηρύξουν επιτυχώς την αλήθειαν του Ευαγγελίου οι κήρυκες, εάν δεν αποσταλούν εις την υπηρεσίαν αυτήν; Πρέπει δε να λάβουν, όπως και έλαβαν, προς τούτο εντολήν από τον Θεόν, καθώς έχει γραφή και στον προφήτην Ησαΐαν· “πόσον ωραίοι είναι οι πόδες εκείνων, που κηρύττουν το χαρμόσυνον μήνυμα της ειρήνης του Θεού προς τους ανθρώπους, αυτών που αναγγέλουν τα αγαθά και τας δωρεάς”, που μας προσφέρει δια της θυσίας του ο λυτρωτής! 16 Αλλά, μολονότι ο Θεός έστειλε τους κήρυκάς του, δεν υπήκουσαν όλοι οι Εβραίοι στο Ευαγγέλιον. Αυτήν την απιστίαν προείπε και ο Ησαΐας, λέγων· “Κυριε, ποιός επίστευσεν εις όσα ήκουσεν από ημάς να κηρύττωμεν;” 17 Αρα η πίστις γεννάται μέσα εις την καρδίαν από την ακρόασιν του κηρύγματος· το δε κήρυγμα έχει ως περιεχόμενον και σκοπόν την ανάπτυξιν και γνωστοποίησιν των λόγων του Θεού. 18 Αλλά λέγω, ότι ίσως θα ημπορούσε να ισχυρισθή κανείς· μήπως τάχα οι Ιουδαίοι δεν ήκουσαν το κήρυγμα; Καθε άλλο, διότι βεβαιότατα “εις όλην την γην εξήλθε και διεδόθη φωτεινόν και έντονον το κήρυγμα των Αποστόλων, και εις τα πέρατα της οικουμένης έχουν φθάσει και έχουν ακουσθή οι λόγοι των”. 19 Αλλά πάλιν λέγω, ότι θα ημπορούσε να ερωτήση κανείς· Μηπως δεν εγνώρισαν και δεν ενόησαν καλά τον λόγον του Θεού οι Ισραηλίται; Οχι, διότι απ' αρχής αυτοί ήσαν σκληρόκαρδοι και κωφοί στο θέλημα του Θεού. Πρώτος ο Μωϋσής λέγει, εκ μέρους του Θεού, δι' αυτούς· “εγώ θα σας κάμω να καταληφθήτε από ζήλειαν δι' έθνος, που δεν το θεωρείτε έθνος, και θα σας εξερεθίσω ένεκα του φθόνου σας εναντίον ειδωλολατρικού έθνους, το οποίον σεις θεωρείτε ασύνετον και το οποίον εν τούτοις εγώ δια την καλήν του διάθεσιν θα ελεήσω”. 20 Ο δε προφήτης Ησαΐας τολμά και λέγει εκ μέρους του Θεού προς τους Ισραηλίτας· απεκαλύφθην εγώ και έγινα γνωστός από τους εθνικούς, που δεν με ζητούν, έγινα φανερός εις εκείνους, οι οποίοι λόγω της αγνοίας των δεν με ερωτούν”. 21 Προς δε τον Ισραηλιτικόν λαόν λέγει· “όλας τας ημέρας συνεχώς άπλωσα με στοργήν τα χέρια μου, δια να αγκαλιάσω ένα λαόν, ο οποίος απειθεί και αντιλέγει”. ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΑ´ 1 - 2 1 Ερωτώ λοιπόν τώρα· Μηπως ο Θεός απώθησε και απέρριψε μακρυά τον λαόν του; Ποτέ ας μη λεχθή κάτι τέτοιο· διότι και εγώ, που έχω κληθή από τον Θεόν Απόστολος, είμαι Ισραηλίτης, από τους απογόνους του Αβραάμ, από την φυλήν του Βενιαμίν. 2 Οχι, δεν απέρριψε ο Θεός τον λαόν του, τον οποίον είχε προγνωρίσει και εκλέξει. Η δεν γνωρίζετε και δεν ενθυμείσθε τι λέγει η Γραφή εις την ιστορίαν του Ηλία; Οτι δηλαδή ο Ηλίας προσεύχεται προς τον Θεόν εναντίον του Ισραηλιτικού λαού λέγων·

