Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2021

Ο Άγιος Παρθένιος επίσκοπος Λαμψάκου, προστάτης των καρκινοπαθών (Βίος και θαύμα)




(Από τον χειρόγραφο κώδικα 632 της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου)

Ο καλός και θαυμαστός Παρθένιος καταγόταν από πατέρα που έφερε το όνομα Χριστόδουλος και είχε το βαθμό του διακόνου στην Εκκλησία της Μελιτουπόλεως. Ο ίδιος ο Παρθένιος ήταν εντελώς άγευστος της κατά κόσμον παιδείας, αλλά έδειξε τέτοιαν επιμέλεια στην ακρόαση των θείων Γραφών, ώστε ήδη από μικρή ηλικία να έχει αξιωθεί της θείας Χάριτος. Αν και τότε ακόμα δε φανέρωνε την αρετή του, αλλά έκρυβε τον εαυτό του όσο μπορούσε. Και όταν έγινε δεκαοκτώ χρονών, σ’ αυτή την ηλικία, έκανε αρχή των θαυμάτων. Πρόσεξε λοιπόν πόσο φανερή ήταν από την αρχή η φιλανθρωπία του. Έχοντας εκεί κοντά μία λίμνη πήγαινε και ψάρευε, δε χρησιμοποιούσε όμως τα ψάρια για δική του διατροφή, ούτε τα πρόσφερε προς εκδούλευση σε κάποιον από τους ένδοξους. Αντίθετα τα πουλούσε και όσα χρήματα κέρδιζε απ’ αυτό το καλό εμπόριο, τα έδινε στους φτωχούς. Με αυτόν τον τρόπο κέρδιζε για τον εαυτό του τον αρραβώνα της θείας φιλανθρωπίας, μέσω εκείνων των φτωχών.


Επειδή λοιπόν και εξαιτίας της λαμπρότητας του βίου, αλλά και των πολλών θαυμάτων που έκανε, έγινε επιφανής και όλοι μιλούσαν γι’ αυτόν, αφού μόνον η επίκληση του ονόματος του ήταν αρκετή για να τρέψει σε φυγή τους δαίμονες, ο Φιλητός, ο Επίσκοπος Μελιτουπόλεως, άνδρας αγαθός και εραστής της αρετής, στέλνει και καλεί τον άνδρα και ύστερα από πολλές προτροπές, με μεγάλη δυσκολία τον πείθει και τον χειροτονεί πρεσβύτερο και «περιοδευτή» της επισκοπής του.

Στη συνέχεια η θεία Χάρις εκχυνόταν αφθονότερη σ’ αυτόν, γιατί είχε μεγάλη παρρησία προς το Θεό λόγω της καλής του ζωής και έτσι ακολουθούσε πλήθος θαυμάτων. Γιατί δεν άφηνε να μείνουν άγνωστα Αυτός που βλέπει «εν τω κρύ­πτω» όσα επιτυγχάνονται μυστικά Γι’ αυτό ακριβώς και εκείνον τον καθιστά πασίγνωστο μέσω των θαυμάτων και κατορθώνει με αυτόν τον τρόπο δύο, τα πιο σπουδαία· και τον ίδιο τον Άγιο δοξάζει σύμφωνα με την επαγγελία και πολλούς που υπέφεραν πολύ θεραπεύει μέσω αυτού.

Θα εκθέσουμε δε τα θαύματα έτσι απλά, όπως ακριβώς έχουν, χωρίς καμμία επεξεργασία και χωρίς να τα συγκρίνουμε με κάποια άλλα. Και αυτό το κάνουμε αφ’ ενός μεν επειδή δε θέλουμε να μακρύνει ο λόγος, αφ’ έτερου δε φροντίζοντας να φανεί η αξία των θαυμάτων, δηλαδή για να μην αποδίδεται το παν στη δύναμη του λόγου αλλά στη φύση των πραγμάτων.

Προχωρώντας λοιπόν κάποτε στο δρόμο ο Παρθένιος συναντά κάποιον που κτυπήθηκε στο μάτι από ταύρο. Ο καημένος κρατούσε στα χέρια του το βγαλμένο του μάτι και με οδυρμούς καλούσε τις συμπαθείς ψυχές να τον ελεήσουν. Αυτόν ο Παρθένιος τον βλέπει με μάτια σπλαγχνικά. Και παίρνει το βγαλμένο μάτι στο δεξί του χέρι με μεγάλη προσοχή και προφύλαξη και το ξαναβάζει πάλι στη θέση του. Και δε χρειάστηκε πια ούτε φάρμακα, ούτε πολύς χρόνος για να θεραπευθεί. Αλλά για τρεις μονάχα μέρες το έβρεχε με απλό νερό, αν βέβαια θα μπορούσες να πεις απλό το νερό που είναι ανάμεικτο με τη θεία Χάρη, κι έτσι το κάνει εντελώς καλά όπως ήταν πριν.

Μια γυναίκα πέφτει στην αρρώστια του φοβερού καρκίνου. Και γίνεται σ’ αυτήν διπλό το πάθος, γιατί βλάστησε στα απόρρητα μέρη τού σώματος, έτσι που και πάρα πολύ πονούσε η άρρωστη και ντρεπόταν να το δείξει στους γιατρούς για θεραπεία Η Χάρις, που βλέπει τα αφανή και που οπωσδήποτε προσφέρει αφανώς, θεραπεύει διά του Παρθε­νίου την αρρώστια. Αφού λοιπόν τη σφράγισε στο μέτωπο με το σημείο του σταυρού μονάχα, εξαναγκάζει τον όγκο να πέσει αμέσως ολόκληρος στη γη και προετοιμάζει τη γυναίκα με χαρούμενο στόμα να μεγαλύνει το Χριστό.

Αναχώρησε κάποτε ο Μεγάλος, για να επισκεφθεί κάποιον άρρωστο και στο δρόμο ένας σκύλος πολύ μεγάλος σπάει τα δεσμά που ήταν δεμένος και ορμάει κατ’ επάνω του. Τινάζεται όρθιος και ανοίγει το μεγάλο και φονικό του στόμα απειλητικά, μάλλον όχι από μόνος του και με τη φυσική του δύναμη, αλλά ενεργούμενος από τον αφανή κύνα ή και δράκοντα. Αν συνέβαινε αυτό σε κάποιον άλλο, οπωσδήποτε θα προξενούσε φόβο ή θα αναζητούσε ράβδο ή οποιοδήποτε όπλο να αμυνθεί και θα καλούσε τους παρόντες για βοήθεια. Τίποτε όμως από όλα αυτά δεν έκανε ο Παρθένιος, παρά μονάχα τον φύσηξε στο ανοιχτό του στόμα και έτσι, όπως συνήθιζε, τον σφράγισε με το σημείο του σταυρού και αμέσως το φοβερό θηρίο έμεινε νεκρό και έπεσε χωρίς πνοή από τους ώμους του στη γη.

Αυτά και πολλά άλλα παρόμοια έφτασαν στα αυτιά του Μητροπολίτη της Κυζίκου Ασχόλιου, που του φαί­νονταν άξια θαυμασμού. Πίστευε λοιπόν ότι, αυτόν που αξιώθηκε να κάνει τέτοια κατορθώματα, δεν έπρεπε να τον αφήσει στο βαθμό του πρεσβυτέρου. Το θεωρούσε αυτό ντροπή δική του, αν φαινόταν ότι περιφρονούσε έναν τόσο μεγάλο στην αρετή άνδρα και δεν προσέφερε σ’ αυτόν με προθυμία την τιμή που μπορούμε, εξαιτίας της αδιαφορίας του προς τα καλά. Γι’ αυτό λοιπόν, αφού έστειλε και κάλεσε τον άνδρα και όπως λέγεται, αφού κίνησε κάθε λίθο, τον ανέβασε στον επισκοπικό θρόνο της Λαμψάκου, κάνοντας χάρη περισσότερο στην πόλη των Λαμψακηνών παρά σε εκείνον. Και ότι είναι αληθινός ο λόγος αμέσως θα το αποδείξουμε.

Επειδή βρήκε λοιπόν εκείνος την πόλη να νοσεί από αρρώστια θανάσιμη, γιατί τέτοια είναι η άγνοια του αληθινού Θεού και η προσκύνηση των ματαίων ειδώλων, το έφερε βαρέως και στενοχωριόταν πολύ. Η φλόγα του ζήλου του έκαιγε την καρδιά. Πλην όμως, παρ’ όλη την απελπιστική κατάσταση, αυτός δεν παραμέλησε να κάνει τα δικά του, καλύτερα όχι τα δικά του, αλλά να ακολουθεί τα αποστολικά διατάγματα, νουθετώντας, παρακαλώντας, επιτιμώντας· τί άλλο δεν έκανε, ώστε να αφαιρέσει την πηκτή ύλη γύρω από τα μάτια τους και να τους προετοιμάσει να δουν με καθαρούς οφθαλμούς το μέγα της ευσέβειας φως. Επρόκειτο πάντως, έτσι όπως η σταγόνα που πέφτοντας συνέχεια κάνει κοίλη την πέτρα και αυτός κτυπώντας επίμονα να ανοίξει καρδιές που κωφεύουν. Αυτό δηλαδή σε μερικούς με λόγια το κατόρθωνε και σε άλλους περισσότερο με έργα το πραγματοποιούσε, θεραπεύοντας τους αρρώστους και κερδίζοντας την εμπιστοσύνη τους σαν μισθό της θεραπείας. Έτσι τους ελκύει σιγά-σιγά στην επίγνωση της αλήθειας και γίνεται η γιατρειά νόσων σωματικών διόρθωση μεγαλύτερης κακίας, της αρρώστιας της ψυχής. Έτσι φάνηκε ότι ωφελούνται περισσότερο οι Λαμψακηνοί παρά ο Παρθένιος, που ανέβηκε στον επισκοπικό θρόνο.

