Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2020

Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης (1840-1924) - (10 Νοεμβρίου)

 

Σύντομος Βίος Αγίου Αρσενίου Καππαδόκη

Ο Οσιώτατος Αρσένιος ο Καππαδόκης γεννήθηκε γύρω στα 1840 στα Φάρασα ή Βαρασιό, στο Κεφαλοχώρι των έξι Χριστιανικών χωριών της περιφερείας Φαράσων της Καππαδοκίας. Οι γονείς του ήταν φτωχοί αλλα πλούσιοι σε αρετές. Είχαν αποκτήσει δύο αγόρια, τον Βλάσιο και τον Θεόδωρο (τον Άγιον Αρσένιο).



  

Από μικρή ηλικία έμειναν ορφανά και τα προστάτεψε η θεία τους, αδελφή της μητέρας τους. Ένα θαυμαστό γεγονός που συνέβηκε στα παιδιά και την θαυματουργική διάσωση του μικρού τότε Θεόδωρου από τον Άγιον Γεώργιο που τον έσωσε από βέβαιο πνιγμό, είχεν ως αποτέλεσμα, για τον μεν Βλάσιο να δοθεί με τον δικό του τρόπο  στον Θεό, να τον δοξολογεί ως δάσκαλος της Βυζαντινής
Μουσικής και κατέληξε αργότερα  στην  Κωνσταντινούπολη, για τον Θεόδωρο δε να θέλει να γίνει καλόγερος. Στη συνέχεια μεγαλώνοντας, στάλθηκε στη Νίγδη και μετά στη Σμύρνη όπου τέλειωσε τις σπουδές του.

  Στα είκοσι έξι του περίπου χρόνια πήγε στην Ιερά Μονή Φλαβιανών του Τιμίου Προδρόμου όπου αργότερα κάρηκε Μοναχός και πήρε το όνομα Αρσένιος. Δυστυχώς όμως δε χάρηκε πολύ την ησυχία του, διότι εκείνη την εποχή είχαν ανάγκη μεγάλη από δασκάλους και ο Μητροπολίτης Παΐσιος ο Β’, τον χειροτόνησε Διάκο και τον έστειλε στα εγκαταλειμμένα παιδιά. Αυτό φυσικά γινόταν στα κρυφά, με χίλιες δυό προφυλάξεις, για να μη μάθουν τίποτε οι Τούρκοι. Στο τριακοστό έτος της ηλικίας του χειροτονήθηκε στην Καισσάρεια Πρεσβύτερος με τον τίτλο του Αρχιμανδρίτου και την ευλογία ως Πνευματικός.

  Άρχισε πια η πνευματική του δράση να γίνεται μεγαλύτερη και να απλώνεται. Με την άφθονη Θεία Χάρη που τον προίκισε ο Θεός θεράπευε τις ψυχές και τα σώματα των πονεμένων ανθρώπων. Είχε πολλή αγάπη στον Θεό και προς την εικόνα Του, διότι, όταν έβλεπε πολύ πόνο και καταπίεση Τουρκική, η αγάπη τον έβγαζε έξω από τον εαυτό του και έξω από το χωριό του και αγκάλιαζε και τα γύρω χωριά. Θεράπευε τον ανθρώπινο πόνο όπου τον συναντούσε σε Χριστιανούς ή Τούρκους. Για τον Άγιον δεν είχε καμιά σημασία, διότι έβλεπε στο πρόσωπό τους, την με πολλή αγάπη πλασθείσα εικόνα του Θεού. Αναρίθμητα είναι τα θαύματα που επετέλεσε ο Άγιος με τη χάρη του Θεού. Στείρες γυναίκες τεκνοποιούσαν, αφού τις διάβαζε ευχή ή έδιδε ‘φυλακτό’ που ήταν ένα κομμάτι χαρτί γραμμένο με κάποιες ευχές που τις έγραψε ο ίδιος. Διάβαζε το Άγιο Ευαγγέλιο σε σοβαρές περιπτώσεις, όπως στους τυφλούς, βουβούς, χωλούς, παραλυτικούς, δαιμονισμένους και γινόντουσαν καλά, μόλις τελείωνε την ανάγνωση. Πολλοί Χριστιανοί και Τούρκοι είχαν θεραπευθεί, αφού πήραν χώμα από το κατώφλι του κελιού του και αναμιγνύοντας το με λίγο νερό το έπιναν, πιστεύοντας ότι θα εθεραπεύοντο και η
πίστη τους που είχαν στον Άγιο, έκανε το θαύμα. Χρήματα φυσικά δε δεχόταν ποτέ, ούτε κι έπιανε στα χέρια του. Συνήθιζε να λέγει ‘η πίστη μας δεν πουλιέται’.

  Βίωνε ολοκληρωτικά και ‘έπασχε τα Θεία’. Ζούσε με αυταπάρνηση, διότι πολύ πρώτα τον Θεό και μετά την εικόνα Του, τον πλησίον. Αιματηρούς αγώνες και προσπάθειες κατέβαλε για να διατηρήσει τους συγχωριανούς  και τους συμπατριώτες του στην πίστη του Χριστού, στην Ορθόδοξη πίστη, για να
μην κλονιστούν και αλλαξοπιστήσουν στις  χαλεπές εκείνες ημέρες και εποχές, από τις πολλές και διάφορες πιέσεις που δεχόντουσαν από τους Τούρκους, αλλά και από τους διάφορους προβατόσχημους λύκους, τους προτεστάντες, που προσπαθούσαν να λυμάνουν την ποίμνη του Χριστού.




  Το κελί του, μικρό, απέριττο, ευρισκόταν μέσα στον κόσμο, αλλά συγχρόνως κατόρθωνε να ζει και εκτός του κόσμου. Σε αυτό, καθώς και για τα Θεία του κατορθώματα, πολύ τον βοηθούσαν οι δύο ημέρες (η Τετάρτη και η Παρασκευή) που έμενε έγκλειστος στο κελί του, προσευχόμενος. Οι οποίες
καρποφορούσαν περισσότερο πνευματικά τότε, διότι αγίαζαν και την εργασία των άλλων ημερών. Ώρες έμενε γονατιστός προσευχόμενος στον Θεό για τον λαό Του, που τον είχε εμπιστευθεί στα ασκητικά χέρια του δούλου Του Αρσενίου. Η μεγάλη ευαισθησία Του Αγίου Πατρός δεν άντεχε να κάνει κανένα κακό στην πλάση. Ιδιαίτερα στα ζώα. Ποτέ του δεν κάθησε σε ζώο να το κουράσει, για να ξεκουράσει
τον εαυτό του. Προτιμούσε πάντοτε να βαδίζει πεζός και όπως συνήθιζε ξυπόλυτος. Είχε πάντοτε μπροστά του τον Χριστό που ποτέ Του δεν κάθησε σε ζώο – μόνο μια φορά – κι όπως χαρακτηριστικά έλεγε: ‘εγώ που είμαι χειρότερος κι από το γαϊδουράκι, πώς να καθήσω σ’αυτό;’ Για να κρύψει τις αρετές του από τα μάτια των ανθρώπων και να αποφύγει έτσι τους επαίνους, κατάφευγε σ’ ορισμένες
‘ιδιοτροπίες’. Παρουσιαζόταν σαν σκληρός, θυμώδης, οξύθυμος, απόπερνε τις διάφορες γυναίκες, που από αγάπη για αυτόν και ευγνωμοσύνη προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν, με διάφορους τρόπους, να του μαγειρεύουν και να του στέλλουν φαγητό. Όπως χαρακτηριστικά έλεγε στον πιστό του φίλο και ψάλτη Πρόδρομο τα εξής: ‘Εάν ήθελα να με υπηρετούν γυναίκες, θα γινόμουν έγγαμος ιερεύς και θα με υπηρετούσε παπαδιά. Τον καλόγερο που τον υπηρετούν γυναίκες, δεν είναι καλόγερος’.

  Όταν ύψωνε τα χέρια του για να παρακαλέσει για κάτι τον Θεό, άρχιζε να τον παρακαλεί προσευχόμενος και φωνάζοντας, ‘Θεέ μου!’ λες και ξεκοβόταν η καρδιά του εκείνη την ώρα, και θαρρείς πως έπιανε τον Χριστό από τα πόδια και δεν τον άφηνε, εάν δεν του έκανε το αίτημά του. Εμείς όπως έλεγαν οι Φαρασιώτες ‘στην Πατρίδα μας τι θα πει γιατρός, δεν ξέραμε. Στον Χατζεφεντή
τρέχαμε. Στην Ελλάδα μάθαμε από γιατρούς, αλλ’ αν τα πούμε στους εντόπιους, τους φαίνονται παράξενα’.

  Εκτός από τα άλλα του χαρίσματα είχε και το προορατικό χάρισμα. Είχε πληροφορηθεί από τον Θεό, πώς θα έφευγαν για την Ελλάδα και έγινε στις 14 Αυγούστου του 1924 με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Γνώριζε από προηγουμένως και τον θάνατό του και ότι αυτός θα συνέβαινε σ’ ένα νησί.

  Η αγία του μορφή συνέχεια σκορπούσε Χάρη και παρηγοριά. Το πρόσωπό του έλαμπε από την ασκητική γυαλάδα, που έμοιαζε σαν το χρώμα του φτασμένου κυδωνιού. Είχε πια εξαϋλωθεί από τους υπερφυσικούς πνευματικούς αγώνες, που έκανε από αγάπη στον Χριστό, καθώς και από τους πολλούς του κόπους για την αγάπη προς το ποίμνιό του, που το εποίμανε πενήντα χρόνια σαν καλός Ποιμένας.

  Τρεις μέρες πριν την εκδημία του ήρθε η Παναγία, τον γύρισε σ’όλο το Άγιο Όρος, τα Μοναστήρια, τους Ναούς που τόσο επιθυμούσε να δει και δεν είχε αξιωθεί, και του είπε ότι σε τρεις ημέρες θα παρουσιαστεί στον
Κύριο, που τόσο πολύ αγάπησε και έδωσε όλο του τον εαυτό σ’ Αυτόν. Έφυγε στις 10 Νοεμβρίου το 1924. Με λίγα λόγια αυτός ήταν ο Άγιος Αρσένιος.





θαύματα του Οσίου Αρσενίου του Καππαδόκη


Ο Σολομών Κοσκερίδης διηγήθηκε ότι είχαν πάει μία παράλυτη Τουρκάλα στον Χατζεφεντή (έτσι έλεγαν τότε τον Άγιο Άρσένιο) μέσα σε μια μπατανία, την οποία διάβασε και έγινε αμέσως καλά.

Από το Κελμίρι είχαν φέρει μια γυναίκα λεπρή στον Χατζεφεντή (Άγιος Αρσένιος), την οποία διάβασε και καθαρίσθηκε η λέπρα της. Και, όπως διηγείται ο Πρόδρομος Κορτσινόγλου, το πρόσωπό της μετά φαινόταν σαν πρόσωπο παιδιού, τρυφερό.

Η Σωτηρία Χριστοφορίδου διηγήθηκε ότι μια Τουρκάλα τυφλή, ονόματι Μεριάμα, την είχαν φέρει στον Πατέρα Αρσένιο, ο οποίος την διάβασε και ήρθε το φως της.

Από το Σατί, θυμάται ο Ανέστης Καραούσογλου ότι κάποιος Ιερεύς είχε γυναίκα στείρα και έφερε στον Χατζεφεντή (Άγιος Αρσένιος) ένα φόρεμα της πρεσβυτέρας να το διαβάσει, για να αποκτήσει παιδιά. Ο Πατήρ Αρσένιος, αφού το διάβασε, είπε στον Ιερέα: ”Η πρεσβυτέρα σου θα γεννήσει κόρη και να την ονομάσεις Εύα”, όπως και έγινε. 


Η Στέλλα Κογλανίδου διηγείται ότι είχαν φέρει στο πατρικό της σπίτι, στα Φάρασσα, έναν βουβό Τούρκο ηλικίας τριάντα ετών, και ο πατέρας της τον πήρε και τον πήγε στον Πατέρα Αρσένιο, για να  τον διαβάσει και να γίνει καλά. Ενώ ο Χατζεφεντής (Άγιος Αρσένιος) του διάβαζε το Ευαγγέλιο, πριν ακόμη τελειώσει, ο βουβός άρχισε να μιλάει. Στη συνέχεια τον πήγε πάλι στο σπίτι του και ο βουβός
μιλούσε.  Δηλαδή τον φιλοξένησε και θεραπευμένο, και την άλλη μέρα τον πήραν οι συγγενείς του και έφυγαν.    