Αγίος Απόστολος Ματθαίος ( Σημερινό ευαγγέλιο - 16-11-2020)

 

Άγιος Ματθαίος Απόστολος και Ευαγγελιστής


ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Θ´ 9 - 13


9 Καὶ παράγων ὁ Ἰησοῦς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄνθρωπον καθήμενον ἐπὶ τὸ τελώνιον, Ματθαῖον λεγόμενον, καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀκολούθει μοι. καὶ ἀναστὰς ἠκολούθησεν αὐτῷ. 10 Καὶ ἐγένετο αὐτοῦ ἀνακειμένου ἐν τῇ οἰκίᾳ, καὶ ἰδοὺ πολλοὶ τελῶναι καὶ ἁμαρτωλοὶ ἐλθόντες συνανέκειντο τῷ Ἰησοῦ καὶ τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ. 11 καὶ ἰδόντες οἱ Φαρισαῖοι εἶπον τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· Διατί μετὰ τῶν τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν ἐσθίει ὁ διδάσκαλος ὑμῶν; 12 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀκούσας εἶπεν αὐτοῖς· Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ’ οἱ κακῶς ἔχοντες. 13 πορευθέντες δὲ μάθετε τί ἐστιν, Ἔλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν· οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν.


The Gospel According to Matthew 9:9-13


At that time, as Jesus passed on, he saw a man called Matthew sitting at the tax office; and he said to him, "Follow me." And he rose and followed him. 
And as he sat at table in the house, behold, many tax collectors and sinners came and sat down with Jesus and his disciples. And when the Pharisees saw this, they said to his disciples, "Why does your teacher eat with tax collectors and sinners?" But when he heard it, he said, "Those who are well have no need of a physician, but those who are sick. Go and learn what this means, 'I desire mercy, and not sacrifice.' For I came not to call the righteous, but sinners to repentance."


 Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα - ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Θ´ 9 - 13


9 Καθώς δε ο Ιησούς επερνούσε από εκεί, είδε ένα άνθρωπον, ονομαζόμενον Ματθαίον, να κάθεται στο γραφείον του μέσα στο τελωνείον, δια να εισπράττη τους φόρους και λέγει εις αυτόν· “έλα κοντά μου”. Και ο Ματθαίος εσηκώθη και τον ακολούθησεν αμέσως. 10 Και ενώ εκάθητο ο Ιησούς στο γεύμα, που προς τιμήν του είχε παραθέσει ο Ματθαίος στο σπίτι του, ιδού πολλοί τελώναι και αμαρτωλοί ήλθαν και εκάθηντο μαζή με τον Ιησούν και τους μαθητάς του. 11 Και όταν είδαν οι Φαρισαίοι τούτο, είπαν στους μαθητάς του· “διατί ο διδάσκαλος σας τρώγει μαζή με τους τελώνας και τους αμαρτωλούς;” 12 Ο δε Ιησούς, όταν ήκουσε τα λόγια αυτά, τους είπε· “δεν χρειάζονται ιατρόν οι υγιείς, αλλ' οι άρρωστοι. 13 Πηγαίνετε δε στους ερμηνευτάς των Γραφών, δια να μάθετε τι σημαίνει· ευσπλαγχνίαν θέλω και όχι τυπικήν θυσίαν. Διότι εγώ δεν ήλθα να καλέσω εκείνους που νομίζουν τον ευατόν των δίκαιον, αλλά τους αμαρτωλούς, δια να τους οδηγήσω εις την μετάνοιαν και σωτηρίαν”.