Βλέποντάς τους λοιπόν να προκόβουν στην πίστη και να περιφρονούν εντελώς τα είδωλα, θέλησε αφ’ ενός μεν να καταστρέψει τους βέβηλους ναούς και στη θέση τους να κτίσει ιερούς ναούς αφιερωμένους στο Χριστό. Προτίμησε δε να γνωστοποιήσει αυτά στο βασιλιά, πριν ενεργήσει, δείχνοντας έτσι ότι ήταν ενημερωμένος και ενεργούσε διακριτικά. Γιατί ενώ ο βασιλιάς, ο Μέγας Κωνσταντίνος, ήταν ευσεβέστατος και χριστιανικώτατος περισσότερο από κάθε άλλον, όμως δεν είχε ακόμα ανακηρυχθεί επίσημα η καταστροφή των ειδωλολατρικών ναών και έτσι έπρεπε προηγουμένως να γνωστοποιήσει τα σχέδια του σ’ αυτόν και κατόπιν με την άδειά του να επιχειρήσει το πράγμα. Ύστερα λοιπόν από αυτή την απόφαση, αμέσως ξεκινάει και μόλις προσεγγίζει τη βασιλεύουσα, συναντάει το βασιλιά να εξέρχεται προς επίσκεψη των οικημάτων των φυλάκων του σιταριού. Συναντήθηκαν λοιπόν και αφού του γνωστοποίησε το λόγο της επίσκεψης, ο βασιλιάς συγκατανεύει και τον προστάζει να προχωρήσει προς τα ανάκτορα και να τον περιμένει να επιστρέψει. Αφού επανήλθε, καλεί και βλέπει τον άνδρα και μιλάει όχι δεσποτικά, ούτε υπερήφανα, αλλά μπορούμε να πούμε εξ’ ολοκλήρου βασιλικά και όπως ταίριαζε σε άνθρωπο που περισσότερο υπηρετεί το Θεό, παρά κυριαρχεί στη γη και κυβερνάει εκατομμύρια ανθρώπων. Και έτσι όπως όταν συναντάει άνθρωπο του Θεού ο άνθρωπος του Θεού, τον ατενίζει με ήμερα μάτια, του προτείνει τη δεξιά, τον ασπάζεται χείλη με χείλη και τον παρακαλεί να προσευχηθεί γι’ αυτόν. Τέτοιοι πρέπει να είναι οι βασιλιάδες, όχι μονάχα να ξέρουν να κυβερνούν, αλλά και άνωθεν να κυβερνώνται· γιατί η μεγαλοπρέπεια έγκειται στο ότι περισσότερο τιμούν το Θεό, παρά να αξιώνουν να τους τιμούν. Τιμώντας βέβαια το Θεό δεν μπορεί παρά να τιμούν και τους φίλους του Θεού. Έτσι λοιπόν αφού με χαρά τον δέχτηκε ο βασιλιάς, έπειτα και διατάγματα εξέδωσε που να επιτρέπουν γενικά την καταστροφή των ειδωλολατρικών ναών, αλλά και ειδική άδεια που επικύρωνε την ανάληψη του εγχειρήματος από τον ίδιο τον Άγιο· επιπλέον με την καταβολή όχι και λίγου χρυσού, βοηθούσε στην ανέγερση του ναού του Θεού. Αυτά έκαμε ο βασιλιάς και επισφραγίζοντας την ευμενή του διάθεση προς το Μεγάλο, τον ασπάζεται πάλιν χείλη με χείλη και τον στέλνει πίσω με ειρήνη.

Μόλις επέστρεψε λοιπόν στη Λάμψακο ο θείος άνδρας, καθόλου δεν ανέβαλε τήν πραγματοποίηση των αποφάσεων, αλλά αμέσως και το γκρέμισμα των βδελυγμάτων έκανε και τα σχέδια του ιερού ναού προετοίμαζε. Αφοσιώθηκε λοιπόν στο έργο, κτίζοντας ναό που ήταν πάρα πολύ ωραίος και ταυτόχρονα πάρα πολύ στέρεος. Αυτά όσον άφορα τα ειδωλολατρικά τεμένη και τους ιερούς ναούς.

Και αυτό δεν είναι τυχαία απόδειξη της εκτίμησης και της ευλάβειας που είχαν προς τον Άγιο· ενώ δηλαδή πολλοί ξένοι κάθε μέρα απέπλεαν από τη Λάμψακο, κανένας δεν ξεκινούσε να φύγει εάν προηγουμένως δεν επισκεπτόταν το μακάριο, για να πάρει τις ευλογίες του σαν εφόδιο ωραίο και σωτήριο για το ταξίδι. […]

Ο Παρθένιος λοιπόν ήταν σε όλα καλός και σε όλα θαυμάσιος, έζησε έτσι ώστε η ζωή του φαινόταν ολοκληρωτικά δοσμένη στο Θεό και ο βίος του έγινε παράδειγμα προς μίμηση για τους φιλαρέτους. Είναι βέβαια ίσως πολύ λίγοι όσοι μιμούνται τη ζωή των Αγίων, όσο για τους πολλούς διστάζω να το πιστέψω. Πάντως και η τιμή προς τον Άγιο είναι επαινετή σαν απόδειξη αγαθής προαιρέσεως. Αφού έτσι λοιπόν έζησε, μεταβαίνει προς το Θεό που ποθούσε στις 7 Φεβρουαρίου. Για τον ίδιο η μετάβαση ήταν αιτία χαράς, για όσους όμως τον στερήθηκαν πρόξενος λύπης απερίγραπτης. Μόλις πληροφορήθηκε ο Υπατιανός τη μετάσταση του Αγίου, καμμία από τις υποθέσεις του δε θεώρησε τόσο σημαντική ώστε να τον συγκρατήσει έστω και ελάχιστο. Αντίθετα όλα τα παράτησε και αμέσως μπαίνει στο καράβι και βρίσκοντας άνεμο ευνοϊκό φτάνει γρήγορα στη Λάμψακο. Ούτε κανείς άλλος απ’ όσους ζούσαν σε γειτονικά μέρη προτίμησαν να αμελήσουν. Γιατί και ο Κυζίκου αμέσως, κοντά σ’ αυτόν και ο Μελιτουπόλεως αλλά και ο Παρίου παρευρέθησαν αμέσως. Γιατί πώς ήταν δυνατόν να παραβλέψουν το θάνατο εκείνου που η ζωή του τους ήταν τόσο αγαπητή και που επιθυμούσαν να παραταθεί για πάρα πολύ χρόνο; Τί έγινε λοιπόν μετά; Το ιερόν εκείνον και όντως παρθενικό σώμα του Παρθενίου, αφού απέλαβε των ύμνων που του άρμοζαν στο μικρό παρεκκλήσι που ο ίδιος οικοδόμησε κοντά στον πάνσεπτο ναό, κατατίθεται με πολύ ευλάβεια και φιλοκαλία. Όμως δεν έφυγε από κοντά μας ο Παρθένιος, αλλά και τώρα ακόμη συμπαραστέκεται σ’ αυτούς που τον επικαλούνται· βοηθός ετοιμότατος «νόσους διώκων, δαίμονας απελαύνων, πάθη ψυχών τε και σωμάτων ιώμενος». Και ήταν τόσοι πολλοί που ωφελήθηκαν μετά το τέλος του, όσο και αυτοί που τον πρόλαβαν εν ζωή.




Β. ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΡΘΕΝΙΟΥ ΣΤΗ ΛΑΜΨΑΚΟ

Στην βιογραφία του Αγίου Παρθενίου αναφέρεται πως στον τάφο του (που είναι σε ναό που έκτισε ο άγιος όταν ζουσε προς τιμήν του Χριστού) στη Λάμψακο (και που τώρα είναι τούρκικη πόλη με το όνομα Λαμψέσκι)πάνε οι τούρκοι και ακουμπούν επάνω του τα ρούχα των άρρωστων παιδιών τους και συγγενών τους για να τους πάρει όπως λένε τις ασθένειες.Και ο άγιος τους θεραπεύει όλους. Για αυτό και οι τουρκοι τον αποκαλούν “Σαρί Μπαμπάη”, δηλαδή “Χρυσό Πατέρα” (το “χρυσό” το λένε και για την ωχρή όψη που έχει η απεικόνιση του στις εικόνες του).Τον αγαπούν όπως αγαπούν τον άγιο Γεώργιο και την Παναγία λόγω των ευεργεσιών τους προς αυτούς. Ακόμα μια μουσουλμάνα έχει αναλάβει να ανάβει καθημερινά το καντήλι του αγίου στον Τάφο του. Αν το ξεχάσει η το αμελήσει, το ίδιο βράδυ της εμφανίζεται στον ύπνο της και την ελέγχει για αυτό που ξέχασε…(αυτό γινόταν παλιά τη δεκαετία 80, τώρα δεν γνωρίζουμε αν ζει η τουρκάλα αυτή και το συνεχίζει η αν έχει αναλάβει άλλος αυτη την διακονία)

Γ. Ασχολούμενη με τον Άγιο Παρθένιο, γνώρισα από κοντά και τη συγκινητική περίπτωση της κ. Βασιλικής Μήλα, κατοίκου Κερατσινίου Πειραιά, που τον Ιούνιο του 1998, μετά από ειδικές εξετάσεις διαπίστωσε ότι προσβλήθηκε από την επάρατο νόσο και μάλιστα οι γιατροί δήλωσαν στο σύζυγο και τα παιδιά της ότι τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα και επικίνδυνα, γιατί ο καρκίνος που άρχισε από έναν όγκο στη μασχάλη έκανε μετάσταση γύρω. Θα έκαναν ο,τι μπορούσαν μεν, αλλά τα αποτελέσματα δεν θα ήταν και τόσο ελπιδοφόρα πιθανότατα.Οι πιθανότητες ζωής για την κ. Βασιλική μηδαμινές.

Όλη η οικογένεια βρέθηκε σε απελπιστική κατάσταση.Η κ. Βασιλική μπήκε στο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Πειραιά, το Μεταξά. Εκεί γίνονταν οι απαραίτητες εξετάσεις και πλησίασαν οι μέρες του χειρουργείου, το οποίο προγραμματίστηκε για τις 30 Ιουλίου, ημέρα Πέμπτη. Ομως, σ’ αυτό το σημείο, επενέβη ο Άγιος χωρίς κανείς να τον επικαλεστεί. Πάντως η οικογένεια είναι πιστή και σ’ αυτή τη δύσκολη ώρα κατέφυγε στη βοήθεια του Θεού.

Και Αυτός άκουσε τις προσευχές τους και έστειλε τον Άγιό του. Και μάλιστα ο Άγιος Παρθένιος ήλθε κοντά στην οικογένεια μ’ένα τρόπο συγκλονιστικό.Εμφανίστηκε το ίδιο βράδυ, Πέμπτη βράδυ, μία βδομάδα πριν το χειρουργείο, σε δύο από τα μέλη της οικογένειας με τρόπο διαφορετικό.Είδαν τον Άγιο ολοζώντανο ο κ. Γιώργος, σύζυγος της κ. Βασιλικής και η νύμφη της Αγγελική, ένα κορίτσι που με την αγάπη των αδελφών μοναζουσών μεγάλωσε στο Λύρειο Ίδρυμα.