Η Αμαλία Ελευθεριάδου (Ιεχωβίτισσα τώρα) διηγείται πως ο Χατζεφεντής (Άγιος Αρσένιος) έλεγε από πριν ότι θα πάμε στην Ελλάδα και ότι αυτός θα ζήσει μόνο σαράντα ημέρες εκεί. Κάποιος Φαρασιώτης,
όταν τον άκουσε τον Χατζεφεντή του είπε: “Τι είσαι συ που τα ξέρεις αυτά; Θεός;“ Ο Χατζεφεντής τότε απάντησε: “Είμαι πιστός δούλος του Θεού και το ξέρω.“


Στην μνήμη του Αγίου Χρυσοστόμου, είχαν καθίσει οι πανηγυριώτες μετά την Θεία Λειτουργία έξω από τον Ναό και έτρωγαν. Εκεί στον Άγιο Χρυσόστομο ήταν ένα Αγίασμα το οποίο έβγαινε άφθονο από μια τρύπα ενός βράχου και έπεφτε σαν καταρράκτης από ψηλά κάτω στον Ζεμαντή ποταμό. Άλλοτε πάλι τραβιόταν πίσω τελείως και χανόταν. Ενώ λοιπόν έτρωγαν οι άνθρωποι, σηκώθηκε μια γυναίκα να πάρει λίγο νερό. Εκείνη τη στιγμή το νερό τραβιόταν πίσω, και η γυναίκα έτρεξε στον Χατζεφεντή (Άγιος Αρσένιος) και του το είπε. Ο Χατζεφεντής πήρε το Ευαγγέλιο και πήγε στην τρύπα του βράχου, γονάτισε και διάβασε λίγο, και το νερό ήρθε αμέσως. Αυτό συνέβαινε πολλές φορές·
τραβιόταν το νερό και ερχόταν πάλι μετά από αρκετό διάστημα. Ο Αναστάσιος Λεβίδης λέγει ότι ήταν
το φυσικό φαινόμενο παλίρροια και άμπωτις. Ο δούλος όμως του Θεού Χατζεφεντής παρακαλούσε το Αφεντικό του, τον Θεό, και του το έφερνε όποτε ήθελε, χωρίς να περιμένει.

Ο Γαβριήλ Κορτσινόγλου –ο δεύτερος
Αναγνώστης του Πατρός Αρσενίου – είχε διηγηθεί το εξής:
“Είχαμε πάει μια φορά στον Άγιο Χρυσόστομο με τον Χατζεφεντή και με τον Θείο μου Πρόδρομο για
Θεία Λειτουργία. Ενώ ο Χατζεφεντής ετοιμαζόταν (φορούσε τα Ιερά του), εγώ πήγα στο Αγίασμα να πάρω νερό για τη Θεία Λειτουργία. Μόλις έφθασα στο Αγίασμα, εκείνη την στιγμή το νερό τραβιόταν μέσα, και έτρεξα στον Χατζεφεντή, ο οποίος ήρθε αμέσως με την φυλλάδα στην μασχάλη του, ενώ με τα χέρια τύλιγε τα κορδόνια από τα επιμάνικα στον δρόμο που περπατούσε. Μόλις διάβασε στο μάτι του βράχου, το νερό άρχισε να βροντάει κα να έρχεται. Γέμισα μετά και πήγαμε για την Θεία Λειτουργία“.

Επάνω σ΄έναν βράχο, μέσα σε μια σπηλιά ήταν ένα Εξωκλήσι της Παναγίας (σό Κάντσι).  Οι Φαρασιώτες είχαν προεκτείνει προς τα έξω του βράχου σανιδένιο εξώστη για ευρυχωρία.  Για να φθάσουν μέχρι εκεί, έπρεπε να ανεβούν σαράντα σκαλοπάτια σκαλιστά στον βράχο και άλλα εκατό είκοσι που είχαν φτιαγμένα με σανίδες. Σ’ αυτό λοιπόν το Εξωκλήσι είχε πάει να λειτουργήσει ο Πατήρ Αρσένιος και ο Πρόδρομος, ως συνήθως.  Όταν τέλειωσε η Θεία Λειτουργία , ο Πατήρ βγήλε λίγο
στον εξώστη.  Εκεί που ακουμπούσε ξεκαρφώθηκε μια σανίδα και ο Πατήρ έπεσε κάτω στον γκρεμό.  Ένας γεωργός που τον είδε από απέναντι να πέφει άφησε τα βόδια του στον ζυγό και έτρεξε, για να συμμαζέψει το σκορπισμένο του κορμί, όπως νόμιζε.  Ο πρόδρομος δεν είχε καταλάβει τίποτε, γιατί ήταν μέσα στον Ναό και τον συγύριζε.  Όταν λοιπόν έφθασε ο γεωργός εκεί κοντά στον γκρεμό
κάτω, είδε το κορμί του του Πατρός Αρσενιίου ολόκληρο αλλά ακίνητο, και πήγε να το πιάσει.  Ο Πατήρ όμως είπε στον γεωργό: «Μη μ’ αγγίζεις. Δεν έχω τίποτε.»

Έμενε ακίνητος ο Πατήρ, όχι γιατί είχε χτυπήσει, αλλά από μεγάλη συγκίνηση, δίοτι την ώρα
που έπεφτε κάτω στον γκρεμό, τον πήρε στην αγκαλιά της μια Γυναίκα, τον κατέβασε και τον άφησε.  Είχε νιώσει τον ευατό του, όπως έλεγε, εκείνη την ώρα, σαν να ήταν μωρό παιδί στην αγκαλιά της μητέρας του.  Σηκώθηκε λοιπόν μετά από την συγκίνηση εκείνη και ανέβηκε από τον γκρεμό και τα εκατόν εξήντα σκαλοπάτια, που μόνον αυτά συμπλήρωσαν πενήντα μέτρα ύψος, και πήγε ξανά στο Εξωκλήσι της Παναγίας και διηγήθηκε ότι έγινε στον Πρόδρομο, ο οποίος ήταν αφοσιωμένος στο συγύρισμα του Ναού και δεν είχε ακόμη καταλάβει τίποτε.  Ο γεωργός επίσης πήγε μετά στα Φάρασσα και το ομολογούσε.


Ένας Τούρκος από το χωριό Τελέληδες είχε μολύνει το Αγίασμα του Αγίου Χρυσοστόμου, και ο Άγιος,
για να τον παιδαγωγήσει, τον τιμώρησε Τον έφεραν και αυτόν στον Χατζεφεντή, για να τον διαβάσει να γίνει καλά.  Ο Πατήρ όμως τον κράτησε μια εβδομάδα, χωρίς να το διαβάσει.  Ο Ψάλτης του, που έβλεπε να κρατάει τον Τούρκο μια εβδομάδα, παραξενεύτηκε και είπε στον Πατέρα Αρσένιο:

-Ναχω την ευχή σου, τι κρατάς μια εβδομάδα αυτόν τον Τούρκο, ενώ άλλους αρρώστους πιο βαριά
τους διαβάζεις και γίνονται αμέσως καλα;

 -Τον κρατώ για
να  κάνει κάνονα, γιατί αυτός έχει χοντρό κεφάλι και δεν τόχει σε τίποτε, μόλις τον κάνω καλά να πάει αμέσως να ξαναβουτήξει το κασσιδιάρικό του κεφάλι στον Αγιασμό.

Όταν τέλειωσε η εβδομάδα, τότε τον διάβασε και επανήλθε το πρόσωπό του στην θέση του και του
έκανε παρατήρηση του Τούρκου: 

-Άλλη φορά, όταν βλέπεις τα βακούφια των Χριστιανών, να τα προσκυνάς από μακρυά και να παίρνεις
δρόμο.

Είχαν φέρει κάποτε από τους Τελέληδες μια τυφλή Μουσουλμάνα, ονόματι Φάτμα, ημέρα
Τετάρτη στον Χατζηαφέντη, να την διαβάσει να γίνει καλά.  Επειδή ήταν έγκλειστος, αφού χτυπήσαν την πόρτα του κελλιού του αρκετά οι συνοδοί της τυφλής, την άφησαν απ’ έξω και πήγαν στο Μεσοχώρι.  Εκείνη την ώρα μια Φαρασιώτισσα, που της είχε αγκυλωθεί το χέρι της, πήγε στο κελλί του Χατζηαφέντη και πήρε από το κατώφλι της πόρτας του χώμα, άλειψε το παθεμένο χέρι της και έγινε καλά.   (Έτσι έκαναν όλοι οι Φαρασιώτες αυτές τις δύο ημέρες, που έμενε έγκλειστος, και δεν τον ενοχλούσαν).  Όταν λοιπόν είδε την τυφλή, την ρώτησε γιατί περιμένει και η τυφλή της είπε την αιτία.  Τότε η Φαρασιώτισσα της απάντησε:

Τι κάθεσαι και χασομεράς;  Δεν ξέρεις ότι ο Χατζηαφέντης την Τετάρτη και την Παρασκευή δεν ανοίγει;  Πάρε χώμα από το κατώφλιτης πόρτας και τρίψε τα μάτια σου να γίνεις καλά, όπως κάνουμε και όλοι αυτές τις ημέρες, όταν αρρωσταίνουμε.

Η Φαρασιώτισσα έφυγε και πήγε στην δουλειά της.  Η Μουσουλμάνα όμως είχε παραξενευθεί στην
αρχή γι’ αυτό που άκουσε, αλλά μετά έψαξε και βρήκε το κατώφλι, πήρε χώμα και έτριψε τα μάτια της και αμέσως άρισε να βλέπει θαμπά.  Από την χαρά της τότε πήρε μια πέτρα και χτυπούσε σαν τρελλή την πόρτα του Πατρός Αρσενίου, ο οποίος άνοιξε και, επειδή είδε πως ήταν Μουσουλμάνα, ενώ δεν μιλούσε αυτήν την ημέρα, έκανε διάκριση και την ρώτησε τι θέλει.  Του είπε τον λόγο και ο
Πατήρ πήρε το Ευαγγέλειο και την διάβασε και αμέσως της ήρθε όλο της το φως.  Εκείνη τότε από την χαρά της έπεσε στα πόδια του και τον προσκυνούσε με ευλάβεια, αλλ’ ο Πατήρ την μάλωσε και της είπε:

– Εάν θέλεις να προσκυνήσεις, να προσκυνήσεις τον Χριστό που σου έδωσε το φως και όχι εμένα.

Έφυγε μετά χαρούμενη να βρείς τους συνοδούς της και ανεχώρησαν για το χωριό τους.

Φαρασιώτες από την Δράμα και εγκατεστημένοι στην Θεσσαλονίκη διηγήθηκαν ότι οι δυο Σέχοι
(αρχηγοί Μουσουλμανικών φυλών και μάγοι ) από το Χατζή – Πεχτές είχαν επισκεφθεί τον Πατέρα Αρσένιο.  Ο Πατήρ τους δέχθηκε και τους έφτιαξε καφέ. Οι Σέχοι όμως άρχισαν τις άνοητες και ζαλίσμενες ερωτήσεις, που έφερναν μόνο πονοκέφαλο.  Ο Πατήρ, για να τους ξεφορτωθεί, τους είπε:

– Δεν μπορώ να σας ακούω, γιατί πονάει το κεφάλι μου.  

Εκείνοι  όμως δεν κατάλαβαν και είπε ο ένας στον Πατέρα Αρσένιο:

-Παπάς Εφέντης, θα σου φτιάξουμε ένα μουσχά (χαΪμαλί) και, άμα το φορέσεις, σ’ όλη σου την
ζωή δεν θα σε πονέσει το κεφάλι σου.

Ο Πατήρ τους απάντησε τότε αυστηρά:                                                                                                  

– Έχω μεγαλύτερη δύναμη από την δική σας και μπορώ να σας κλανω με την δύναμη του
Χριστού να μην κουνηθήτε καθόλου από τον τόπο που κάθεσθε.

Τους άφησε αμέσως τότε και πήγε δίπλα στο κελλί του.  Όταν είχαν αποτελειώσει τον καφέ
τους οι Σέχοι και θέλησαν να φύγουν, με κανένα τρόπο δεν μπορούσαν να κουνηθούν από τον τόπο που κάθονταν, διότι ένιωθαν να είναι δεμένοι με ένα αόρατο δέσιμο.   Αναγκάσθηκαν τότε να φωνάξουν τον Πατέρα Αρσένιο, για να τους λύσει.  Ο Πατήρ πήγε αμέσως, αλλά δεν τους μίλησε μόνο νόημα τους έκανε να φύγουν, και έτσι μπόρεσαν να ξεκοκκαλώσουν από τον τόπο τους.  Οι Σέχοι κατάλαβαν το σφάλμα τους και ζήτησαν συγχώρεση από τον Πατέρα και τους είπαν φεύγοντας:

– Παπάς
Εφεντής, συγχώρα μας η δύναμη σου είναι μεγάλη, γιατί την παίρνεις από την μεγάλη σου πίστη.  Εμείς με τον σατανά δουλεύουμε.

Ο Παναγιώτης του Εντζαραπίδη, όταν ήταν είκοσι ετών, είχε τρελλαθεί εξ’ αιτίας μιας κοπέλας, που είχε ερωτευθεί.  Η τρέλλα του ήταν πολύ σοβαράς μοφής και δεν μπορούσαν να τον δέσουν.  Τελικά ο αδελφός του μαζί με τους άλλους, την ώρα που κοιμόταν, τον έδεσαν και τον έφεραν στο Χατζεφεντή.  Μόλις άνοιξε την πόρτα του κελλιού του ο Πατήρ για να δει ποιοι χτυπούν και τι θέλουν, ο
τρελλός παρόλο που ήταν και δεμένος με αλυσίδες, όρμησε στον Πατέρα Αρσένιο να τον χτυπήσει με τα αλυσοδεμένα χέρια του.  Ο Χατζηαφέντης είπε εκείνη την στιγμή: « Κύριε Ιησού Χριστέ!».  Και πάλι είπε : «Κάτω σατανά».  Ο τρελλός μαζεύθηκε αμέσως σαν κουβάρι.  Μετά πήρε το Ευαγγέλιο, τον διαβάσε και έγινε αμέσως καλά.  Ύστερα δημιούργησε και οικογένεια. (Αυτό το διηγούνται οι
Φαρασιώτες από την περιοχή της Δράμας).

Είχαν ληστέψει μια φορά πάλι οι Τούρκοι Ιερά Σκεύη της Εκκλησίας.  Οι Φαρασιώτες ανησυχούσαν και προσπαθούσαν να βρουν τους κλέφτες.  Ο Χατζεφέντης όμως ατάραχος τους λέγει:  «Μην ανησυχείτε, θα δείτε τον Αϊ-Γιώργη να τα φέρνει ξωπίσω».  Όταν οι ληστές έφθασαν στο Καζάν- Ταγή, ενώ ήταν μέρα και ο ουρανός καθαρός, έπεσε απότομα μια παράξενη μαυρίλα μπροστά τους, που ήταν
αδύνατο να προχωρήσουν, ούτε καν τον ποταμό Φεραχτίν ήταν δυνατόν να περάσουν, που είχαν μπροστά τους.  Κατάλαβαν τότε οι ληστές  ότι ήταν από το Θεό αυτό το παράξενο φαινόμενο, και γύρισαν προς τα Φάρασα, για να επιστρέψουν τα Ιερά Σκεύη.  Όταν όμως προχώρησαν λίγο τον δρόμο προς τα Φάρασα και η μαυρίλα είχε φύγει, το θεώρησαν για τυχαίο γεγονός και γύρισαν ξανά με τα φορτωμένα ζώα για το χωριό τους.  Με το γύρισμα όμως για το χωριό τους ένιωσαν κάποιον να τους δέρνει αόρατος και να τους φέρνει έτσι καταπόδι μέχρι τα Φάρασα.  Έφθασαν με τα κλεμμένα Ιερά Σκεύη στα Φάρασα και φώναζαν τους Φαρασιώτες οι κλέφτες να τα ξεφορτώσουν γρήγορα, γιατί αυτοί με τα χέρια τους προστάτευαν τα κεφάλια τους από τις ξυλιές που ένιωθαν αόρατως να τρώνε.

Η Οσία Καραμουρατίδου, όταν ήταν νεόνυμφη, φορούσε μια μανδήλα παρδαλή Σμυρνιότικη.
Ο Πατήρ Αρσένιος επανειλημμένως της έκανε παρατηρήσεις για να την πετάξει και να φοράει και αυτή σεμνά, όπως όλες οι Φαρασσιώτισσες αλλά εκείνη δεν άκουγε.  Μια ημέρα που την είδε πάλι να την φοράει, της είπε αυστηρά:

– Φράγκικες αρρώστιες στα Φάρασα δε θέλω.  Εάν δεν συμμορφωθείς, να το ξέρεις, τα παιδιά
που θα γεννάς, αφού θα βαπτίζονται, θα φεύγουν αγγελούδια και συ δεν θα
χαρείς κανένα. 

  Δυστυχώς και πάλι δεν είχε συμμορφωθεί, αλλά μόνον όταν της έφυγαν δυο αγγελούδια, τότε πέταξε
τη παρδαλή μανδήλα και πήγε στον Πατέρα Αρσένιο και ζήτησε συγχώρεση.  Ο Πατήρ, αφού την συγχώρεσε, της είπε: 

– Πήγαινε τώρα στην ευχή του Χριστού και το πρώτο παιδί που θα γεννήσεις θα είναι αγόρι και
θα το ονομάσουμε Αρσένιο.  Το δεύτερο μετά θα είναι κόρη και θα το
ονομάσουμε Ειρήνη.


Όπως και έγινε. Κάποτε πήγαν τρεις Τούρκοι να ληστέψουν τον Χατζηεφέντη.  Επειδή άκουγαν ότι τρέχει πολύς κόσμος στον Πατέρα Αρσένιο, νόμιζαν ότι θα έχει πολλά χρήματα, ενώ ο Πατήρ χρήματα ούτεέπιανε στα χέρια του.  Οι ληστές λοιπόν πήγαν ημέρα Τετάρτη, για να τον βρουν σίγουρα στο κελί του, επειδή είχαν υπόψη τους ότι την Τετάρτη και την Παρασκευή  έμενε έγκλειστος στο κελί του.  Οι μεν δυο κλέφτες κάθισαν απ’ έξω, ο δε τρίτος, αφού μπήκε από το παράθυρο, άνοιξε τη πόρτα του κελιού του και πέρασε το ένα πόδι μέσα.  Ο Πατήρ Αρσένιος, εκείνη την ώρα διάβαζε την νυχτερινή του ακολουθία και όταν άκουσε θόρυβο, έριξε μια ματιά προς τη πόρτα, την στιγμή ακριβώς που περνούσε το ένα του πόδι ο ληστής μέσα στο κελί του.  Εκείνη η ματιά όμως του Πατρός Αρσενίου, λες και ήταν δυνατόνηλεκτρικό ρεύμα, τον κοκάλωσε, όπως βρισκόταν, με το ένα πόδι μέσα και με το
άλλο απ΄ έξω και οπλισμένο με τα μαχαίρια και τα φυσεκλίκια του.  Ο Πατήρ, μετά την ματιά εκείνη, συνέχισε την ακολουθία του ατάραχος.

    Οι άλλοι δυο όμως ληστές που ήταν απ’ έξω ανησυχούσαν, γιατί άραγε και υα τους έπαιρνε η ημέρα και μπήκαν αι αυτοί.  Όταν είδαν το σύντροφό τους ακίνητο με το πόδι μέσα στο κελί και τα άλλο απ’ έξω, στο μικρό διάδρομο τους έπιασε τρόμος.  Παρακάλεσαν τότε το Πατέρα Αρσένιο να τους συγχωρέσει και να λύσει το σύντροφο τους από εκείνο το αόρατο δέσιμο.  Ο Πατήρ, χωρίς να διακόψει την ακολουθία του, έκανε νόημα να φύγει, και έτσι μπόρεσε νε λυθεί, και έφυγαν.  Οι Τούρκοι αυτοί μετά το ομολογούσαν και στους άλλους Τούρκους αυτό που έπαθαν και έλεγαν:  «Αμάν, αμάν٠ μην πάτε να ληστέψετε τον Χατζηεφέντη!». (Αυτό το ανέφεραν οι Φαρασιώτες από την Θεσσαλονίκη).

   Ο Πρόδρομος Εζνεπίδης διηγήθηκε πως μια φορά είχαν έρθει πολλοί Τούρκοι (Τσέτες) στο χωριό (Φάρασσα) και έτυχε εκείνος να είναι άρρωστος στο κρεβάτι και να σπαρταράει σαν το ψάρι
από δυνατό ρίγος.  Όταν τον ειδοποίησαν, βρέθηκε σε δύσκολη θέση σαν Πρόεδρος, γιατί έφερνε ευθύνη του χωριού, και είπε σ’ αυτούς που ήταν γύρω του να τον πιάσουν, όπως ήταν, και να τον πάνε στον Χατζηεφέντη.  Όπως και έκαναν.  Ο Χατζηεφέντης, όταν τον είδε σ’ αυτή τη κατάσταση και έμαθε που είχαν έρθει οι  Τούρκοι, ούτε καν τη φυλλάδα του πήρε να τον διαβάσει, αλλά
χωρίς να χασομερήσει καθόλου πήρε ένα τσεραστούπι (κανδηλοκέρι), το ευλόγησε, το τύλιξε στο δεξί του χέρι και του είπε: «Πήγαινε παλικάρι, στην ευχή του Χριστού και διώξε τους Τούρκους να μην μπουν στο χωριό μας».
Αμέσως έγινε καλά με την ευχή του, συγκέντρωσε τα παλληκάρια του χωριού και τους έδιωξε, χωρίς να έχουν ούτε τραυματία.

Ο Πρόδρομος Εζνεπίδης διηγήθηκε ότι μια φορά είχαν πάει πολλοί Τούρκοι (Τσέτες), για να πατήσουν τα Φάρασα.  Στο χωριό οι άνδρες έλειπαν, άλλοι στα μακρινά κτήματα και άλλοι στα ταξίδια.

   Αναγκάστηκε τότε να μαζέψει τα μικρά παιδιά, μόνο για να δείξουν στόχο γύρω από το Κάστρο ότι είναι πολλοί, και μετά τα έδιωξε, για να κρυφθούν. 

   Μερικοί γέροι που ήταν, και αυτοί σκόρπισαν, και τελικά έμεινε μόνος του με την απόφαση να σκοτωθεί καλύτερα παρά να δει του Τούρκους στο χωριό.  Είχαν τελειώσει όμως οι σφαίρες του και
μετά τον έπιασαν ζωντανό οι Τούρκοι.  Αφού τον έδεσαν γερά, τον πήγαν στο σπίτι του και τον ανέβασαν στο δώμα (ταράτσα), όπου είχαν στήσει τη κρεμάλα του. Εκεί τον βασάνιζαν, για να τους δώσει ότι είχε και μετά να τον τελειώσουν.  Εκείνη τη στιγμή όπου τον βασάνιζαν, δεν ξέρει πως του ήρθε, είπε στου Τούρκους:

«Ό,τι έχω, τα έχω στον Χατζεφεντή».

    Οι Τούρκοι δεν χασομερούν και
τον πηγαίνουν στον Πατέρα Αρσένιο.  Όταν άνοιξε την πόρτα του ο Πατήρ και είδε αυτή τη σκηνή, πολύ πληγώθηκε, και μάλιστα μάλωσε τους Τούρκους, που τον είχαν δεμένο, για να τον ελευθερώσουν γρήγορα, και μάλιστα τους είπε και «παλιότουρκους».  Ο αρχηγός τους θύμωσε και τράβηξε το χατζάρι του, για να κόψει τον Χατζεφεντή. Ο Χατζεφεντής τότε λέγει στον Τούρκο Καπετάνιο:

– Γρήγορα κατέβασε το χέρι σου κάτω ξερό.

Ώ του θαύματος! Το χέρι του Τούρκου
κατέβηκε ξερό κάτω αγκυλωμένο και το χατζάρι του έπεσε κάτω καταγής.  Όταν είδαν αυτό οι άλλοι Τούρκοι της συμμορίας, άρχισαν να τρέμουν από φόβο και ο αρχηγός με κλάματα να παρακαλεί να του κάνει καλά το χέρι του.  Ο Πατήρ Αρσένιος τότε του σταύρωσε το χέρι του και το θεράπευσε.  Και αφού έλυσαν και τον Πρόεδρο, τους μάλωσε, για να μην ξαναπατήσουν στο χωριό.  Πράγματι
από εκείνη τη συμμορία δεν είχε ξαναπατήσει κανείς στα Φάρασσα.

Ο Ανέστης Καραούσογλου διηγήθηκε ότι από τα Άδανα ένας μεγάλος εργοστασιάρχης, ονόματι Κοσμάς Συμεωνίδης, είχε τη γυναίκα του στείρα και έστειλε στον Χατζεφεντή ένα φόρεμα της, για να το διαβάσει, ο οποίος το διάβασε και της το έστειλε και, αφού το φόρεσε η γυναίκα του, στο χρόνο απέκτησε παιδί.

O Κυριάκος Σεφερίδης, ο Αναγνώστης του Πατρός Αρσενίου, διηγήθηκε ότι είχαν φέρει μια φορά μια δαιμονισμένη Τουρκάλα από τους Τελέληδες αλυσοδεμένη, με φοβερό δαιμόνιο, που την έλεγαν
Τετέβη, την οποία διάβασε ο Χατζεφεντής με το Ευαγγέλιο και έδιωξε τον δαίμονα από την γυναίκα και έγινε αμέσως
καλά.

Ο Κυριάκος Σεφερίδης διηγήθηκε ότιμια μέρα είχαν φέρει στα Φάρασα έναν δαιμονισμένο από το Σίσι, υιόν αξιωματικού Τούρκου. Μόλις ο Χατζεφεντής του διάβασε το Ευαγγέλιο, έγινε καλά και καθόταν σαν το αρνί ήσυχος, ενώ πριν έσχιζε τα ρούχα και το πρόσωπό
του με τα νύχια του.

Πηγή http://agiosarsenios.com/


Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2020

Σύναξις Ἀρχαγγέλων Μιχαήλ καί Γαβριήλ καί πασῶν τῶν ἐπουρανίων, Θείων, ἀΰλων, νοερῶν δυνάμεων Ἀσωμάτων (8 Νοεμβρίου)



Η Αγία Γραφή και η Ιερά Παράδοση φιλοξενούν πολυάριθμες μαρτυρίες σχετικά με την ύπαρξη και τη δράση των αγγέλων. Μετά από τη πτώση των πρωτοπλάστων άγγελοι φυλάσσουν το Παράδεισο, άγγελοι διδάσκουν στον Αδάμ τον τρόπο καλλιέργειας της γης, ενώ άγγελοι εμφανίζονται στον Αβραάμ, το Λωτ, κατά την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο και σε πολλούς από τους προφήτες. Στο κείμενο της Καινής Διαθήκης οι άγγελοι μνημονεύονται σε πολλά χωρία, εκ των οποίων τα ενδεικτικότερα είναι κατά τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και καθ΄ όλη τη πορεία του Ιησού από τη Γέννηση μέχρι και την Ανάληψή του.