Καταγράφουμε τα ίδια τα λόγια τους απομαγνητοφωνημένα, όπως μας τα διηγήθηκαν και τα μαγνητοφωνήσαμε για την εκπομπή «Θαύματα και θαυμάσια» του ραδιοσταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος, που μεταδόθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 1999.

«Στις 23 Ιουλίου, λίγες μέρες πριν χειρουργηθεί η πεθερά μου, είδα στον ύπνο μου ότι ανηφόριζα επάνω στο Λύρειο προς τον Άγιο Παρθένιο και βαστούσα αγκαζέ μία μοναχή από το Λύρειο Ίδρυμα. Ήτανε και τα παιδιά από πίσω και ανεβαίναμε, για να κάνουμε κάποια Λειτουργία. Μπροστά πηγαίνανε κάτι αμάξια και μπροστα από τα αμάξια πήγαινε ένας μοναχός. Γύρισα δίπλα μου και ρώτησα την αδελφή ποιος είναι ο μοναχός και μου είπε ότι είναι ο καινούργιος ιερέας και τον λένε Παρθένιο. Φθάσαμε στην Εκκλησία και ξεκίνησε η Λειτουργία. Φώναξε ο παππούλης την πεθερά μου και την έβαλε μπροστά στο ιερό και μένα δίπλα της. Σήκωσε το χέρι και τη σταύρωσε τρεις φορές και της λέει:«μη φοβάσαι, θα γίνεις καλά» και γυρίζει μετά σε μένα και μου λέει: «η πεθερά σου θα γίνει εντελώς καλά και θέλω να κάνετε μία Λειτουργία και να κοινωνήσει η πεθερά σου».

Και ο κ. Γιώργος: «Λοιπόν, όπως ανέβαινα επάνω,ανεβαίναμε με τη γυναίκα μου, με τα παιδιά, τη σταυροκοπούσα τη γυναίκα μου με λαδάκι, με βαμβακάκι, και βλέπω τον Άγιο Παρθένιο ακουμπισμένο στην κολώνα απ’ έξω απ’ την Εκκλησία και μου είπε· «ελάτε, σας περιμέναμε».

Είδαν λοιπόν τον Άγιο ζωντανό να τους μιλάει και να τους καλεί κοντά του. Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι η Αγγελική γνώριζε για τον Άγιο από το Λύρειο, αλλά ο πεθερός της δεν ήξερε τίποτα γι’ αυτόν, ούτε είδε ποτέ εικόνα του, ώστε να γνωρίζει τη μορφή του. Γιατί όπως είπε, πήγαινε στο Λύρειο, έβλεπε το εκκλησάκι του Αγίου κάτασπρο και ωραιότατο, σκαρφαλωμένο σ’ ένα ψηλό λόφο, αλλά ποτέ δεν μπήκε μέσα. Παρ’ όλα αυτά, είδε τον Άγιο στον ύπνο του, ακριβώς όπως απεικονίζεται στις εικόνες που υπάρχουν στο εκκλησάκι του Ιδρύματος….




Δ.Ο Άγιος σώζει μία εικοσιεξάχρονη κοπέλλα

Το θαύμα αυτό έχει σχέση με μία κοπέλλα, την κ.Στρατούλα από τη Χαλκίδα που στα 26 της χρόνια, το Σεπτέμβριο του 1996,προσβλήθηκε από καρκίνο. Να πως μας διηγείται η ίδια τον θαυματουργικό τρόπο με τον οποίο απαλλάχτηκε από αυτόν.

Στα 26 μου χρόνια, ένα test έδειξε ότι είχα προσβληθεί από τον ίο, που αλλοιώνει τα κύτταρα έξω από τον τράχηλο. ΟΙ γιατροί μου έκαναν κάποια επέμβαση, κόβοντας ένα κομμάτι από τον τράχηλο. Μετά από τρεις μήνες το test έδειξε ότι είχα γιατρευτεί. Ύστερα από κάποιο διάστημα ο ιός μου ξαναχτύπησε την πόρτα. Τότε αποφάσισα να θέσω τη ζωή μου στα χέρια του Αγίου Παρθενίου. Νήστεψα 40 ημέρες, εξομολογήθηκα, κοινώνησα και καθημερινά διάβαζα τον Παρακλητικό Κανόνα του Αγίου. Από την πρώτη κιόλας μέρα, είδα στον ύπνο μου τρεις φορές να εμφανίζεται και να χάνεται μπροστά μου μια τεράστια εικόνα του Αγίου Παρθενίου. Ήταν μεγάλη σαν όλο το δωμάτιο και φωτεινή. Τότε ξυπνώντας, κατάλαβα ότι ο Άγιος με είχε ακούσει και ήταν δίπλα μου. Δεν έπαψα να είμαι και εγώ κοντά του. Όταν ξανάκανα το test, η απάντηση ήταν αρνητική για τον ιό και είχε μείνει πια μια απλή φλεγμονή. Με δάκρυα ευχαρίστησα τον Άγιο Παρθένιο και αποφάσισα να συνεχίσω με περισσότερη πίστη τις προσευχές μου. Η επόμενη εξέταση ήταν αρνητική για κάθε κακοήθεια και δεν υπήρχε ούτε φλεγμονή. Όλα αυτά χωρίς φάρμακα, χωρίς γιατρούς, χωρίς τις επώδυνες και βασανιστικές θεραπείες για τον καρκίνο, που εφαρμόζουν οι γιατροί στις μέρες μας.

Τώρα τον έχω πάντα προστάτη μου, πάνω από το κρεβάτι μου και μία φορά την εβδομάδα ανεβαίνω στο Μοναστήρι να προσευχηθώ και να τον ευχαριστήσω. Στην προσπάθειά μου αυτή βοήθησαν οι δυο γερόντισσες μοναχές του Μοναστηριού που με τις συμβουλές και την κατανόηση τους τόνωσαν την ψυχή μου, για να μπορώ να προσεύχομαι με περισσότερη δύναμη και με όπλισαν με υπομονή και καρτερικότητα. Τις ευχαριστώ.

Πράγματι, μας διαβεβαιώνει η γερόντισσα Μαριάμ της Ι.Μ. Μακρυμάλλης (Σημείωση efthumhs: Τωρα είναι ανδρική η μονή), η κ. Στρατούλα είναι τελείως καλά. Τώρα παντρεύτηκε κιόλας και δεν ξεχνά ποτέ το τάμα της. Μία φορά την εβδομάδα σε ένδειξη σεβασμού, αγάπης και ευγνωμοσύνης προς τον Άγιο,ανεβαίνει στο Μοναστήρι μας, γονατίζει μπροστά στην αγία κάρα του και τον ευχαριστεί για το μεγάλο δώρο που της έκανε.



Σωτηρία αθέου ψυχής και σημείο Αγίου Παρθενίου Λαμψάκου

Διηγείται κάποια την ακόλουθη άκρως συγκινητική μα και αληθινή ιστορία (2008)…

Θα ήταν μια συνηθισμένη μέρα η σημερινή. Και μάλιστα πολύ καλύτερη από τις προηγούμενες. Η δουλειά πήγε καλά σήμερα, τα σχέδια για τις γιορτές ήταν πολλά. Μέχρι που χτύπησε το τηλέφωνο. ΚΑΡΚΙΝΟΣ.Έτσι απλά το είπε. Είχε κλάψει λίγο πριν, δεν είμαι και σίγουρος. Έχω ΚΑΡΚΙΝΟ Κώστα, είπε. Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ έχει «παράδοση» στην οικογένειά μας. Πριν 3 χρόνια ο πατέρας χτυπήθηκε από αυτή την αγάπη Του Θεού. Έφυγε στις 28 Οκτωβρίου του2005, από τον «ΑΓΙΟ ΣΑΒΒΑ», ανήμερα της Αγίας Σκέπης. Δοξολογούσαμε το Θεό εκείνη την ημέρα και ευχαριστούσαμε την Παναγία μας που τον πήρε την ημέρα της.Ακούγονται ίσως «τρελά» όλα αυτά… Δοξολογούσατε το Θεό επειδή …πήρε τον πατέρα σας;;; ΝΑΙ! Ο πατέρας ήταν άθρησκος. Πέρασε Κατοχές, Εμφύλιο,Μακρονήσια, Άγιο Ευστράτιο, επιθέσεις ΧΙτών, απορρίφθηκε από την Εμποροπλοιάρχων λόγω φρονημάτων και εργάσθηκε στις οικοδομές για 50 χρόνια.Άθεο τον φώναζαν αλλά απλά ΑΘΡΗΣΚΟΣ ήταν. Άθεος έλεγε πως ήταν και χασκογελούσε, ΕΩΣ ΟΥ…

Μέχρι την ημέρα που ψηλάφισε τις πληγές του Κυρίου. Μέχρι την ώρα που αυτός ο ΑΡΝΗΤΗΣ του Υπερφυσικού είδε την Παρουσία Του Κυρίου. Τον πήγα με το ζόρι στο νοσοκομείο θυμάμαι. Ο γιατρός δεν χρειάστηκε πολύ χρόνο για να μου το πει. ΚΑΡΚΙΝΟΣ, είπε απλά. Ο πατέρας γέλασε και τίναξε νευρικά το Ριζοσπάστη – πάντα τον αγόραζε πρωί πρωί λες και φοβόταν μην εξαντληθεί. Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ «κράτησε» 4 χρόνια. Ο πατέρας γνώρισε το Χριστό με ένα θαύμα. Πήγαμε στον άγιο Παρθένιο (θεραπευτής καρκινοπαθών) και προσπάθησε να ανάψει το καντήλι του αγίου. Δεν άναβε. Σκέφτηκε να πάει στο αμάξι και να φέρει άλλον αναπτήρα. Μόλις γύρισε την πλάτη του το καντήλι έβγαλε φλόγα ενός μέτρου.Ο πατέρας δεν μίλησε… το είδαμε όλοι αυτό που έγινε. Εκείνος δεν μίλησε.Ήταν έτοιμος όμως. Ζήτησε ΣΥΓΓΝΩΜΗ από τον Χριστό. Τον δέχτηκε στην καρδιά του.Πίστεψε στον Κύριο. Τις τελευταίες μέρες του μας έλεγε Πατερικό Λόγο, χωρίς να έχει ιδέα από Πατέρες. Ο πατέρας συγχωρέθηκε και είναι στον παράδεισο του Χριστού. Το ξέρω αυτό. Δεν μπορώ να σας το αποδείξω. Το ξέρω όμως. Την μέρα που έφυγε για τον Χριστό γιόρταζε η Παναγία μας. Συμβολισμός; Για κάποιους αφελείς όπως εγώ, Ναι. Θυμάμαι στο διπλανό δωμάτιο έφυγε και κάποιος άλλος αδελφός. Η γυναίκα του βλασφημούσε την Παναγία που της πήρε τον άντρα. Εμείς στο άλλο δωμάτιο είχαμε στήσει Δοξολογία. Κάποιος έφυγε από τον μάταιο τούτο κόσμο και πήγε στην πραγματική πατρίδα του. Δεν είναι αυτός λόγος να δοξολογείς τον Κύριο;….