Δημιουργία και σκοπός ύπαρξης των αγγέλων

Οι άγγελοι δημιουργήθηκαν πριν από τον υλικό κόσμο, αφού στο βιβλίο της Π.Δ. «Ιώβ» παρουσιάζεται ο Θεός να μιλά και να ομολογεί ότι μόλις δημιούργησε τα άστρα, όλοι οι άγγελοι τον ύμνησαν με δοξολογίες.

Ενώ και ο Μέγας Βασίλειος αναφέρει ότι πριν τη δημιουργία του υλικού κόσμου υπήρχε υπέρχρονη και πρεσβύτερη κατάσταση, που είναι ο κόσμος των αγγέλων.

Ο τρόπος με τον οποίο δημιουργήθηκαν από το Θεό δεν μας είναι γνωστός. Ωστόσο μπορούμε να λάβουμε μία εικόνα γι΄ αυτόν μέσα από την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ο οποίος λέγει ότι οι αγγελικές δυνάμεις δημιουργήθηκαν μόλις ο Θεός συνέλαβε την ιδέα της δημιουργίας τους. Δηλαδή η απόφαση του Θεού να δημιουργήσει τον αγγελικό κόσμο, σήμανε ταυτόχρονα και τη δημιουργία του.

Ο σκοπός της δημιουργίας των αγγέλων δεν έχει να κάνει με κάποια ανάγκη του Θεού. Δεν είναι δυνατό ο υλικός ή ακόμη και αυτός ο πνευματικός κόσμος να μπορεί να προσφέρει κάτι επιπλέον στη δόξα του Θεού. Ο σκοπός της δημιουργίας των αγγέλων φανερώνεται από τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ο οποίος λέγει ότι ο Θεός τους έδωσε ύπαρξη και ζωή γι΄ αυτούς τους ίδιους, με κίνητρο την «εκστατική» του αγάπη και αγαθότητα και με σκοπό να συμμεριστούν ως λογικά όντα τη μακαριότητά του. Μετέχουν στη Θεία μακαριότητα και τρέφονται με τη διαρκή θέα του προσώπου του Θεού. Ωστόσο αυτή η συμμετοχή στη θεία μακαριότητα ωθεί τις αγγελικές δυνάμεις σε μία συνεχή ανοδική πορεία, σε μία πορεία προς τη πνευματική τελειότητα.





Φύση και Χαρακτηριστικά των αγγέλων

Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός προσπαθώντας να δώσει έναν ορισμό περί των αγγέλων λέγει ότι είναι φύσεις νοερές, αεικίνητες, αυτεξούσιες, ασώματες. Υπηρετούν το θεό και είναι κατά χάριν αθάνατες. Η φύση των αγγέλων είναι πνευματική. Επειδή όμως απολύτως άϋλος και ασώματος νοείται μόνο ο θεός, γι΄ αυτό το αγγελικό σώμα νοείται ως αιθέριο, πυροειδές, ταχύτατο και πολύ λεπτότερο από τη γνωστή μας ύλη.

Οι άγγελοι ως προς τη προαίρεση είναι ελεύθεροι και τρεπτοί, έχοντας δυνατότητα να προκόπτουν στο αγαθό, αλλά και να τρέπονται στο κακό. Οι νοερές δυνάμεις διαθέτουν σύμφωνα με τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά νου και λόγο, δίχως όμως «πνεύμα ζωοποιό» επειδή δεν έχουν σώμα. Γι΄ αυτό δεν συνάγουν τη θεία γνώση μέσα από τις αισθήσεις ή από αναλύσεις λογισμών, αλλά μένοντας καθαροί από κάθε υλικό στοιχείο συλλαμβάνουν τα νοητά νοερώς και αϋλως. Παρ΄ όλη τη καθαρότητα και απλότητα της αγγελικής φύσης, οι άγγελοι είναι δεκτικοί της κακίας. Έτσι μπορούν να επιλέξουν τη συνεχή προαγωγή στην άνωθεν Γνώση και τη κοινωνία της Αγάπης ή την άρνηση αυτής της Αγαθότητας. Αποτέλεσμα της ελευθερίας τους είναι και η πτώση του τάγματος του Εωσφόρου. Αυτό το αγγελικό τάγμα δεν αρκέστηκε στη θαυμαστή λαμπρότητά του, αρνήθηκε την ιεραρχημένη πρόοδο της θείας γνώσης και θέλησε τη πλήρη και άμεση εξομοίωσή του με το Θεό. Γι΄ αυτό το λόγο ηθελημένα δόθηκε στη κακία, στερήθηκε την αληθινή ζωή, την οποία μόνο του (το τάγμα των δαιμόνων) αρνήθηκε. Κατ΄ αυτό τον τρόπο έγιναν πνεύματα νεκρά αφού απέβαλαν την αληθινή ζωή και δεν αισθάνονται κόρο από την ορμή τους προς τη κακία προσθέτοντας με άθλιο τρόπο διαρκώς κακία επάνω στην ήδη υπάρχουσα.

Οι άγγελοι όμως που δεν ακολούθησαν τον Εωσφόρο στην αποστασία του, απέκτησαν το χάρισμα της τέλειας ατρεψίας και ακινησίας προς το κακό. Αυτό συνέβη με την ενανθρώπηση, τη σταυρική θυσία και την ανάσταση του Χριστού, αφού έμαθαν ότι ο δρόμος που οδηγεί στην ομοίωση με το Θεό δεν είναι η έπαρση, αλλά η ταπείνωση.

Η ακινησία των αγγέλων προς το κακό δεν σημαίνει ότι εξαφανίζεται το αυτεξούσιό τους, αλλά ότι εξαγιάζεται με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Οι άγγελοι έχουν μεγαλύτερες και ανώτερες γνωστικές ικανότητες από τους ανθρώπους. Βέβαια δεν είναι ούτε παντογνώστες, ούτε παντοδύναμοι όπως ο Θεός.

Δεν προγνωρίζουν τα μέλλοντα, παρά μόνο αν τους τα αποκαλύψει ο Θεός, ούτε γνωρίζουν τι ακριβώς κρύβεται στη καρδιά κάθε ανθρώπου. Δεν γνωρίζουν πότε θα γίνει η συντέλεια του κόσμου και η Δευτέρα παρουσία του Χριστού. Η μετακίνησή τους γίνεται ταχύτατα, αλλά δεν είναι πανταχού παρόντες. Κάθε φορά βρίσκονται σε συγκεκριμένο τόπο, δίχως να γνωρίζουν το τι συμβαίνει αλλού.

Δεν έχουν φύλο, γιατί η φύση τους είναι πνευματική, ενώ δεν χρειάζονται τροφή για να ζήσουν, ή ανάπαυση για να ξεκουραστούν, αλλά ούτε πεθαίνουν και ούτε πολλαπλασιάζονται. Η αθανασία τους δεν πηγάζει από τη φύση τους, αλλά επειδή μετέχουν «κατά χάριν» στην αγιότητα του Θεού.


Διάταξη των αγγέλων

Ο αριθμός των αγγελικών όντων είναι ανυπολόγιστος και απροσμέτρητος. Ο ίδιος ο Ιησούς ομιλεί στη Γεσθημανή για περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων, ενώ ο Ευαγγελιστής Ιωάννης μαρτυρεί ότι είδε και άκουσε γύρω από το Θεϊκό θρόνο χορωδία από μυριάδες μυριάδων και χιλιάδες χιλιάδων αγγέλων.

Όλοι αυτοί οι αναρίθμητοι άγγελοι είναι οργανωμένοι σε τάγματα ή αλλιώς σε τάξεις. Συγκεντρώνοντας τις αναφορές σε αυτό το θέμα του Προφήτη Ησαϊα, του προφήτη Ιεζεκιήλ, του αποστόλου Παύλου, του αγίου Διονυσίου του αρεοπαγίτη και του Οσίου Νικήτα Στηθάτου, μπορούμε να καταλήξουμε στα εξής:

Τα τάγματα των αγγέλων είναι εννέα, τα οποία ταξινομούνται σε τρεις τρίχορες ιεραρχίες ή ταξιαρχίες, κατά τον ακόλουθο τρόπο: Σεραφείμ, Χερουβείμ, Θρόνοι - Κυριότητες, Δυνάμεις, Εξουσίες - Αρχές, Αρχάγγελοι, Άγγελοι.

Ιδίωμα της πρώτης ιεραρχίας είναι η πύρινη σοφία και η γνώση των ουρανίων, ενώ έργο τους ο θεοπρεπής ύμνος του «γελ». Η δεύτερη ιεραρχία έχει ως ιδίωμα τη διευθέτηση των μεγάλων πραγμάτων και την διενέργεια των θαυμάτων, ενώ έργο τους είναι ο τρισάγιος ύμνος «Άγιος, Άγιος, Άγιος». Τέλος ιδίωμα της τρίτης ιεραρχίας είναι να εκτελούν θείες υπηρεσίες και έργο τους αποτελεί ο ύμνος «Αλληλούϊα».

Πέρα από τα ονόματα των εννέα τάξεων, η Αγία Γραφή μας φανερώνει και τα προσωπικά ονόματα ορισμένων αγγέλων. Γνωρίζουμε το Γαβριήλ, που σημαίνει «ήρωας του Θεού», από την εμφάνισή του στο προφήτη Δανιήλ, στο προφήτη Ζαχαρία και στη Θεοτόκο. Γνωρίζουμε το Μιχαήλ, που σημαίνει «τις ως ο Θεός ημών», ενώ εμφανίζεται πολλές φορές στη Παλαιά Διαθήκη. Ο Ραφαήλ είναι ο τρίτος άγγελος που γνωρίζουμε, το όνομά του σημαίνει «ο Κύριος θεραπεύει» και εμφανίζεται στον Τωβίτ μεταφέροντας τις ανθρώπινες προσευχές στο θρόνο του Θεού. Τέλος γνωστός από την εβραϊκή παράδοση είναι και ο Ουριήλ.


Έργο των αγγέλων

Οι άγγελοι πραγματοποιούν τριπλό έργο. Πρώτα απ΄ όλα δοξολογούν ακατάπαυστα το Θεό. Αυτή η δοξολογία δεν τους έχει επιβληθεί ως εντολή, αλλά είναι τελείως αυθόρμητη, που ξεπηγάζει από τους ίδιους, όταν αντικρύζουν το κάλλος του Θεϊκού προσώπου και τα μεγαλεία της δημιουργίας του. Τη νύχτα των Χριστουγέννων π.χ. εμφανίσθηκε πλήθος στρατιάς ουρανίου που αινούσε το Θεό για το γεγονός της θείας ενσαρκώσεως.

Το δεύτερο έργο τους είναι η διακονία στη Θεία Οικονομία. Νιώθουν τόση αγάπη και ευγνωμοσύνη προς το Πλάστη τους και σφοδρή επιθυμία για τη δική τους πρόοδο, ώστε να διακονούν τα μυστήρια της Θείας Οικονομίας. Τα αγγελικά τάγματα μεταδίδουν ιεραρχικά το φωτισμό και τη γνώση το ένα στο άλλο. Τις αποκαλύψεις του Θεού τις διδάσκουν οι ανώτερες τάξεις στις κατώτερες και όταν επιτρέψει ο Θεός να αποκαλυφθεί κάποιο μυστήριο σε νου αγίου ανθρώπου, αυτό θα γίνει ιεραρχικά.

Το τρίτο έργο των αγγελικών δυνάμεων αφορά τη σωτηρία των ανθρώπων. Με αυτό επιφορτίσθηκαν μετά την δημιουργία του ανθρώπου και το επιτελούν με ιδιαίτερη προθυμία και χαρά, αφού κάθε φορά που μετανοεί ένας άνθρωπος για τις αμαρτίες του, πανηγυρίζουν και χαίρονται στον ουρανό.

Στο αρχαιότατο έργο «ποιμήν» του Ερμά, γίνεται λόγος για τον προσωπικό φύλακα άγγελο κάθε ανθρώπου. Αυτός μάλιστα είναι τρυφερός, σεμνός, πράος, διδάσκει στην ανθρώπινη καρδιά τη δικαιοσύνη και το δρόμο προς το αγαθό. Και άλλοι πατέρες της εκκλησίας μας διδάσκουν ότι απαραίτητη προϋπόθεση παραμονής του φύλακα αγγέλου δίπλα στον άνθρωπο, είναι ο άγιος βίος, διαφορετικά απομακρύνεται εξ΄ αιτίας των πονηρών και αμαρτωλών έργων. Ο άγγελος αυτός παρηγορεί στις θλίψεις, βοηθά στους πόνους, συμπάσχει με τον άνθρωπο, τον οδηγεί στη μετάνοια και τον προστατεύει από ορατούς και αόρατους εχθρούς.

Εκτός όμως από το φύλακα άγγελο του κάθε ανθρώπου, υπάρχουν και οι φύλακες άγγελοι των εθνών, των πόλεων και των κατά τόπους εκκλησιών. Στη Παλαιά Διαθήκη στο βιβλίο του Δευτερονομίου ο Θεός διαμοιράζει τα έθνη και τοποθετεί τα όρια των εθνών σύμφωνα με τον αριθμό των αγγέλων του. Έπειτα ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρατηρεί ότι ο Θεός έχει εγκαταστήσει σε κάθε πόλη στρατόπεδα αγγέλων που αναχαιτίζουν τις επιθέσεις των δαιμόνων. Ενώ τέλος ο άγιος Ιππόλυτος είναι ιδιαίτερα σαφής, όταν παρομοιάζει την εκκλησία με πλοίο που έχει ναύτες τους αγγέλους.


Τιμή των αγγέλων

Η ορθόδοξη εκκλησία τιμούσε πάντοτε τους αγγέλους. Η δε τιμητική τους προσκύνηση διακηρύχθηκε επίσημα από τη Ζ΄ οικουμενική σύνοδο σε αντιδιαστολή προς τη λατρεία που αφορά μόνο το πρόσωπο του Θεού.

Στον εβδομαδιαίο λειτουργικό κύκλο των ακολουθιών, η Δευτέρα αφιερώνεται στις αγγελικές δυνάμεις. Δύο παρακλητικοί κανόνες αφορούν το φύλακα άγγελο και τις επουράνιες Δυνάμεις.

Ο ετήσιος λειτουργικός κύκλος σηματοδοτείται από έξι εορτές αφιερωμένες στον αγγελικό κόσμο, με κυρίαρχη εκείνη της 8ης Νοεμβρίου, κατά την οποία εορτάζεται η σύναξη των αγγέλων υπό τον αρχάγγελο Μιχαήλ ως αντίσταση κατά της αποστασίας του Εωσφόρου.

Αλλά η κατεξοχήν τιμή των αγγέλων γίνεται στη Θεία Λειτουργία. Εκεί, ο λαός του Θεού στη γη και οι στρατιές του ουρανού με ένα στόμα, σε μία κοινή λειτουργική σύναξη προσφέρουν στο Θεό δοξολογία. Μαζί με τους ιερείς συνέρχονται στο θυσιαστήριο και συλλειτουργούν τη θεϊκή αγαθότητα. Μαζί κυκλώνουν την αγία Τράπεζα και τα τίμια δώρα, διά χειρός αγγέλου αναφέρονται εις οσμήν ευωδίας πνευματικής στο υπερουράνιο και νοερό θυσιαστήριο.

Ωστόσο, εκείνοι που τιμούν ιδιαίτερα τους αγγέλους είναι οι μοναχοί. Μέσα από την διαρκή προσευχή τους, την υπεράνθρωπη άσκησή τους, αγωνίζονται να ομοιάσουν στους αγγέλους και να αναπληρώσουν το εκπεσόν τάγμα των δαιμόνων. Γι΄ αυτό και η ακολουθία της μοναχικής κουράς φέρει το όνομα: «Ακολουθία του μεγάλου και αγγελικού Σχήματος».


(Αρχιμανδρίτου Ιωάννου Καραμούζη)

Πηγή:Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος

Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2020

Άγιοι Τριάντα τρεις Μάρτυρες «οι εν Μελιτινή» (7 Νοεμβρίου)

 


Τα ονόματα των Αγίων Ματρύρων είναι: Ιέρων, Νίκανδρος, Ησύχιος, Βαράχος (ή Βαράχιος), Μαξιμιανός, Καλλίνικος, Ξαντικός (ή Ξανθιάς), Αθανάσιος, Θεόδωρος, Δουκίτιος, Ευγένιος, Θεόφιλος, Ουαλέριος, Θεόδοτος, Καλλίμαχος, Ιλάριος, Γιγάντιος, Λογγίνος, Θεμέλιος, Ευτύχιος, Διόδοτος, Καστρίκιος, Θεαγένης, Μάμας, Νίκων, Θεόδουλος, Βοστρύκιος (ή Ουστρίχιος), Ουΐκτωρ, Δωρόθεος, Κλαυδιανός, Επιφάνιος, Ανίκητος και άλλος Ιέρων.


Ο πρώτος απ' αυτούς, ο Ιέρων, ήταν από τα Τύανα της Καππαδοκίας. Ο πατέρας του πέθανε γρήγορα και την ανατροφή του, καθώς και των δύο αδελφών του, Ματρωνιανού και Αντωνίου, ανέλαβε εξ ολοκλήρου η μητέρα τους Στρατονίκη. Παρ' όλο που ο Ιέρων πήρε αρκετή μόρφωση, ασχολήθηκε με το γεωργικό επάγγελμα. Οι ειδωλολάτρες τέτοιες ενασχολήσεις τις θεωρούσαν υποτιμητικές. Αλλά οι χριστιανοί ήξεραν ότι ο Χριστός δεν απαξίωσε τον ιδρώτα του ταπεινού εργάτη. Και ότι κάθε τίμια εργασία είναι αρετή και μόνο η αργία, πού φέρνει την αμαρτία, αποτελεί για τον άνθρωπο στίγμα. Άλλωστε, ο θεόπνευστος λόγος της Αγίας Γραφής περιγράφοντας τη ζωή των Αποστόλων και κατ' επέκτασιν, όλων των χριστιανών, λέει: «κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίοις χερσί» (Α' προς Κορινθίους, δ' 12). Κοπιάζουμε, δηλαδή, εργαζόμενοι με τα ίδια μας τα χέρια.

Όταν επί Διοκλητιανού άρχισε ο διωγμός κατά των χριστιανών, ο έπαρχος Αγρικόλας συνέλαβε τον Ιέρωνα με την κατηγορία ότι τις Κυριακές και τις άλλες γιορτές περιφερόταν και κήρυττε το Χριστό στους εργάτες, με αποτέλεσμα να αποσπάσει πολλούς από την ειδωλολατρία. Μαζί του συνελήφθησαν οι δύο αδελφοί του και τριάντα ακόμα συνεργάτες του στη διακονία του Ευαγγελίου. Αφού φυλακίστηκαν και φρικτά βασανίστηκαν, τελικά ο έπαρχος Αγρικόλας τους αποκεφάλισε έξω από την πόλη Μελιτινή.

Πηγή saint .gr

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2020

Άγιος Παύλος Α' ο Ομολογητής και Ιερομάρτυρας Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης (6 Νοεμβρίου)


 Ο Άγιος Παύλος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. και υπήρξε γραμματέας του αγιοτάτου Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Αλεξάνδρου


Όταν απεβίωσε ο Αλέξανδρος, το 377 μ.Χ., ο Παύλος εξελέγχθηκε Πατριάρχης. Ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος, όταν το πληροφορήθηκε δυσανασχέτησε, μία και ήταν οπαδός της αίρεσης των Αρειανών. Όταν ο Κωνστάντιος επέστρεψε από την Αντιόχεια στην Κωνσταντινούπολη, απομάκρυνε από τον πατριαρχικό θρόνο τον Παύλο και ανακήρυξε αυθαίρετα Πατριάρχη, τον αρειανόφρονα Νικομήδειας Ευσέβιο. Τότε ο Άγιος Παύλος πήγε στη Ρώμη. Εκεί βρήκε τον Μέγα Αθανάσιο , τον οποίο είχε απομακρύνει από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας ο Κωνστάντιος.

Πληροφορηθείς τα γεγονότα, ο αυτοκράτορας Κώνστας, έστειλε γράμμα στον αδελφό του τον Κωνστάντιο, διαμαρτυρόμενος για τη στάση του. Έτσι ο Παύλος και ο Αθανάσιος επανήλθαν στο αξίωμά τους.

Δυστυχώς μετά από λίγο καιρό ο Κώνστας πέθανε. Έτσι ο Κωνστάντιος διέταξε, από την Αντιόχεια που ήταν, να απομακρύνουν τον Παύλο από τον Πατριαρχικό θρόνο. Μάλιστα τον εξόρισε στην Κουκουσό της Αρμενίας.

Μία μέρα που τελούσε την Θεία Λειτουργία όρμησαν καταπάνω του Αρειανοί και τον έπνιξαν με το ίδιο του το ωμοφόριο. Έτσι ο Άγιος ετελείωσε και παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο.



Το 385 μ.Χ., το αδιάφθορο Λείψανο του Αγίου Παύλου, μετακομίσθηκε στην Κωνσταντινούπολη κατά την βασιλεία του Μεγάλου Θεοδοσίου. Αρχικά κατατέθηκε στο Ναό της Αγίας Ειρήνης και έπειτα σε ναό προς τιμή του. Το Λείψανο μεταφέρθηκε στη Βενετία το 1226 μ.Χ. και κατατέθηκε στη γυναικεία Μονή του Αγίου Λορέντζου, όπου φυλάσσονταν και τα Λείψανα του Όσιου Βαρβάρου του Μυροβλύτου και της Αγίας Κανδίδης. Άγνωστο κάτω από ποιες συνθήκες το Λείψανο χάθηκε, για να βρεθεί το 1493 μ.Χ. Κατά την αναγνώριση του 1686 μ.Χ. ο Βολλανδιστής C. Jannik διαπίστωσε και περιέγραψε την ακεραιότητα του Λειψάνου.

Πηγή saint.gr

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2020

Άγιοι Μάρτυρες Γαλακτίων και Επιστήμη (5 Νοεμβρίου)

Οι άγιοι αυτοί μάρτυρες έζησαν κατά τα έτη της βασιλείας του αυτοκράτορα Δεκίου (έτος 250 μ.χ) και του ηγεμόνος Σεκούνδου στην πόλη Έμεσα (σημ. Χομς στη Συρία). Οι γονείς του Γαλακτίωνος, Κλειτοφών και Λευκίππη, ήταν πλούσιοι ειδωλολάτρες της πόλεως. Είχαν όμως έναν καημό που τους έτρωγε. Η Λευκίππη παρέμενε στείρα παρ’ όλες τις θερμές ικεσίες τους στα είδωλα. Στην πόλη διέμενε τότε ένας μοναχός, ονόματι Ονούφριος. Ζητούσε ελεημοσύνη από τους περαστικούς -όχι για να τρέφεται, αλλά για να μοιρά­ζει εν συνεχεία ό,τι του έδιναν στους φτωχούς— και επωφελούνταν για να κηρύσσει παντού το ιερό Ευαγγέλιο. Μία ημέρα, κτύπησε την πόρτα της Λευκίππης για να ζητήσει ελεημοσύνη. Βλέποντας τη θλιμμένη όψη της γυναίκας ρώτησε να μάθει τον λόγο. Εκείνη του απάντησε ότι δεν μπορούσε να κάνει παιδιά. Ο Ονούφριος τότε είπε ότι επρόκειτο για ένα σοφό μέτρο της θείας Πρόνοιας και ότι ο Θεός μην επιθυμώντας να προσφέρει αυτή το τέκνο της στους δαί­μονες, την εμπόδιζε να γεννήσει όσο θα παρέμενε ασεβής. Της δίδαξε τα μυστήρια της πίστεως και την βάπτισε. Μετά από λίγο καιρό γέννησε και έπεισε τον άνδρα της να ασπαστεί κι αυτός την πίστη στον Χριστό, ο οποίος τους είχε λυτρώσει με τον τρόπο αυτό από την αισχύνη τους.

galepi1

Το παιδί έλαβε το όνομα Γαλακτίων στο άγιο Βάπτισμα. Όταν έγινε είκοσι χρόνων, ο πατέρας του που είχε μείνει χήρος, τον πάν­τρεψε με μια νέα ειδωλολάτρισσα, ονόματι Επιστήμη. Ο Γαλα­κτίων δέχθηκε από υπακοή στον πατέρα του, αλλά αρνήθηκε να πλησιάσει τη νέα, από φόβο μήπως μολύνει το βάπτισμά του. Πε­πεισμένη από τα επιχειρήματα του ανδρός της, η Επιστήμη έλαβε την απόφαση να απαρνηθεί την ασέβειά της και βαπτίσθηκε από τον ίδιο τον Γαλακτίωνα. Οκτώ ημέρες μετά τη βάπτισή της, είδε σε ένα όνειρο τη δόξα που επιφυλάσσεται στους ουρανούς σε όσους θα έχουν διαφυλάξει την παρθενία τους, για να αφοσιωθούν ακέ­ραιοι στον Θεό. Φανέρωσε το όραμά της στον Γαλακτίωνα και οι δύο σύζυγοι αποφάσισαν να παρατείνουν παρθένοι μέχρι το τέλος της ζωής τους.

Μοίρασαν τα υπάρχοντά τους στους φτωχούς, για να αποκτήσουν στον ουρανό έναν ακατάλυτο θησαυρό, και αναχώ­ρησαν για την έρημο του Σινά. Φθάνοντας σε ένα μέρος που λεγό­ταν Πούπλιον, βρήκαν μία ομάδα δώδεκα ερημιτών, οι οποίοι δέ­χθηκαν να πάρουν μαζί τους τον Γαλακτίωνα και έστειλαν την Επιστήμη σε τέσσερις γυναίκες που ασκήτευαν σε ένα κοντινό ερημητήριο. Ο Γαλακτίων ανέλαβε τέτοιους αγώνες στις νηστείες, τις ολονύκτιες προσευχές και στην εγρήγορση κατά των περι­σπασμών, που πολύ γρήγορα έφθασε σε υψηλό μέτρο αρετής. Την εποχή εκείνη ο διάβολος υπέβαλε στον τύραννο να καταδιώξει τους χριστιανούς που αποσύρονταν στην έρημο. Καθώς ένα στρατιωτικό απόσπασμα κατευθυνόταν προς το ασκηταριό του Γαλακτίωνος, αποκαλύφθηκε στην Επιστήμη η δόξα που επιφυλάσσεται στους μάρτυρες και είδε ότι εκλήθη να την μοιραστεί με τον Γαλακτίωνα.