Ε.Μια συγκλονιστική μαρτυρία

Σαν πρώτο θαύμα απαλλαγής από τη φοβερή νόσο του καρκίνου, παραθέτουμε τη γεμάτη περιπέτειες μαρτυρία του κ. Στέφανου Στεφάνου,συνταξιούχου ναυτικού, που κατοικεί στον Πειραιά και κατάγεται από την Άνδρο. Ο ίδιος μας έγραψε την ιστορία του και εμείς την καταχωρούμε χωρίς καμμία αλλαγή.

Ποιος άνθρωπος στον κόσμο αυτόν δεν πόνεσε ψυχικά και σωματικά; Και ποιος δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να ρωτήσει γιατί ο πόνος στον κόσμο. Ο ουρανός δεν είναι πάντα ξάστερος και το πέλαγος δεν είναι πάντα γαλήνιο. Τον ουρανό τον σκεπάζουν σύννεφα βαρειά και μαύρα και ξεσπούν τρομερές νεροποντές και καταιγίδες. Τα ολόμαυρα σύννεφα του πόνου και οι καταιγίδες των δακρύων τον κατακλύζουν.

Τέτοιες καταιγίδες πέρασε και ο ομιλών με τις ασθένειες του καρκίνου. Παραμονές Χριστουγέννων 1982 διεγνώσθη όγκος στο παχύ έντερο μεγάλος. Τότε επισκέφθηκα τον μακαριστό πατέρα Πορφύριο, ο οποίος με ενίσχυσε και μου είπε: «να πας να εγχειρισθής και θα γίνης καλά».

3.1.1983 έγινε η εγχείρησις στο παχύ έντερο και η ιστολογική εξέτασις έδειξε κακοήθη καρκίνο.

Τον Μάρτιο του 1984 παρουσιάζεται όγκος στον αριστερό πνεύμονα. Εγχειρίσθηκα 21 Μαρτίου, μου αφαιρέσανε τον μισό αριστερό πνεύμονα και η ιστολογική εξέτασις έδειξε καρκίνο εκ μεταστάσεως εκ του έντερου.

Τον Οκτώβριο του ιδίου έτους 1984, παρουσιάζεται στο δεξιό πνεύμονα όγκος, εγχειρίσθηκα και πάλι˙ η ιστολογική έδειξε μετάσταση εκ του έντερου.

Τον Δεκέμβριο του 1987 κάνοντας Check up, αξονικές τομογραφίες κ.λπ. βρέθηκα και πάλι κτυπημένος στον δεξιό πνεύμονα.

Χειρουργήθηκα, η ιστολογική έδειξε και πάλι μετάσταση εκ του έντερου, κακοήθης καρκίνος.

Τότε όμως, προ της τρίτης εγχειρίσεως, όταν μου ανηγγέλθη ότι ο δεξιός πνεύμων πάλι παρουσιάζει όγκον καρκίνου και ότι, εάν δεν εγχειρισθώ συντόμως, εντός τριών μηνών θα επέλθη ο θάνατος.

Ήμουν τότε στο Λονδίνο και τόσο πολύ ελυπήθην από αυτόν τον ψυχικόν πόνον φεύγοντας από το γραφείον του ιατρού και πηγαίνοντας πεζός στο ξενοδοχείον, επότισα δια των δακρύων μου τους δρόμους του Λονδίνου λέγοντας:

Θεέ μου, δεν χρειάζεται να βρέξης, εγώ επότισα με τα δάκρυα μου το Λονδίνο.

Εφοβήθην όμως την τρίτη εγχείρηση πνεύμονος και ο ιατρός πνευμονολόγος Stephen Spiro University College επέμενε να γίνη και αυτή η εγχείρησις από τον χειρούργον Peter Goldstraw εις Brompton Hospital.

Ο χειρούργος Peter Goldstraw μας είπε ότι η εγχείρησις θα χρειασθή 5 με 6 ώρες. Μετεφέρθην στο χειρουργείον προς εγχείρησιν και σε μία και μισή (1 1/2) ώρα εβγήκε ο χειρούργος και είπε στην σύζυγόν μουFinish.

Εκείνη ετρόμαξε ότι η με έραψε χωρίς να με εγχειρήση η πέθανα.

Αλλά ο χειρούργος Peter Goldstraw διεθνούς φήμης χειρούργος πνευμόνων την καθησύχασε λέγοντας:

«Η εγχείρησις έγινε πολύ καλά αλλά εμένα, λέει ο γιατρός, όσο χειρουργούσα τα χέρια μου έφευγαν και δεν κατάλαβα πως τελείωσε τόσο γρήγορα η εγχείρησις».

Ο Μεγάλος Θεός έστειλε τον Αγιόν Του και Αυτός ο Άγιος με χειρούργησε. Ήτο πάλι κακοήθης καρκίνος εκ μεταστάσεως.

Σε ένα χρόνο πάλι, ακριβώς Δεκέμβριος του 1988,ξανά άλλη επέμβαση πάλι στο δεξιό πνεύμονα. Καρκίνος κακοήθης εκ μεταστάσεως από το έντερο. Στην τετάρτη εγχείρηση θα χρειασθή μου είπαν 15 ημέρες νοσοκομείον αλλά, λόγω των Χριστουγέννων που φεύγει το προσωπικό και λόγω ότι πήγαινα καλά στην εγχείρηση, στις 6 ημέρες με έβγαλαν και πήγα στο ξενοδοχείον και έτσι έγιναν μία εγχείρησις στα έντερα και 4 εγχειρήσεις στους πνεύμονες.

Αν και έχει μείνει ο αριστερός πνεύμονας μισός και ο δεξιός τρεις φορές εγχειρισμένος, ζω από την τελευταία εγχείρησιν με την βοήθεια του Θεού 10 χρόνια χωρίς να έχω δύσπνοιες. Παρ’ όλο που η δύναμις των πνευμόνων είναι πάρα πολύ πεσμένη.

Φωνάζω όμως και εγώ σαν τον Μπετόβεν: «Πάνσοφε Θεέ, δώσε ο,τι θέλεις, είτε ευχάριστο είτε δυσάρεστο, φτάνει να προέρχεται από το χέρι σου».

Και είη το όνομα Κυρίου ευλογημένο, ως μου υπέδειξε ο μακαριστός πατήρ Ιάκωβος Τσαλίκης της Ιεράς Μονής Οσίου Δαβίδ, καθώς και Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν. Εν ημέρα θλίψεώς μου τον Θεό εξεζήτησα και δια τούτο όχι μόνον θα τον εκζητώ αλλά και θα τον ομολογώ.

Τα θαύματα έγιναν το ένα κατόπιν του άλλου:

Δια των Αγίων Παρθενίου Επισκόπου Λαμψάκου του Θαυματουργού, του οποίου η Εκκλησία ευρίσκεται εις Λύρειον Ίδρυμα Μάτι Αττικής.Ο Άγιος Παρθένιος εορτάζει 7 Φεβρουαρίου ο οποίος και είναι ο προστάτης Άγιος δια τον καρκίνον.

Το δεξί χέρι του Αγίου Παρθενίου ευρίσκεται εις Ιεράν Μονή Αγίου Νικολάου Ανδρου το οποίο πολλές φορές προσκύνησα.

Δια πρεσβειών του Αγίου Νεκταρίου, Αγίου Παταπίου,Οσίου Δαβίδ Ευβοίας, Αγίου Εφραίμ Νέας Μάκρης, τους οποίους όλους παρακάλεσα δια των προσευχών μου. Και δια των προσευχών του Πνευματικού μου Πατέρα,αειμνήστου Γρηγορίου Μητροπολίτου Καστοριάς. Δια προσευχών του πατρός ΣωφρονίουEssex Αγγλίας, του πατρός Πορφυρίου, του πατρός Ιακώβου Τσαλίκη και του πατρός Παϊσίου Αγίου Όρους.

Αυτή την στιγμή ευρίσκομαι εν τη ζωή, αν και οι γιατροί είχαν αποφανθή ότι δεν θα ζήσω. Διότι τρίτη και τέταρτη εγχείρησις καρκίνου στους πνεύμονες δεν είχε γίνει σε κανένα διεθνώς.

Ο πατήρ Πορφύριος και ο πατήρ Σωφρόνιος κάθε φορά που τους επισκεπτόμουν μου έλεγαν «θα γίνης καλά».

Πέρασαν 10 χρόνια από την τελευταία εγχείρηση και με την βοήθεια του Θεού η ασθένεια εσταμάτησε.

Εγώ όμως δεν σταμάτησα να επικαλούμαι την βοήθεια του Θεού, της Παναγίας και των Αγίων και του Αγίου Παρθενίου που είναι άγιος του καρκίνου. Προ 4 ετών πηγαίνοντας στο Λονδίνο δια εξετάσεις ο ιατρός εδάκρυσε,όταν με είδε και είπε: «δεν ήλπιζα να σε ξαναδώ».