Έλαβε την ευλογία από την ηγούμενη της να τον συναντήσει και να προσφέρει τον εαυτό της στον θάνατο για τον Χριστό μαζί με εκείνον που ήταν διδάσκαλός της στην πίστη και συναθλητής της στη στενή οδό. Παρουσιάσθηκαν μαζί ενώπιον του διοικητή Θύρσου. Καθώς περιφρόνησαν τις απειλές και έμειναν στέρεοι στην πίστη, υποβλήθηκαν σε τρομερά μαρτύρια: τους κτύπησαν απάνθρωπα, εξέθεσαν την Επιστήμη γυμνή στη δημόσια χλεύη, τους έμπηξαν μυτερά καλάμια κάτω από τα νύχια, τους έκοψαν τα χέρια και τα πόδια. Τέλος, ολοκλήρωσαν τον αγώνα του μαρτυρίου με τον απο­κεφαλισμό τους. Ο άγιος Γαλακτίων ήταν τότε τριάντα ετών και η Επιστήμη δεκαέξι. Αυτοί λοιπόν που αρνήθηκαν να ενωθούν κατά σάρκα σε τούτη την εφήμερη ζωή, ενώθηκαν έτσι εν Θεώ για την αιωνιότητα.



 

(Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας-Νοέμβριος, εκδ. Ίνδικτος, σ.55-57)
Πεμπτουσία  pemptousia.gr

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2020

Όσιος Γεώργιος Καρσλίδης (1901 - 1959)

Η εκπομπή της ΕΡΤ3 "Χαρά Θεού" επισκέπτεται την Ιερά Μονή Σίψας στη Δράμα, εκεί όπου έζησε και αγίασε ο Άγιος Γεώργιος Καρσλίδης. Η ζωή και η προσφορά του Αγίου Γεωργίου Καρσλίδη :


Όσιος Γεώργιος Καρσλίδης - Óρθρος και Θεία Λειτουργία (4/11/2021):

 Όσιος Γεώργιος Καρσλίδης ο Ομολογητής είχε την καταγωγή του από τα αγιασμένα χώματα τής Ανατολής. Γεννήθηκε στις αρχές του 20οΰ αιώ­να, το 1901, στην Αργυρούπολη του μαρτυρικού μας Πόντου. Έζησε συνο­λικά 58 χρόνια ομολογίας, θυσίας και προσφοράς έχοντας ως σύνθημα τής ζωής του «νά μη ζει για τον εαυτό του άλλά για τον Θεό και τούς ανθρώπους». Γονείς είχε τούς ευλαβείς Σάββα και Σοφία. Από αυτούς διδάχθηκε τη θε­οσέβεια. Νωρίς όμως έμεινε ορφανός και από τούς δύο γονείς του - ο πα­τέρας του σκοτώθηκε σε κάποια μάχη.

Τα πρώτα χρόνια

Έτσι τον μικρό Αθανάσιο (αυτό ήταν το βαπτιστικό όνομα του Άγιου) ανέλαβε νά τον προστατέψει ή πιστή γιαγιά του. Αυτή του ενέπνευσε την αγάπη προς τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας και τη συνειδητή πνευματική ζωή. Με αυτή την ευλαβέστατη γιαγιά του σε ηλικία 7 ετών ο Αθανάσιος επισκέπτεται για πρώτη φορά την ιστορική Μονή της Παναγίας στον Σουμελά του Πόντου.

Και εκεί το μικρό παιδί εναποθέτει την ελπίδα της ζω­ής του. Σύντομα ό­μως και ή γιαγιά του άνεχώρησε για τον ουρανό αφήνοντας του πολύτιμη κλη­ρονομιά μαζί με τη θεοσέβεια και μία φιλντισένια εικόνα τής Παναγίας – σε μορφή επιστήθιου εγκολπίου – την ό­ποια πλέον έφερε πάντα πάνω του ως οικογενειακό κειμή­λιο ευλάβειας και προστασίας. Ή σκληρή και βά­ναυση συμπεριφο­ρά του μεγαλυτέρου αδελφού του τον ανάγκασαν μαζί με τον παππού του νά φύγουν για τη Θεοδοσιούπολη τής Μεγάλης Αρμενίας. Δεν θα παραμείνει όμως για πολύ εδώ.Αισθάνεται μέσα του βαθιά δίψα για τον Θεό. Αυτόν ποθεί και σ’ Αυτόν ε­πιθυμεί ν’ αφιερωθεί.Ξεκινά λοιπόν μό­νος το μεγάλο του ταξίδι με όπλο του την πίστη, έχοντας μαζί του έκτος από την εικόνα τής Παναγίας, ένα σταυρό, ένα θυμιατό και το πιστοποιητικό τής γεννήσεως του. Διήνυσε περιπετειώδη πορεία μέσα από δύσβατα μονοπάτια και χιονισμένες εκτάσεις του Καυκάσου.

Ο κύριος τον προστάτευε

Ό Κύριος τον προστάτευε συνεχώς. Αλλά και οι Άγιοι πού έπεκαλεΐτο και τούς ονόμαζε φίλους του, ήταν πάντα κοντά του και τον συνόδευαν, και κυρί­ως ο άγιος Γεώργιος.Έφθασε στην Τιφλίδα τής Γεωργίας. Και από εκεί ή θεία Πρόνοια οδήγησε τα βήματα του σε γειτονικό μοναστήρι τής Ζωοδόχου Πηγής.Με ευγνωμοσύ­νη προς τον άγιο Θεό εισήλθε στον ά­γιο αυτό χώρο. Στο­λισμένος με την α­θωότητα, τη σύνε­ση, την « αδιάκριτη »* πί­στη και τον φόβο του Θεού απέσπασε την αγάπη και τον σε­βασμό των συμμοναστών του. Στα διακονήματα πού του ανέθεσαν, τής ρα­πτικής, τής υφαντι­κής και τής μαγειρι­κής, υπήρξε υποδει­γματικός με ζηλευτή φιλεργία και αποδο­τικότητα.Αγαπούσε όμως πολύ και την αυστηρή άσκηση στον εαυτό του και την κακοπάθεια. Ζούσε για τον Θεό και χαιρόταν για ό­σα απολάμβανε εκεί. Και έλεγε: «Εγώ έτσι θα περάσω στη ζωή μου».Στις 20 Ιουλίου 1919 ο Αθανάσιος κείρεται μοναχός και λαμβάνει το όνο­μα Συμεών. Κατά την ιερή εκείνη ώρα τής κουράς του οι καμπάνες τής Μο­νής κτύπησαν από μόνες τους.Και θε­ωρήθηκε αυτό το γεγονός θείο σημείο τής εύνοιας του Θεού προς τον πιστό δούλο του, τον μελλοντικό Άγιό του.Ό μοναχός Συμεών πλημμυρισμένος από τη χάρη του Θεού συνεχίζει τώρα την άσκηση του ακόμη πιο υπεύθυνα, τηρώντας με ακρίβεια τις ιερές υπο­σχέσεις πού έδωσε στην κουρά του για αυστηρή παρθενία, αδιάκριτη υπακοή και πλήρη ακτημοσύνη.

Οι διωγμοί των χριστιανών

Όμως από το 1917 στη Ρωσία άρ­χισε νά μαίνεται ισχυρός ο άνεμος των διωγμών εναντίον τής Εκκλησίας του Χριστού από το αθεϊστικό καθε­στώς.Ό Χριστός «ξανασταυρώνεται» με τόσο σκληρά διατάγματα και διαγ­γέλματα, ώστε νά λένε: «Εμείς θα δι­ορθώσουμε τα λάθη του Διοκλητιανού και του Νέρωνος».Εκκλησίες βεβηλώ­νονται ή ισοπεδώνονται. Μοναστήρια πυρπολούνται ή κατεδαφίζονται. Μο­ναχοί και ιερωμένοι άλλά και λαϊκοί φυλακίζονται και βασανίζονται σκλη­ρά, γιατί παραμένουν πιστοί στην ορ­θόδοξη πίστη.Οι πρώτοι μάρτυρες κα­ταγράφονται στα Μαρτυρολόγια τής Ρωσικής Εκκλησίας. Ήρθε όμως και ή σειρά τής Γεωργίας. Το Μοναστήρι τής Ζωοδόχου Πηγής λεηλατήθηκε. Οι μοναχοί συνελήφθησαν.Τούς έκλει­σαν σε υγρή και σκοτεινή φυλακή, ό­που ήταν αναγκασμένοι νά ξαπλώ­νουν σε μία σανίδα κάτω ακριβώς από την όποια αναδύονταν οι οσμές ακα­θαρσιών από διερχόμενο υπόνομο.Ό ηγούμενος τής Μονής δεν άντεξε. Υπέ­κυψε και πέθανε μέσα στη φυλακή. Τον μοναχό Συμεών τον διαπόμπευσαν κάποια μέρα στους δρόμους και τον περιέφεραν δεμένο και χωρίς ρούχα, φωνάζοντας ειρωνικά γι’ αυτόν: «Νά ο προφήτης!». Σταθεροί στην πίστη οι έγκλειστοι μοναχοί θέλησαν κάποιο Πάσχα και έψαλαν δυνατά μέσα στη φυλακή όλοι μαζί το «Χριστός Ανέστη».

Η καταδίκη η θαυματουργή διάσωσή του

Ό διοικητής εξαγριωμένος διέταξε την καταδίκη τους. Αφού τούς φόρεσαν λευκούς χιτώνες, τούς οδήγησαν δεμέ­νους στην άκρη απόκρημνων βράχων.Και από εκεί τούς γκρέμισαν, Αφοί προηγουμένως τούς πυροβολούσαν ασταμάτητα. Ό μοναχός Συμεών δέ­χθηκε τρεις σφαίρες.Μία τον χτύπησε στο σιδερένιο περίβλημα τής εικόνας τής Παναγίας πού φορούσε, ή άλλη τον πήρε επιδερμικά στο λαιμό και ή τρίτη στα πόδια. Ό Όσιος σώθηκε θαυ­ματουργικά.Και τελικά του χάρισαν τη ζωή, γιατί υπήρχε νόμος πού έλεγε: «Νά αθωώνεται κάθε κατάδικος πού δέχεται τρεις σφαίρες όχι θανάσιμες».Όμως oi εχθροί της πίστεως δεν ησύχασαν. Απαιτούσαν από τον Άγιο να αρνηθεί την Ορθοδοξία του.Και ο Συμεών απάντησε με έντονη φωνή χτυπώντας το χέρι του στο τραπέζι του διοικητή: «Εσύ δεν έχεις εξουσία περισσότερη από τον Θεό».Γι’ αυτό φυλάκισαν τον Όσιο και πάλι, τώρα σε σκληρότερες και πιο απάνθρωπες συνθήκες. Εκεί μέσα στη φυλακή ο Άγιος ασθένησε βαριά, του έπεσαν τα δόντια και υπέφερε φρικτά στα πόδια του.Ό πανάγιος Θεός όμως επεμβαίνει θαυματουργικά, και με παρέμβαση ευ­γενών ανθρώπων τής περιοχής εκείνης αποφυλακίζει τον δούλο του. Εξέρχεται ο Όσιος με τα «στίγματα» του μάρτυ­ρος και του όμολογητού. Με μορφή κα­ταπονημένη άλλά φωτεινή. Περιφέρεται τώρα ως διωκόμενος μοναχός. Ζει με εράνους…

Η Χειροτονία

Ό Κύριος καλεί τώρα τον πιστό δούλο του στο υπούργημα τής ίερωσύνης.Χειροτονείται πρώτα διάκονος και στις 8 Σεπτεμβρίου 1925 χειροτονείται ιερεύς στον Άγιο Μηνά στη Γρούζια Σχέτα λαμβάνοντας το νέο του όνομα: Γεώρ­γιος.




Με το όνομα αυτό θα δοξάσει τον Θεό τον υπόλοιπο χρόνο τής ζωής του. Ό όσιος ιερεύς π. Γεώργιος ήταν για όλους τούς ανθρώπους φως, δύναμη και παρηγοριά. Προικισμένος με το χά­ρισμα τής διορατικότητος απεκάλυπτε τα προβλήματα των ανθρώπων. Έδινε σοφές συμβουλές σε όλους και τούς καθοδηγούσε προς τον Χριστό.Ή φή­μη του ως άγιου άρχισε από εκεί νά α­πλώνεται… Και όταν από την Τιφλίδα ήρθε στο Σοχούμ, και εδώ ο κόσμος τον αγάπησε πολύ.Δεν έπαυσε δε ο όσιος Γεώργιος παρά τη φιλάσθενη κράση του νά συνεχίζει την ασκητική του ζωή μέσα στην πόλη μένοντας σε ένα απέριττο δωμάτιο πάμφτωχος και απαρνούμενος τις περιποιήσεις του κόσμου.Παρέμενε φτωχός άλλά ήταν πάντα πλούσιος σέ αγάπη και σε κα­λοσύνη, πού αντλούσε από τον μεγάλο Διδάσκαλο της αγάπης, τον Κύριο μας Ιησού ΧριστόΤο 1929 ο όσιος Γεώργιος έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, πού τόσο αγαπούσε και επιθυμούσε. Αποβιβά­ζεται στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.Και το 1930 εγκαθίσταται μόνιμα στο χωριό Σίψα (σήμερα Ταξιάρχες) της Δράμας. Εδώ ο πολύπαθος όσιος και ομολογητής ιερομόναχος π. Γεώργι­ος θα παραμείνει μέ­χρι το τέλος της ζωής του βαστάζοντας «έν τω σώματι του τά στί­γματα του Ιησού Χρι­στού».


Ο Όσιος Γεώργιος Καρσλίδης ως λειτουργός το 1936 μ.Χ

Το μοναστήρι και το κελί του

Το 1939 έχτισε το τα­πεινό μοναστήρι του με τον ιερό ναό της Αναλήψεως και ένα φτωχό κελλάκι γι’ αυ­τόν. Το 1941 τον συν­έλαβαν οι Βούλγαροι και τον οδήγησαν σε εκτέλεση.Τον άφησαν όμως ελεύθερο και έ­φυγαν έντρομοι, κα­θώς τον έβλεπαν εξαϋλωμένο νά προσ­εύχεται πριν τον θανατώσουν.Καθώς περνούσαν τα χρόνια, στη συν­είδηση των ανθρώπων ο ιερομόναχος π. Γεώργιος Καρσλίδης έπαιρνε τη θέ­ση τού οσίου και του αγίου. Πλήθος κό­σμου, πολλοί μάλιστα από τη Δράμα, βαδίζοντας με τα πόδια έφθαναν στο Μοναστήρι τής Αναλήψεως. Άλλά και από πολλά μέρη τής Μακεδονίας και τής Θράκης κατέφθαναν εκεί άλλοι για νά ζητήσουν την ευχή τού Γέροντα και άλλοι νά αναπαυθούν κοντά του στο Μυστήριο τής ιεράς Εξομολογήσεως.Φωτισμένος από το Πανάγιον Πνεύμα, εξαγνισμένος από τη μακροχρόνια ά­σκηση και το μαρτύριο στον Πόντο, «πλημμυρισμένος από γνήσια και κα­θαρά αισθήματα αγάπης προς τον συν­άνθρωπο», μπορούσε νά καθοδηγεί με ασφάλεια τον απλό και κουρασμένο κόσμο και νά τον οδηγεί στη σωτηρία. Μιλούσε άπλά και σταθερά. Και φύτευε στις καρδιές των ανθρώπων την αγάπη προς τον Χριστό και την Εκκλησία.

Ο άνθρωπος της Αγάπης

Ιδιαίτερα τόνιζε την άξια τής συγχωρητικότητος. Χτυπούσε κάθε μορφή διχόνοιας και καλούσε τούς αν­θρώπους νά συμφι­λιωθούν μεταξύ τους και με τον Θεό.Στον λόγο του πάντα συν­δύαζε την αυστηρότη­τα με την αγάπη χωρίς νά έχει ποτέ αστεία. Ή­ταν βαθιά ταπεινός στο φρόνημα του, άκακος και πραότατος.Καλλιεργούσε το φιλακόλουθο πνεύμα τε­λώντας με ακρίβεια και ιεροπρέπεια κάθε ιε­ρή Ακολουθία τής Εκκλησίας μας. Κα­τά την ώρα τής θείας Λειτουργίας ήταν πάντα μεταρσιωμένος και συμβούλευε τούς πιστούς «νά είναι απερίσπαστοι και προσηλωμένοι στα τελούμενα, για νά αξιώνονται νά βλέπουν τα μεγαλεία τού Θεού».Το κύριο χαρακτηριστικό τού Αγίου ήταν ή αγάπη. Γι’ αυτό τον ονόμαζαν «ο άνθρωπος τής αγάπης». Ήταν ο ελεήμων και ο φιλόξενος. Συμμετείχε στα πένθη με παρήγορο και ενισχυτικό λόγο, διένεμε φαγητό σε φτωχούς, κάποτε ύφαινε ο ίδιος με τα χέρια του ρούχα για τούς άπορους.Μαζί δε με αυτά δεν παρέλειπε ποτέ και την προσωπική του άσκηση και την κακοπάθεια, τη νηστεία του και τη μακρά και θερμή προσευχή του, παρ’ όλο πού ήταν φιλάσθενος και έπασχε από χρόνια κρυολογήματα.Ήρθε όμως και ή μεγάλη ώρα για νά αναχωρήσει ο Άγιος από τον κόσμο αυτό. Προαισθάνθηκε το τέλος του. Γα­λήνιος και ειρηνικός, αφού προσέφερε όλο τον εσωτερικό του πλούτο στους ανθρώπους, γεμάτος από την παρουσία του Θεού και αφού ατένισε με ευλάβεια την εικόνα τής Παναγίας και τής είπε: «Τής ευσπλαχνίας την πύλην άνοιξον ήμίν, ευλογημένη Θεοτόκε», άφησε την πνοή του στον Πλάστη του και πέταξε στον ουρανό στις 4 Νοεμβρίου 1959. Είχε διανύσει ο Άγιος 58 ολόκληρα χρόνια μαρτυρίας, ομολογίας, ασκή­σεως, αγάπης, αυτοθυσίας…


Ο τάφος του Οσίου Γεωργίου Καρσλίδη (πριν την ανακομιδή των λειψάνων του), ο οποίος βρίσκεται στην Ιερά Μονή Αναλήψεως, Ταξιαρχών (Σίψα) Δράμας



Κηδεύθηκε στη Μονή του με δάκρυα από τον πολυπληθή και ευγνώμονα λαό του Θεού. Και ετάφη δίπλα στον Ιερό Ναό τής Αναλήψεως πού ο Ίδιος εκεί με κόπο είχε κτίσει. Στις 9 Φεβρουαρίου 2006 έγινε ή ανακομιδή των ιερών χα­ριτόβρυτων λειψάνων του από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δράμας κ. κ. Παύλο, τα όποια ετέθησαν σε ιερή λει­ψανοθήκη για τον αγιασμό των πιστών. Πάμπολλα είναι τα θαύματα πού ο Κύριος με τις πρεσβείες του επιτελεί. Εκατοντάδες είναι οι προσκυνητές πού καταφθάνουν για νά αφήσουν στον Άγιο ικετευτικές δεήσεις για τα θέματα τους και ευχαριστήριες προσευχές για τα θαύματα του.

Ή ζωή του νέου Όσιου μας και όμολογητού άγιου Γεωργίου του Καρσλίδη συνεχίζει και στις μέρες μας νά μας συγκινεί και νά μάς διδάσκει. Μας καλεί νά βαδίσουμε και μείς τον δρόμο τής άγιότητος όπως ακριβώς και εκείνος τον έβάδισε μέσα από τον αγώνα τής ασκήσεως, την ομολογία τής πίστεως και τής έμπρακτης αγάπης. Αυτό μάς ζητεί ο Άγιος. Μην του το αρνηθούμε. Αυτό θέλει και από μάς ο Θεός μας.

Βιβλιογραφία: Μοναχού Μωυσέως Άγιορείτου, Ό μακάριος γέροντας Γεώργιος Καρσλίδης (1901-1959), Έκδοσις Ί. Μονής Αναλήψεως του Σωτήρος, Ταξιάρχαι (Σίψα) Δράμας.

Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2020

Ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Γεωργίου του Μεγαλομάρτυρα και Τροπαιοφόρου και Ανάμνηση εγκαινίων του Ναού του στη Λύδδα της Ιόππης (3/11)

 

Μετά τον αποκεφαλισμό του αξιωματικού του ρωμαϊκού στρατού Γεωργίου, κατά τη διάρκεια των χριστιανικών διωγμών επί Διοκλητιανού, το 303, το λείψανό του μεταφέρθηκε και τάφηκε στη Λύδδα της Παλαιστίνης, την πόλη όπου, σύμφωνα με μια παράδοση, είχε μαρτυρήσει. Η Λύδδα είναι η Διόσπολη των αρχαίων Ελλήνων· σήμερα ονομάζεται Λοντ κι ευρίσκεται 15 χλμ. νοτιοανατολικά του Τελ Αβίβ, στο κεντρικό Ισραήλ.

Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Μεγάλου Κωνσταντίνου οικοδομήθηκε μεγαλοπρεπής ναός αφιερωμένος στον Άγιο Γεώργιο, μέσα στον οποίο εναποτέθηκαν τα λείψανά του. Ο ναός καταστράφηκε το 1010 από τον χαλίφη Χακίμ, ξαναχτίστηκε από τους σταυροφόρους και καταστράφηκε για δεύτερη φορά από τον σουλτάνο Σαλαντίν το 1191. Το 1349 ξαναχτίστηκε με άδεια του σουλτάνου της Αιγύπτου, αλλά ένας από τους διαδόχους του, το 1442, τον έκανε τζαμί. Ο Οθωμανός σουλτάνος Σελίμ Α’ τον απέδωσε και πάλι στους Χριστιανούς το 1517. Το 1837 καταστράφηκε από σεισμό και το 1871 ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Κύριλλος Β’ τον ανοικοδόμησε για τελευταία φορά


Ο βίος του Αγίου Γεωργίου

Γεννήθηκε κατά πάσα πιθανότητα στην περιοχή της Αρμενίας. Γονείς του ήσαν ο Γερόντιος από την Καππαδοκία και η Πολυχρονία από την Παλαιστίνη.

Ο Άγιος έζησε στα τέλη του 3ου αιώνος μ.Χ. και αρχές του 4ου αιώνα, επί της εποχής του Αυτοκράτορα Διοκλητιανού. Σύμφωνα με την παράδοση, σε μικρή ηλικία, μετοίκησε μαζί με την μητέρα του στην Λύδδα, εξαιτίας της κοίμησης του πατέρα του.

Κατόπιν ο Άγιος Γεώργιος, κατατάχθηκε στο στρατό, όπου, διακρίθηκε για τις ικανότητες και τη γενναιότητά του, γι’αυτό και κέρδισε την εκτίμηση του Διοκλητιανού, ο οποίος και τον έχρισε Δούκα, με τον τίτλο του Κόμητος, στο τάγμα τον Ανικιώρων της αυτοκρατορικής φρουράς.


Ο Διοκλητιανός θέλησε να επιβάλει την ειδωλολατρεία

Όταν όμως ο Διοκλητιανός θέλησε να επιβάλει, ακόμη και διά της βίας, την ειδωλολατρεία και τη λατρεία του αυτοκράτορα ως Θεού, ο Άγιος Γεώργιος αντέδρασε ρωτώντας: «γιατί πρέπει να χυθεί αθώον αίμα και να επιβληθεί η λατρεία του Αυτοκράτορα;»

Και αφού είπε αυτά τα λόγια ομολόγησε την πίστη του στον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό, ξενίζοντας, έτσι, όλους τους παρευρισκομένους, οι οποίοι και επιχείρησαν να τον μεταπείσουν. Ο Άγιος Γεώργιος, όμως, παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη του Χριστού, γι’αυτό και οδηγήθηκε στο μαρτύριο, το οποίο υπέμεινε με τη βοήθεια της Χάρης του Θεού.


Στη φυλακή – Η Θεία επέμβαση

Ο Διοκλητιανός, λοιπόν, διέτεξε να τον ρίξουν μέσα στη φυλακή και να τον βασανίσουν.  Έτσι τοποθέτησαν τα πόδια του μέσα σε ένα ξύλο και, επιπλέον, επάνω στο στήθος του εναπόθεσαν μία μεγάλη πέτρα μέχρι την επομένη μέρα, κατά την οποία ο Διοκλητιανός προέβηκε σε ανάκριση του Γεώργιου.  Ο Διοκλητιανός στην αρχή προσπάθησε να δελεάσει τον Γεώργιο. Επειδή, όμως, δεν μπόρεσε να παρασύρει στον όλεθρο τον Γεώργιο, διέταξε όπως ο Άγιος δεθεί σε ένα μεγάλο τροχό, που ήταν γεματός με αιχμηρά σίδερα, ώστε όταν γύριζε ξέσχιζε το άγιο σώμα του Γεωργίου.  Τότε, με θεία επέμβαση, λύθηκε ο Γεώργιος και τα τραύματά του θεραπεύτηκαν.


Μόλις είδαν το σημείο αυτό, ο Πρωτολεών, ο Ανατόλιος, ο Πρωτολέων, ο Βίκτωρ, ο Ακίνδυνος, ο Ζωτικός, ο Ζήνωνας, ο Χριστοφόρος, ο Σεβιριανός, ο Θεωνάς, ο Καισάριος και ο Αντώνιος και άλλοι πολλοί, ομολόγησαν την πίστη τους στον Ιησού Χριστό.