Πράγματι, όλα αυτά που διαβάσαμε είναι περισσότερο από συγκλονιστικά. Ο κύριος Στέφανος μετά από τοσες περιπέτειες ζει θαυματουργικά, απαλλαγμένος τελείως από τον καρκίνο ήδη από το 1988, παρ’όλο που οι γιατροί του Λονδίνου όπου έγιναν όλα τα χειρουργεία δήλωναν στη σύζυγο του, κ. Γαρυφαλλιά· «δεν πρόκειται να ζήσει, σύντομα θα επέλθει ο θάνατος, γιατί δεν είναι δυνατόν μόνο τέσσερα κύτταρα να ξέφυγαν. Να δούμε πόσα άλλα θα ξέφυγαν και που πήγαν και φώλιασαν». Και όμως ζει και μάλιστα χωρίς αναπνευστικά προβλήματα. Γεμάτος δε ευγνωμοσύνη προς τον άγιο έκτισε και το εκκλησάκι του στο Λύρειο Ίδρυμα, στο Μάτι Αττικής, αφού ζήτησε άδεια από τον τότε Μητροπολίτη Αττικής, αείμνηστο Δωρόθεο, ο οποίος, όταν πληροφορήθηκε το θαύμα του Αγίου Παρθενίου, συγκινήθηκε πολύ και έδωσε την συγκατάθεση του.

Θεραπεύει την πνευμονία

Ο ΘΕΟΦΟΡΟΣ Άγιος Παρθένιος δεν εκδιώκει μόνο δαίμονες, αλλά «ο λαμπρός εωσφόρος των θαυματουργημάτων», «θαυμάτων πλήθει εμπρέψας», απλώνει τη θαυματουργική του δράση σε όλες τις ασθένειες και αναδεικνύεται «των πασχόντων προστάτης και θλιβομένων θερμός αντιλήπτωρ».

Η κυρία Κυριακή Βερτοπούλου, κάτοικος Ζωγράφου,μας διηγήθηκε ένα θαύμα που της έκανε ο Άγιος Παρθένιος την εποχή ακόμη που κτιζόταν το εκκλησάκι του στο Λύρειο Ίδρυμα.

Αρρώστησε πολύ τότε η κυρία Κυριακή από βαριά πνευμονία. Η κατάστασή της ήταν πολύ σοβαρή και γινόταν ακόμη πιο σοβαρή,επειδή στα είκοσι τρία χρόνια της είχε προσβληθεί από φυματίωση και έχασε τον ένα της πνεύμονα. Ετσι, παθαίνοντας πνευμονία, κινδύνεψε ακόμα και η ζωή της.Δεν μπορούσε καθόλου να αναπνεύσει, μελάνιαζε ολόκληρη, έμενε γι΄ αυτόνοσηλευότανστοΣισμανόγλειοΝοσοκομείοανέπνεε μόνο με τη βοήθεια οξυγόνου. Ο σύζυγός της, που επισκέφθηκε το Λύρειο Ίδρυμα,γνώρισε κάποιον, από τον οποίο πληροφορήθηκε για τη θαυμαστή θεραπεία του από τον καρκίνο, καθώς και για το εκκλησάκι του Αγίου Παρθενίου που κτιζόταν εκεί. Οταν πήγε στο Σισμανόγλειο να δει τη γυναίκα του, της διηγήθηκε όλα όσα έμαθε. Εκείνη,βρισκόμενη σε απελπιστική κατάσταση, συγκινήθηκε από το μεγάλο θαύμα, έκλαψε και θέλησε να παρακαλέσει τον Άγιο να σπλαγχνισθεί και αυτήν και να την απαλλάξει από τη βασανιστική αρρώστια, χαρίζοντάς της τη ζωή.

Τον επικαλέστηκε θερμα· «καλέ μου Άγιε, που κάνεις τόσο μεγάλα θαύματα, κάνε με και μένα καλά και θα φέρω στο εκκλησάκι σου ένα καντήλι»!

Τι ήταν εκείνο; Αμέσως έγινε καλά και βγήκε από το νοσοκομείο. Οι γιατροί που την είχαν ξεγραμμένη θαύμασαν, έμειναν εκστατικοί,απόρησαν πως έγινε αυτό. Η κατάστασή της ήταν τόσο σοβαρή που υπολόγιζαν ότι,εάν κατάφερνε να επιβιώσει, θα χρειαζόταν τουλάχιστον δύο μήνες θεραπεία μέσα στο νοσοκομείο. Και όμως, στις ημέρες βγήκε με την επέμβαση του Αγίου.

Η κ. Κυριακή από τότε είναι τελείως καλά. Αναπνέει χωρίς κανένα πρόβλημα και ανεβαίνει επάνω στον Άγιο με τόση ευκολία, όπως χαρακτηριστικά μας είπε, «σαν μικρό κοριτσάκι». Ετσι ανέβηκε, και όταν την έκανε καλά, κρατώντας το τάμα της στα χέρια.

Ο Άγιος Παρθένιος τώρα είναι πια προστάτης και βοηθός της σε κάθε δύσκολη ώρα. Αυτόν επικαλείται και δεν αργεί να «ακούσει»την απάντησή του, να δει τη βοήθειά του…


(Πηγή: Μαρίας Μελετίου-Μακρή, Ο θεραπευτής των ασθενειών του αιώνα μας. Αθήνα 2005 – αποσπάσματα)

Πηγή :www.vatopedi.gr

Πηγή:Μαρίας Μελετίου-Μακρή, Φιλολόγου, Ο Θεραπευτής Των Ασθενειών Του Αιώνα Μας Άγιος Παρθένιος Λαμψάκου, Αθήνα 2010, Σελ. 71-72.

Αναδημοσίευση Από:Θησαυρός Γνώσεων & Ευσεβίας


Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2021

Άγιος Φώτιος ο Μέγας Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

 Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν καί ἰσαποστόλου Φωτίου, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ ῾Ομολογητοῦ.




῾Ο Μέγας Φώτιος ἔζησε κατά τούς χρόνους πού ἐβασίλευσαν οἱ αὐτοκράτορες Μιχαήλ (842-867 μ.Χ.), υἱός τοῦ Θεοφίλου, Βασίλειος Αύ ὁ Μακεδών (867-886 μ.Χ.) καί ὁ Λέων ΣΤύ ὁ Σοφός (886-912 μ.Χ.), υἱός τοῦ Βασιλείου. ᾿Εγεννήθηκε περί τό 810 μ.Χ. στήν Κωνσταντινούπολη ἀπό εὐσεβή καί ἐπιφανή οἰκογένεια, πού ἀγωνίσθηκε γιά τήν τιμή καί προσκύνηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Σέργιος καί Εἰρήνη καί καταδιώχθηκαν ἐπί τοῦ εἰκονομάχου αὐτοκράτορος Θεοφίλου (829-842 μ.Χ.). ῾Ο ῞Αγιος Σέργιος, τοῦ ὁποίου τή μνήμη τιμᾶ ᾿Εκκλησία στίς 13 Μαΐου, ἦταν ἀδελφός τοῦ Πατριάρχου Ταρασίου (784-806 μ.Χ.) καί περιπομπεύθηκε δέσμιος ἀπό τό λαιμό ἀνά τίς ὁδούς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐστερήθηκε τήν περιουσία του καί ἐξορίσθηκε μετά τῆς συζύγου καί τῶν παιδιῶν του σέ τόπο ἄνυδρο, ὅπου ἀπό τίς ταλαιπωρίες ἀπέθανε ὡς ῾Ομολογητής.

῾Ο ἱερός Φώτιος διέπρεψε πρῶτα στά ἀνώτατα πολιτικά ἀξιώματα. ῞Οταν μέ ἐντολή τοῦ αὐτοκράτορος ἀπομακρύνθηκε βιαίως ἀπό τόν πατριαρχικό θρόνο ὁ Πατριάρχης ᾿Ιγνάτιος, ἀνῆλθε σέ αὐτόν, τό ἔτος 858 μ.Χ., ὁ ἱερός Φώτιος, ὁ ὁποῖος διακρινόταν γιά τήν ἁγιότητα τοῦ βίου του καί τήν τεράστια μόρφωσή του. ῾Η χειροτονία του εἰς ᾿Επίσκοπον ἔγινε τήν μέρα τῶν Χριστουγέννων τοῦ ἔτους 858 μ.Χ. ὑπό τῶν ᾿Επισκόπων Συρακουσῶν Γρηγορίου τοῦ ᾿Ασβεστᾶ, Γορτύνης Βασιλείου καί ᾿Απαμείας Εὐλαμπίου. Προηγουμένως βέβαια ἐκάρη μοναχός καί ἀκολούθως ἔλαβε κατά τάξη τούς βαθμούς τῆς ἱερωσύνης.

῾Ο ἱερός Φώτιος μέ συνοδικά γράμματα ἀνακοίνωσε, κατά τά καθιερωμένα, τά τῆς ἐκλογῆς του στούς Πατριάρχες τῆς ᾿Ανατολῆς καί ἐτόνισε τήν ἀποκατάσταση τῆς εἰρήνης στήν ᾿Εκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως. ᾿Αλλά πρίν ἀκόμη προλάβει νά τήν παγιώσει ἐπῆλθε ρήξη μεταξύ τῶν ἀκραίων πολιτικῶν καί τῶν ὀπαδῶν τοῦ Πατριάρχου ᾿Ιγνατίου, τῶν «᾿Ιγνατιανῶν». Οἱ «᾿Ιγνατιανοί» συγκεντρώθηκαν στό ναό τῆς ῾Αγίας Εἰρήνης, ἀφόρισαν τόν ἱερό Φώτιο καί ἀνακήρυξαν Πατριάρχη τόν ᾿Ιγνάτιο. ῾Ο ῞Αγιος Φώτιος συγκάλεσε Σύνοδο στό ναό τῶν ῾Αγίων ᾿Αποστόλων γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ ἀνακύψαντος ζητήματος. ῾Η Σύνοδος κατεδίκασε ὡς ἀντικανονικές τίς ἐνέργειες τῶν «᾿Ιγνατιανῶν» καί ἐτόνισε ὅτι ὁ ᾿Ιγνάτιος, ἀφοῦ παραιτήθηκε ἀπό τό θρόνο, δέν ἦταν πλέον Πατριάρχης καί ὅτι ἐάν διεκδικοῦσε καί πάλι τήν ἐπιστροφή του στόν πατριαρχικό θρόνο, τότε αὐτόματα θά ὑφίστατο τήν ποινή τῆς καθαιρέσως καί τοῦ ἀφορισμοῦ.