Το γεγονός αυτόν εξόργισε ακόμη περισσότερο το Διοκλητιανό, ο οποίος και διέταξε να τους θανατώσουν.


«ο Θεός του Γεωργίου είναι μεγάλος»

Ακολούθως, διέταξε να γεμίσουν ένα λάκκο με νερό και ασβέστη για να ρίξουν μέσα τον Γεώργιο, για τρεις ημέρες και νύκτες, ώστε να διαλυθεί το σώμα του. Όταν παρήλθε το τριήμερο και βρήκαν τον Άγιο Γεώργιο όρθιο μέσα στον ασβέστη να προσεύχεται, ο λαός άρχισε να φωνάζει ότι «ο Θεός του Γεωργίου είναι μεγάλος».


Ο Διοκλητιανός, εκλαμβάνοντας αυτό το σημείο της Χάρης του Θεού ως μαγικό κόλπο διέταξε να φορέσουν στον Γεώργιο πυρακτωμένα παπούτσια, που είχαν σιδερένια καρφιά και να τον εξαναγκάσουν να περπατήσει.

Επειδή, όμως, η Χάρη συνέχιζε να καλύπτει το σώμα του Αγίου, ο Διοκλητιανός κάλεσε κάποιο μάγο, που τον έλεγαν Αθανάσιο, για να υποτάξει τον Γεώργιο.  Ο μάγος έφερε δύο αγγεία τα οποία περιείχαν δηλητήριο. Με τη δύναμη του ονόματος του Ιησού Χριστού ο Γεώργιος ήπιε και τα δύο δηλητήρια χωρίς να πάθει το παραμικρό.  Το γεγονός αφόπλισε τον μάγο, ο οποίος και ομολόγησε πίστη στον Θεού του Γεωργίου.  Τότε ο Διοκλητιανός διέταξε όπως σκοτώσουν και τον Αθανάσιον.


Ο Διοκλητιανός τόσο εξοργίστηκε που και ακόμη για την ίδια τη γυναίκα του Αλεξάνδρα εξέδωσε διαταγή όπως την φυλακίσουν και την επομένη να την αποκεφαλίσουν, αφού και αυτή, όπως και οι προηγούμενοι, ομολόγησε πίστη στον Ιησού Χριστό.

Η Αλεξάνδρα ενώ προσευχόταν στην φυλακή, κοιμήθηκε προτού οι δήμιοι την αποκεφαλίσουν.


Το τέλος του Αγίου

Έπειτα, και ενώ ο άγιος Γεώργιος κοιμόταν, είδε στο όνειρό του τον Ιησού Χριστό, ο οποίος τον διαβεβαίωσε ότι θα λάβει το στέφανον του μαρτυρίου και θα αξιωθεί της δόξας του Θεού.

Όταν στη συνέχεια τον έσυραν ενώπιον του Διοκλητιανού, αυτός του πρότεινε να θυσιάσει στο είδωλο του Απόλλωνα, αλλά αντ΄αυτού ο Γεώργιος όταν εισήλθε στο ναό με το σημείο του Σταυρού έριξε το είδωλον κάτω.

Τότε ο διώκτης Αυτοκράτορας διέταξε όπως αποκεφαλίσουν τον Γεώργιο. Ήταν τότε Παρασκευή της Διακαινησίμου, 23 Απριλίου του 303.


Το Ιερό Λείψανο

Το τίμιό του σώμα, μαζί με αυτό της αγίας του μητέρας, η οποία μαρτύρησε την ίδια, μάλλον, ημέρα με αυτόν, παρέλεβε ο Πασικράτης, ένας πιστός συνεργάτης του Γεωργίου, ο οποίος και τα μετέφερε στην Λύδδα της Παλαιστίνης.

Από εκεί, όπως μαρτυρούν πηγές, τα ιερά λείψανα της Αγίας Πολυχρονίας, τα μετέφεραν στη Δύση οι Σταυροφόροι.

Πηγή https://www. ekklisiaonline. gr/ 







Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2020

Άγιοι Ακίνδυνος, Αφθόνιος, Πηγάσιος, Ελπιδηφόρος και Ανεμπόδιστος


Οι Άγιοι Ακίνδυνοι οι Μάρτυρες

Οι Άγιοι Μάρτυρες Ακίνδυνος, Πηγάσιος, Ανεμπόδιστος, Ελπιδηφόρος και Αφθόνιος – 2 Νοεμβρίου.

Οι τρεις αυτοί Άγιοι μάρτυρες Ακίνδυνος, Πηγάσιος και Ανεμπόδιστος ήταν ζηλωτές της αληθινής πίστης και παρότρυναν τους χριστιανούς να περιφρονούν τα βασιλικά διατάγματα και να μένουν σταθεροί στην πίστη τους.

Όταν τα έμαθε αυτά ο βασιλιάς Σαβώριος, αγρίεψε και διέταξε να συλλάβουν τους τρεις αυτούς Χριστιανούς και να τους οδηγήσουν μπροστά του. Αφού συνελήφθησαν, μπροστά στον βασιλιά με θάρρος με μία φωνή ομολόγησαν ότι είναι Χριστιανοί και ότι πιστεύουν στον αληθινό Θεό τον ποιητή όλης της κτίσης. Μόλις τα άκουσε αυτά ο βασιλιάς τους απείλησε πως θα τους παραδώσει σε βασανιστήρια. Οι Άγιοι Ακίνδυνος, Πηγάσιος και Ανεμπόδιστος με ένα στόμα γενναία του απάντησαν ότι είναι έτοιμοι να δεχτούν οποιαδήποτε βασανιστήρια, διότι αυτά θα τους ωφελήσουν και θα σώσουν την ψυχή τους.

Αμέσως ο βασιλιάς προστάζει τέσσερις άνδρες να τους μαστιγώσουν σε όλο το σώμα. Οι άνδρες όμως κουράστηκαν και ο βασιλιάς αναγκάστηκε και τους αντικατέστησε με άλλους και πάλι με άλλους. Οι Άγιοι όμως μαστιγούμενοι είχαν το νου τους στο Χρήστο και στη γλώσσα τους την υμνωδία.

Εμφάνιση του Ιησού στους Αγίους Ακινδύνους

Ο βασιλιάς θαύμαζε και απορούσε βλέποντας ότι οι δήμιοι κουράζονταν και τους αντικαθιστούσε, ενώ οι τρεις μάρτυρες είχαν μεγάλη καρτερία. Ωστόσο γεμάτος οργή προστάζει οδυνηρότερα βασανιστήρια. Οι τρεις Άγιοι Μάρτυρες υπέμειναν με την προσευχή τους στον Κύριο. Μάλιστα και ο ίδιος ο Χριστός συγκινήθηκε από αυτή τους την καρτερία. Εμφανίστηκε μπροστά τους και αμέσως τα πρόσωπα των Μαρτύρων έλαμψαν από ανέκφραστη χαρά.

Ο βασιλιάς τόλμησε να υβρίσει το όνομα του Ιησού Χριστού και ο Άγιος Ακίνδυνος θέλοντας να του δώσει ένα μάθημα του λέει:

Επειδή δε θέλεις να παραδεχτείς την αλήθεια θα μείνεις άλαλος και κουφός.

Δεν πρόφτασε να τελειώσει τα λόγια του ο Άγιος Ακίνδυνος και αμέσως ο βασιλιάς έμεινε κωφός και άλαλος. Τόση ήταν όμως η απελπισία του βασιλιά που άρχισε να ξεσκίζει τα ρούχα του και να χτυπάει το κεφάλι του. Ο Άγιος Ακίνδυνος βλέποντας αυτή την ελεεινή κατάσταση τον λυπήθηκε και παρακάλεσε τον Κύριο να τον ελευθερώσει από αυτή τη δοκιμασία.

Αμέσως μόλις προσευχήθηκε ο Άγιος, επανήλθε η ακοή του βασιλιά και λύθηκε η γλώσσα του. Παρόλα αυτά ο βασιλιάς έμεινε και πάλι δεμένος στην κακία του. Τώρα προστάζει σε μεγαλύτερα βασανιστήρια. Όμως ο Κύριος και πάλι τους προστάτευσε. Φοβερές βροντές και αστραπές ξέσπασαν ξαφνικά και αμέσως άρχισε μία βροχή τόσο δυνατή, που όλοι οι τρομαγμένοι σκορπίστηκαν. Ατρόμητοι έμειναν μονάχα οι Άγιοι Μάρτυρες με λίγους κρυφούς Χριστιανούς.

Την ώρα εκείνη άγγελοι εμφανίζονται και ντύνουν με λευκές στολές, όχι μονάχα τους τρεις Αγίους Μάρτυρες, αλλά όλους τους Χριστιανούς που πίστευαν.

Ωστόσο ο βασιλιάς οδηγεί τους Αγίους σε νέα βασανιστήρια. Η καρτερία των Μαρτύρων έκανε ένα από τους βασανιστές, τον Αφθόνιο, να αναφωνήσει:

Μέγας ο Θεός των Χριστιανών!

Ο βασιλιάς που άκουσε την ομολογία του δήμιου προστάζει να τον αποκεφαλίσουν. Τότε οι Άγιοι τον ενθαρρύνουν λέγοντας:

Εσύ Αφθόνιε είσαι μακάριος που πρώτος από όλους μας εισέρχεσαι στη βασιλεία του Χριστού. Παρακάλεσε λοιπόν τον Κύριο και για μας, να μας αξιώσει της τιμής αυτής.

Ο μεν Αφθόνιος αποκεφαλίστηκε, οι δε Άγιοι βασανίζονται με σκληρότερα βασανιστήρια. Αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα να ξεσηκωθούν οι συγκλητικοί εναντίον του βασιλιά. Μάλιστα ένας εξ αυτών ο Ελπιδοφόρος μαζί με άλλους επτά χιλιάδες Πέρσες, δήλωσαν περίτρανα ότι η καρτερία των τριών Μαρτύρων τους έκανε να πιστέψουν τον Χριστό ως Θεό Παντοδύναμο και Αληθινό.



Η ομολογία αυτή του Ελπιδοφόρου εξοργίζει τον βασιλιά, που διατάζει εκείνη τη στιγμή να αποκεφαλίσουν όλοι. Έτσι και έγινε και όλοι εισήλθαν νικητές στη Βασιλεία των Ουρανών. Η μητέρα του βασιλιά μετά από όλα αυτά ομολόγησε και η ίδια τον Κύριο. Ο έξαλλος βασιλιάς ήθελε να τελειώνει με τους τρεις Χριστιανούς. Πρόσταξε, λοιπόν, να ανάψουν ένα καμίνι και αφού το πυρώσουν καλά, να ρίξουν μέσα σε αυτό τους τρεις μάρτυρες μαζί με τη μητέρα του, που ομολόγησε το Χριστό, Θεό Αληθινό, για να καούν.

Οι Άγιοι Ακίνδυνοι πλησίασαν στο καμίνι, γονάτισαν και προσευχήθηκαν παρακαλώντας τον Κύριο να τελειώσουν τον αγώνα τους. Κάνοντας το σημείο του Σταυρού προχώρησαν ατρόμητοι προς το πυρακτωμένο καμίνι. Οι στρατιώτες που τους συνόδευαν μπροστά στο θάρρος που έδειξαν συγκλονίστηκαν. Μαζί τους μπήκαν και εκείνοι στο καμίνι, ώστε να αξιωθούν της Βασιλείας των Ουρανών.

Μέσα στις φλόγες οι τρεις Άγιοι Ακίνδυνοι, ο Ακίνδυνος, ο Πηγάσιος και ο Ανεμπόδιστος μαζί με όλους τους φρουρούς και τη μητέρα του βασιλιά παρέδωσαν το πνεύμα τους. Σε λίγο μέσα στις φλόγες φάνηκε χορός Αγγέλων που παρέλαβαν τις ψυχές των Αγίων Μαρτύρων, ενώ συγχρόνως όλος ο τόπος γύρω γέμισε από άρρητη ουράνια ευωδιά. Έτσι όλοι θαύμαζαν και μακάριζαν τους Αγίους Μάρτυρες Ακινδύνους.

Η μνήμη των Αγίων Ακινδύνων τιμάται στις 2 Νοεμβρίου εκάστου έτους.

Στην Ελλάδα υπάρχει μόνο ένας Ιερός Ναός προς τιμή των Αγίων Ακινδύνων και βρίσκεται στους Αγίους Αναργύρους Αττικής.


The Holy Martyrs Acindynos, Pegasios, Aphthonios, Elpidophoros, and Anempodistos

These Martyrs contested in Persia about the year 330, in the reign of Sapor (Shapur) II, King of Persia (325-379). Acindynus, Pegasius, and Anempodistus, Persian Christians, confessed Christ before the King, and were put to many torments. Aphthonius and Elpidophoros, drawn to the Faith of Christ through the Martyrs, were beheaded with another 7,000. Saints Acindynus, Pegasius, and Anempodistus were at last burned to death. Two churches were dedicated in their honour in Constantinople. As is often the case in church hymns, there is a play on the meanings of the Saints' names here. Acindynus means "unimperilled"; Pegasius is derived from pegazo--"to gush forth"; Aphthonius is derived from aphthonos-"abundant"; Elpidophoros means "hope-bearing"; Anempodistus means "unhindered." These are all Greek translations of their Persian names.