῾Ο μεγάλος αὐτός πατέρας τῆς ᾿Εκκλησίας ἱερούργησε, ὡς ἄλλος ἀπόστολος Παῦλος, τό Εὐαγγέλιο. ᾿Αγωνίσθηκε γιά τήν ἀναζωπύρωση τῆς ἱεραποστολικῆς συνειδήσεως, πού περιφρουρεῖ τήν πνευματική ἀνεξαρτησία καί αὐτονομία τῶν ὀρθοδόξων λαῶν ἀπό εἰσαγωγές ἐθίμων ξένων πρός τήν ἰδιοσυγκρασία τους, μέ σκοπό τήν ἀλλοίωση τῆς ταυτότητος καί τῆς πνευματικῆς τους ζωῆς. Διότι ἐγνώριζε ὅτι ὁ μέγιστος ἐχθρός ἑνός λαοῦ εἶναι ἀπώλεια τῆς αὐτοσυνειδησίας του, φθορά τῆς πολιτισμικῆς του ἰδιοπροσωπίας καί ἀλλοίωση τοῦ ἤθους του. ῾Ο ἱερός Φώτιος ἐγνώριζε τήν ἱεραποστολική δραστηριότητα τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ἀφοῦ ἀναφέρεται πολλές φορές στό ἔργο αὐτό, καί μάλιστα ἐπηρεάσθηκε ἀπό αὐτή στό θέμα τῆς χρήσεως τῶν ἐπιτοπίων γλωσσῶν καί τῶν μοναχῶν ὡς ἱεραποστόλων56. ᾿Επί μερῶν του ἐκχριστιανίσθηκε τό ἔθνος τῶν Βουλγάρων, τό ὁποῖο ἐμυσταγώγησε πρός τήν ἀμώμητη πίστη τοῦ Χριστοῦ καί τό ἀναγέννησε μέ τό λουτρό τοῦ θείου Βαπτίσματος.

῾Ο ἱερός Φώτιος διεξήγαγε μεγάλους καί ἐπιτυχεῖς ἀγῶνες ὑπέρ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως ἐναντίον τῶν Μανιχαίων, τῶν Εἰκονομάχων καί ἄλλων αἱρετικῶν καί ἐπανέφερε στούς κόλπους τῆς Καθολικῆς ᾿Ορθοδόξου τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας πολλούς ἀπό αὐτούς.

«῞Απαντα μέν τά ἀνθρώπινα συγκαταρρεῖ τῷ χρόνῳ καί ἀφανίζεται· ἀρετή δέ... καί χρόνου καί παθῶν καί αὐτοῦ τοῦ θανάτου περιγίνεται· εἰ δέ ἀκριβέστερον ἴδοις, τῷ χρόνῳ καί τῷ θανάτῳ μᾶλλον ἀναζῇ καί θάλλει, καί τό οἰκεῖον κλέος καί τήν εὐπρέπειαν, ἐναποσβεσθέντος αὐτοῖς τοῦ φθόνου, λαμπρότερόν τε καί θαυμασιώτερον ἀναδείκνυται».

῾Ο λόγος αὐτός, ἀπόσταγμα τῆς βαθιᾶς πίστεως καί τῆς κατά Θεόν σοφίας τοῦ ᾿Ισαποστόλου Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ ῾Ομολογητοῦ, «μυρίαις ἀρεταῖς ἐξανθήσαντος καί πάσῃ γνώσει διαλάμψαντος», πληρέστατα ἐφαρμόζεται σέ αὐτόν τόν εἰπόντα, τόν ὁποῖο ἀδιάφθορη συνείδηση τῆς ᾿Εκκλησίας καί τοῦ Γένους, ὁμολόγησαν αὐτόν ῞Αγιο καί ᾿Ισαπόστολο «τοῖς οὐρανίοις ἀδύτοις ἐγκατοικιζόμενον», ὡς «ἀοίδιμον μέν τοῖς διωγμοῖς, δεδοξασμένον δέ τοῖς θανάτοις».

Τό θεολογικό του ἔργο ἐδικαίωνε τούς ἀγῶνες τῆς ᾿Εκκλησίας, ἐβεβαίωνε τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ἐνέπνεε τήν ἐκκλησιαστική συνείδηση γιά τή συνεχή ἐγρήγορση τοῦ ὅλου ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος. ῾Υπό τήν ἔννοια αὐτή ἐκκλησιαστική συνείδηση διέκρινε στό πρόσωπό του τόν ὑπέρμαχο τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί τόν ἐκφραστή τοῦ αὐθεντικοῦ φρονήματος τῆς ᾿Εκκλησίας. Σέ οἱονδήποτε στάδιο τοῦ βίου καί ἄν παρακολουθήσουμε τόν ἱερό Φώτιο, εἴτε στή Βιβλιοθήκη, ἐπιδιδόμενο σέ μελέτες, εἴτε ὡς καθηγητή τῆς φιλοσοφίας στό πρῶτο Πανεπιστήμιο τῆς Μεσαιωνικῆς Εὐρώπης τῆς Μαγναύρας σέ μιά ἐποχή πού Δύση ἦταν ἀκόμη βυθισμένη στό τέλμα τῶν σκοτεινῶν αἰώνων, εἴτε ὑπουργοῦντα σέ ἀξιώματα μεγάλα καί περιφανή τῆς Πολιτείας, εἴτε κοσμοῦντα τόν ἁγιότατο πατριαρχικό θρόνο τῆς Κωνσταντινουπολίτιδος ᾿Εκκλησίας, εἴτε ἐξασκούμενο στήν ἐλεημοσύνη καί τή φιλανθρωπία, εἴτε ὑφιστάμενο τήν παραγνώριση τῶν ἀνθρώπων καί τίς σκληρές στερήσεις δύο ἐξοριῶν, παντοῦ ἀναγνωρίζουμε τόν μαχόμενο ὑπέρ τῆς ἀληθοῦς ὀρθοδόξου πίστεως, τῆς «ἀποστολικῆς τε καί πατρικῆς παραδόσεως» καί «τῆς προγονικῆς εὐσεβείας», ὁποία ἀποτελεῖ καί τό περιεχόμενο τῆς πατερικῆς διδασκαλίας αὐτοῦ. Γι᾿ αὐτό καί ὁ Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Βασίλειος καταθέτοντας τή συνείδηση τῆς ᾿Εκκλησίας περί τῆς πρώιμης ἁγιοποιήσεως τοῦ μεγάλου ῾Ιεράρχου γράφει·

«Φώτιος γάρ ἦν ὁ μακάριος, ὁ φωτός ἀκτῖσι φερωνύμως τοῦ ὀνόματος πλήθει διδασκαλιῶν καταλάμψας τά πέρατα, ὁ ἐξ αὐτῶν σπαργάνων ἀφιερωθείς τῷ Χριστῷ, ὡς ὑπέρ τῆς αὐτοῦ εἰκόνος δημεύσει καί ἐξορίᾳ, τούτοις δή τοῖς ἀθλητικοῖς ἐκ προοιμίου ἀγῶσι συγκοινωνήσας τῷ γεννήτορι, οὗ καί ζωή θαυμαστή καί τό τέλος ἐπέραστον, ὑπό Θεοῦ τοῖς θαύμασι μαρτυρουμένη».

῾Η ζωντανή ὀρθόδοξη πίστη, κατά τόν ἱερό Πατέρα, πίστη τῆς ἀληθείας, εἶναι ἀρχή τῆς χριστιανικῆς μας ὑποστάσεως καί ἐπιβάλλει τήν συνεχή προσπάθεια γιά τό «ἀνακεφαλαιώσασθαι τά πάντα ἐν Χριστῷ, τά ἐπί τοῖς οὐρανοῖς καί τά ἐπί τῆς γῆς», γιά τήν πραγμάτωση τῆς «καινῆς κτίσεως», πού ἐπιτυγχάνεται μέ τή δυναμική γεφύρωση, σύνδεση καί ἀλληλοπεριχώρηση τοῦ θείου καί ἀνθρωπίνου στοιχείου. ῾Ο Χριστός ἑνώνει στό πρόσωπό Του τή θεία μέ τήν ἀνθρώπινη φύση. Αὐτό σημαίνει ὅτι θεότητα καί ἀνθρωπότητα ἔχουν ἐν Χριστῷ ἕνα κοινό τρόπο ὑπάρξεως καί αὐτός ὁ τρόπος εἶναι ἑνότητα, ἀλληλοπεριχώρηση τῶν προσώπων, κοινωνία τῆς ἀγάπης. ῾Η ἕνωση τῆς θείας μέ τήν ἀνθρώπινη φύση στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μιά ἀφηρημένη ἀρχή. Φανερώνεται σέ μᾶς ὅπως φανερώνεται πάντοτε φύση· μόνο ὡς τρόπος ὑπάρξεως, δηλαδή ὡς δυνατότητα ζωῆς. Εἶναι δυνατότητα νά ζήσουμε, νά πληρωθεῖ ἀπύθμενη δίψα γιά ζωή πού βασανίζει τήν ὕπαρξή μας, νά ζήσουμε ὅλες τίς δυνατότητες τῆς ζωῆς νικώντας τήν ἀναπηρία καί τό θάνατο τῆς τεμαχισμένης ὑπάρξεως. ᾿Αρκεῖ νά ἀποδεχθεῖ ὁ ἄνθρωπος τήν ἁμαρτία καί ἀποτυχία του καί νά ζήσει τήν κένωση τοῦ Χριστοῦ, τή ζωή τοῦ Θεοῦ.

῾Η ἀληθινή χριστιανική ζωή εἶναι γέφυρα πού συνδέει τόν οὐρανό μέ τή γῆ, συνεχής πηδαλιούχηση τοῦ πορθμείου ἐκείνου, τό ὁποῖο, ὅπως λέγει ὁ ἱερός Φώτιος, ἔρχεται ἀπό τόν οὐρανό καί «διαπορθμεύει μῖν τήν ἐκεῖθεν ἀγαθοειδῆ καί θείαν εὐμένειαν» καί Χάρη. Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι τό ἀληθινό ἦθος τῆς ᾿Ορθοδοξίας· ἀναγέννηση, ἕνωση, μετοχή καί κοινωνία μέ τόν Χριστό διά τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος.

Τό ὀρθόδοξο, λοιπόν, ἦθος, πού εἶναι κοινωνία τοῦ προσώπου μέ τόν Θεό Πατέρα ἐν Χριστῷ διά τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος καί ὁ ἁγιασμός τοῦ ὅλου ἀνθρώπου στήν ὁδό τῆς θεώσεως ἀρχίζει νά ὑπάρχει μόνο ὅταν ἔχουμε ὡς προϋπόθεση τήν ὀρθή πίστη, τήν ὀρθοδοξία. Γι αὐτό οὐδέποτε ὁ ῞Αγιος ἀνέχθηκε ὁποιαδήποτε παρασιώπηση ἤ παραφθορά τῆς ἀλήθειας.

Γράφει χαρακτηριστικά ὁ ἱερός Φώτιος πρός τόν Πάπα Νικόλαο· «Τά οἰκουμενικαῖς καί κοιναῖς τυπωθέντα ψήφοις πᾶσι προσήκει φυλάττεσθαι». Διότι, διά τῆς ἐπιμελοῦς φυλάξεως τῆς διδασκαλίας τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, «πᾶσα καινοτομία καί αἵρεσις ἀπελαύνεται· τό δέ τῆς ᾿Ορθοδοξίας ἀκήρατον καί ἀρχαιοπαράδοτον φρόνημα ταῖς εὐσεβούντων ψυχαῖς εἰς ἀδίστακτον σεβασμιότητα καθιδρύνεται». ῎Ετσι μία γενεά, μετά φόβου Θεοῦ, παραδίδει στήν ἐπερχόμενη τά τῆς πίστεως πολύτιμα κεφάλαια πού ἔλαβε, μέ πλήρη συναίσθηση ὅτι καί ἐπερχόμενη θά διατηρήσει ἀλώβητη τήν πίστη. Σέ μία ὁμιλία του ὁ ῞Αγιος ἐξαίρει τή σπουδαιότητα τῆς συνεχιζόμενης ἀνελλειπῶς διαδοχῆς·

«Πρό τῆς ἑβδόμης Συνόδου, ἔσχε πρό ταύτης Πρώτη πολλῶν ἐν μέρει τάς πράξεις μιμήσασθαι. ῾Η Δευτέρα τήν Πρώτην ὑπογραμμόν καί τύπον ἐδέξατο, τῆς δέ Τρίτης αὐτή μετά τήν πρώτην ὑπῆρξε παράδειγμα, ναί δή καί Τετάρτην ταυταῖς ἐπλούτει μιμήσασθαι καί ταῖς ἐφεξῆς ὑπῆρχον αἱ προλαβοῦσαι διδάσκαλοι».

῾Η ἀπαρίθμηση ἐδῶ τῶν Συνόδων δέν εἶναι συμπτωματική. Γιά τόν ῞Αγιο, τόν τῆς ἀπλανοῦς γνώσεως κανόνα, τό παρελθόν, παράδοση, τά γενόμενα στό ἅγιο Σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ δέν ἀποτελοῦν ἁπλᾶ ἱστορικά γεγονότα. Μάλλον ἀποτελοῦν ὑπόδειγμα, τύπο γιά τό μέλλον τοῦ Κυριακοῦ Σώματος. Γι αὐτό καί δέν ἐπιμένει μόνο στήν ἱστορική παράδοση ἤ μετάδοση, οὔτε μόνο γιά τόν κληρονομικό χαρακτήρα τῆς διδασκαλίας, ἀλλά πρό παντός γιά τήν πληρότητα τῆς ἀλήθειας, γιά τήν ταυτότητα καί τή συνέχεια τῆς καθολικῆς ἐμπειρίας τῆς ᾿Εκκλησίας, γιά τή ζωή της μέσα στή χάρη, γιά τό παρόν μέσα στό ὁποῖο κατοικεῖ ἤδη τό μέλλον, γιά τό μυστήριο τῆς πίστεως.

῾Η ἑνότητα, ἁγιότητα καί καθολικότητα τῆς ᾿Εκκλησίας συμπληρώνονται καί καταξιώνονται μέ τήν ἀποστολικότητά της74. Στήν ἀρχιερατική προσευχή τοῦ ᾿Ιησοῦ ὁ ἁγιασμός καί καθολική ἑνότητα τῆς ᾿Εκκλησίας συνδέονται ἄμεσα μέ τήν ἀποστολικότητα· «῞Ινα ὁ κόσμος πιστεύσῃ, ὅτι Σύ με ἀπέστειλας». ῎Ετσι ἀποστολικότητα γίνεται ὀντολογικό γνώρισμα τῆς ᾿Εκκλησίας, πού ἐκφράζει καί τά ἄλλα γνωρίσματά της. ῾Η ᾿Εκκλησία εἶναι ἀποστολική, γιατί συνεχίζει τήν ἀποστολή τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ᾿Αποστόλων Του μέσα στόν κόσμο. ῾Ο ἱστορικός σύνδεσμός της μέ τούς ᾿Αποστόλους καί βεβαίωση τοῦ συνδέσμου αὐτοῦ μέ τήν ἀναγωγή τῶν κατά τόπους ᾿Εκκλησιῶν καί τῶν ᾿Επισκόπων στούς ῾Αγίους ᾿Αποστόλους ἀποτελοῦν τά ἐξωτερικά τεκμήρια τῆς ἀποστολικῆς ἰδιότητος καί διαδοχῆς. Τό ἠθικό δέ αἴτημα τῆς ἀποστολικότητος τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι ὑποχρέωση γιά πιστότητα στήν ἀποστολική παράδοσή της, ὁποία ἐξασφαλίζει τήν ταυτότητα καί ἑνότητα τοῦ ζῶντος Σώματος. «Τοῦτο γάρ τῶν ἀποστόλων τό κήρυγμα, τοῦτο τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τό φρόνημα».

᾿Αγωνιζόμενος ὁ ῞Αγιος Φώτιος ὑπέρ «τῆς πίστεως ἠμῶν τῶν Χριστιανῶν..., τῆς ἀχράντου καί εἰλικρινοῦς λατρείας, καί τῶν περί αὐτήν μυστηρίων», στήν ἐγκύκλιο ἐπιστολή του, τό 867 μ.Χ., πού ἀπευθυνόταν πρός τούς κατά ᾿Ανατολάς ᾿Επισκόπους καί Πατριάρχες, στρέφεται στήν καταπολέμηση τῆς αἱρέσεως, «κατά πάσης αἱρέσεως», πού ἀπειλεῖ τήν ἑνότητα καί τήν ἀκεραιότητα τῆς ᾿Ορθοδοξίας καί συγχρόνως καλεῖ ὅλους νά εἶναι ἄγρυπνοι ἐναντίον κάθε δυσσεβείας. ῾Ο Μέγας Φώτιος, γνωρίζοντας ὅτι κάθε ἐκτροπή ἀπό τήν ἀληθή πίστη ἔχει ὡς συνέπεια τήν ἔκπτωση ἀπό τήν πνευματικότητα, κατακρίνει «τό τῆς γνώμης ἠρρωστηκός καί ἀστήρικτον», καί καταδικάζει, ὡς «ἁμαρτίαν πρός θάνατον»78, κάθε ἐκτροπή ἀπό τήν ᾿Ορθοδοξία καί τήν «τῶν παραδοθέντων ἀθέτησιν» ἤ «καταφρόνησιν» ἀπό ἐκείνους πού «κατά τῶν ἰδίων ποιμένων ὑπερήφανον ἀναλαμβάνουν φρόνημα, ἐκεῖθεν δέ κατά τοῦ κοινοῦ Ποιμένος καί Δεσπότου παρατείνουν τήν ἀπόνοιαν». ᾿Επί τῆς βάσεως αὐτῆς ἀντέκρουσε ὄχι μόνο τούς εἰκονομάχους ἀλλά καί τίς παπικές ἀξιώσεις καί τό γερμανοφραγκικό δόγμα τοῦ ὺἂ῝ἂ῏ἦ῟ὸ, τό ὁποῖο διασαλεύει τήν κοινωνία τῶν ἁγιοπνευματικῶν προϋποθέσεων καί ἐνεργειῶν καί δέν ἔχει θέση μέσα στήν κοινωνία τοῦ Σώματος τῆς ᾿Εκκλησίας καί τῆς κοινότητος τῶν ἀδελφῶν.

Γι᾿ αὐτό καί Σύνοδος, ὁποία συνῆλθε τόν ᾿Ιούλιο ἤ Αὔγουστο τοῦ 867 μ.Χ. στήν Κωνσταντινούπολη, καθαίρεσε τόν Πάπα Νικόλαο γιά τίς ἀντικανονικές του ἐνέργειες, ἐνῶ ἀπεδοκίμασε τή διδασκαλία τοῦ ὺἂ῝ἂ῏ἦ῟ὸ καί τά ρωμαϊκά ἔθιμα. Μάλιστα ἐγκύκλιος ἐπιστολή τοῦ ἱεροῦ Φωτίου γιά τά θέματα αὐτά, μετά τή συνοδική κατοχύρωση τοῦ περιεχομένου της, κατέστη ἕνα σταθερό πλέον κριτήριο γιά τήν ἀξιολόγηση τῶν σχέσεων ᾿Ανατολῆς καί Δύσεως.

῾Η δολοφονία τοῦ αὐτοκράτορος Μιχαήλ τοῦ Γύ, στίς 24 Σεπτεμβρίου 867 μ.Χ., ἀπό τόν Βασίλειο Αύ τόν Μακεδόνα, συνοδεύθηκε καί μέ κρίση στήν ᾿Εκκλησία. ῾Ο νέος αὐτοκράτορας ἐτάχθηκε ὑπέρ τῆς προσεγγίσεως Κωνσταντινουπόλεως καί Ρώμης καί ἀναζήτησε ἐρείσματα στούς «᾿Ιγνατιανούς». ῾Ο ἱερός Φώτιος ὑπῆρξε τό θύμα αὐτῆς τῆς νέας πολιτικῆς σκοπιμότητος τοῦ αὐτοκράτορος, ὁ ὁποῖος ἐκθρόνισε τόν ῞Αγιο Φώτιο καί ἀποκατέστησε στό θρόνο τόν Πατριάρχη ᾿Ιγνάτιο, στίς 23 Νοεμβρίου 867 μ.Χ. ῾Η Σύνοδος τοῦ ἔτους 869 μ.Χ., πού συνῆλθε στήν Κωνσταντινούπολη, στό ναό τῆς ῾Αγίας Σοφίας, ἀναθεμάτισε τόν ῞Αγιο Φώτιο, ὅσοι δέ ᾿Επίσκοποι ἐχειροτονήθηκαν ἀπό αὐτόν ἤ παρέμεναν πιστοί σέ αὐτόν καθαιρέθηκαν καί ὅσοι ἀπό τούς μοναχούς ἤ λαϊκούς παρέμειναν ὀπαδοί του ἀφορίσθηκαν. ῾Ο ἱερός Φώτιος καθ᾿ ὅλη τή διαδικασία καί παρά τήν προκλητική στάση τῶν ἀντιπροσώπων τοῦ Πάπα ἐτήρησε σιγή, τούς ὑπέδειξε νά μετανοήσουν καί ἀρνήθηκε νά δεχθεῖ τήν ἀντικανονική ποινή. Στή συνέχεια ἐξορίσθηκε καί ὑποβλήθηκε σέ ποικίλες καί πολλαπλές στερήσεις καί κακουχίες. ᾿Επακολούθησε βέβαια συμφιλίωση τῶν δύο Πατριαρχῶν, Φωτίου καί ᾿Ιγνατίου, ἀλλά ὁ θάνατος τοῦ ᾿Ιγνατίου, στίς 23 ᾿Οκτωβρίου τοῦ 877 μ.Χ., ἐπέτρεψε τήν ἀποκατάσταση τοῦ ἱεροῦ Φωτίου στόν πατριαρχικό θρόνο μέχρι τό ἔτος 886 μ.Χ. κατά τό ὁποῖο ἐξαναγκάσθηκε σέ παραίτηση ἀπό τό διαδεχθέντα τόν αὐτοκράτορα Βασίλειο δευτερότοκο υἱό του Λέοντα ΣΤύ τόν Σοφό.

῾Ο ῞Αγιος Φώτιος ἐκοιμήθηκε ὁσίως τό ἔτος 891 μ.Χ. ὄντας ἐξόριστος στήν ἱερά μονή τῶν ᾿Αρμενιανῶν, ὅπως ἄλλοτε ὁ θεῖος καί ἱερός Χρυσόστομος στά Κόμανα τοῦ Πόντου. Τό ἱερό καί πάντιμο σκήνωμα τοῦ ῾Αγίου καί Μεγάλου Φωτίου ἐναποτέθηκε στή λεγόμενη μονή τῆς ᾿Ερημίας ἤ ᾿Ηρεμίας, πού ἦταν κοντά στή Χαλκηδόνα. Παλαιότερα σύναξή του ἐτελεῖτο στό Προφητεῖο, δηλαδή στό ναό τοῦ Τιμίου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ ᾿Ιωάννου, πού βρισκόταν στή μονή τῆς ᾿Ερημίας, ἐνῶ τώρα τελεῖται στήν ἱερά πατριαρχική μονή τῆς ῾Αγίας Τριάδος στή νῆσο Χάλκη, ὅπου ἱδρύθηκε καί Θεολογική Σχολή τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τῆς σοφίας ἐκφάντωρ λαμπρὸς γενόμενος, Ὀρθοδοξίας ἐδείχθης θεοπαγὴς προμαχών, τῶν Πατέρων καλλονὴ Φώτιε μέγιστε· οὐ γὰρ αἱρέσεων δεινῶν, στηλιτεύεις τὴν ὀφρύν, Ἑῴας τὸ θεῖον σέλας, τῆς Ἐκκλησίας λαμπρότης, ἣν διατήρει Πάτερ ἄσειστον.
 
Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῆς Ἐκκλησίας ὁ φωστὴρ ὁ τηλαυγέστατος
Καὶ ὀρθοδόξων ὁδηγὸς ὁ ἐνθεώτατος
Στεφανούσθω νῦν τοῖς ἄνθεσι τῶν ᾀσμάτων.
Ἡ θεοφθόγγος κιθάρα ἡ τοῦ Πνεύματος,
Ὁ στερρότατος αἱρέσεων ἀντίπαλος
Ὧ καὶ κράζομεν, χαῖρε πάντιμε Φώτιε.
 
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὀρθοδόξων φωταγωγέ, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, νυμφοστόλε καὶ ὁδηγέ· χαίροις κακοδόξων, ἡ δίστομος ῥομφαία, ὦ Φώτιε τρισμάκαρ, ῥητόρων ἔξοχε.

Πηγή: http://www.apostoliki-diakonia. gr/

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2021

IΣΙΔΩΡΕΙΑ 2021 -Ιερά Πανήγυρις του Οσίου Πατρός ημών Ισιδώρου του Πηλουσιώτη.



Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός : https://www.youtube.com/watch?v=tE6_T... Ιερά Αγρυπνία : https://www.youtube.com/watch?v=tGMih... Όρθρος & Πανηγυρική Θεία Λειτουργία : https://www.youtube.com/watch?v=2bkOF... Ο Άγιος Ισίδωρος, ο θείος πατήρ ημών ο Πηλουσιώτης, ήταν μοναχός στην Αίγυπτο, πατήρ της Εκκλησίας και εκκλησιαστικός συγγραφέας . Γεννήθηκε από ευγενείς γονείς στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου περίπου το 370μ.Χ. Νωρίς ελκύσθηκε από τον μοναχικό βίο, εγκαταλείποντας πλούτη, γένος λαμπρό, υλική ευδαιμονία και κατευθύνθηκε στο Πηλούσιο, μεταξύ των εκβολών του Νείλου και της χερσονήσου Σινά. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Πηλουσίου Αμμώνιο. Εκεί διέτριψε το υπόλοιπο της ζωής του μέχρι τα βαθιά του γεράματα το 450μ.Χ. Ο Άγιος Ισίδωρος από το Πηλούσιο, εδίδασκε όλη την οικουμένη και εφώτιζε με τα λόγια και τα έργα του. Η ευγένεια του ήθους του, ο υποδειγματικός του βίος, η εξαιρετική του μόρφωση συντέλεσαν ώστε ταχύτατα να αποκτήσει την εκτίμηση και τον γενικό θαυμασμό και να αναδειχθεί κόσμημα της Εκκλησίας του Πηλουσίου. Το εκκλησιαστικό του κύρος το μαρτυρεί το θάρρος με του οποίο έγραφε σε ανώτατους πολιτικούς άρχοντες ακόμη και στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Β’. Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Κύριλλος τον περιέβαλε με μεγάλη τιμή και σεβασμό και τον αποκαλούσε «πατέρα». Ο Άγιος Ισίδωρος θεωρείται ως ο ένας από τους ευγενέστερους και σοφότατους αντιπροσώπους του μοναχικού βίου, ο κατ’ εξοχήν αντιπρόσωπος του μοναχικού πνεύματος. Γι’ αυτό ο Μ. Φώτιος τον αποκαλούσε:«κανόνα ιερατικής και ασκητικής πολιτείας», ο δε ιστορικός Ευάγριος έγραφε για τον Όσιο«αγγελικόν μεταλθών βίον».Ακόμη, ο Όσιος Ισίδωρος με αποστολικό ζήλο και καθαρότητα ψυχής επιχείρησε να επιβάλει τάξη στο μοναστικό χώρο, στην εκκλησία του Πηλουσίου και ευρύτερα, αλλά, προκάλεσε δυσαρέσκειες και εχθρότητες εναντίον του. Όμως, δεν αποθαρρύνθηκε. Δέχθηκε με πνευματική ανωτερότητα , σιωπή και αγιότητα τις συκοφαντίες. Λόγω του πνευματικού συνδέσμου που είχε με τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, εργάσθηκε για την υπεράσπιση της μνήμης του Αγίου και κατόρθωσε λίγο πριν το 416 μ.Χ., να αναγραφεί και πάλι το όνομα του στα δίπτυχα της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας. Επίσης, αναμίχθηκε στην υπόθεση του Νεστορίου, την διδασκαλία του οποίου καταπολέμησε. Ζήτησε δε από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β’ να μην αμελήσει να παραστεί στην σύνοδο της Εφέσου [431] στην οποία καταδίκασε τον Νεστοριανισμό. Ο Όσιος, κατ’ εξοχήν πρακτικός διδάσκαλος, έγραφε αναρίθμητες επιστολές προς τον αυτοκράτορα, ανώτατους πολιτικούς άρχοντες, επισκόπους, πρεσβυτέρους, σοφιστές, μοναχούς, γραμματικούς, ιατρούς κ.λπ., άλλοι τις υπολογίζουν 3.000, άλλοι σε 7.000, κι άλλοι [όπως ο Νικηφόρος Κάλλιστος] σε 10.000. Μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί 2.012 και περιέχονται οι τίτλοι τους στην«κλείδα»της Πατρολογίας τουMigne. Με τις εν λόγω επιστολές του ο Άγιος Ισίδωρος απαντά σύντομα, εύστοχα και ερμηνευτικά, σε ποικίλα πνευματικά θέματα και ερωτήματα. Έγιναν δε ανάρπαστες και συγκαταλέγησαν ως εξαιρετικά πνευματικά βοηθήματα. Έχουμε πληροφορίες ότι στη Μονή των Ακοιμήτων στην Κωνσταντινούπολη υπήρχαν αντίγραφα 2.000 επιστολών του σε 5 τόμους. Οι επιστολές του αυτές είναι μνημεία της Χριστιανικής Λογοτεχνίας, δείχνουν τη βαθιά του γνώση σε θέματα θεολογίας, ελληνικής λογοτεχνίας, μυθολογίας, φιλοσοφίας, ιστορίας. Είναι γραμμένες με μεγάλη επιμέλεια και πνευματική σοφία. Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφέρουμε ενδεικτικά κάποιους τίτλους εξ αυτών των επιστολών του:“Περί αλαζονείας”, “Περί εναρέτου ομιλίας”, “Περί γενεαλογίας της Θεοτόκου”, “Περί της τροφής του Προδρόμου και περί ασκήσεως”, “Περί Ιεροσύνης”, “Προς άρχοντας”, “Κατά Νεστοριανών”, “Περί του μη ορκίζειν’’κ.λπ.. Μετά τον γαλήνιο και οσιακό θάνατό του, το 440μ.Χ. , σε πολύ βαθιά γεράματα ο Ισίδωρος τιμήθηκε πολύ σύντομα ως άγιος όχι μονάχα στην Ανατολή, αλλά και στη Δύση, εφόσον το άγιο λείψανο του έγινε «πηγή θαυμάτων τοις προσιούσι πιστών». Τα θαύματα ακριβώς αυτά ήταν η αψευδής απόδειξη της αγιοσύνης του. Γι’ αυτό δίκαια η Εκκλησία τον κατέταξε στο χορό των αγίων της, γιορτάζοντας τη μνήμη του στις 4 Φεβρουαρίου, ημερομηνία της οσιακής κοιμήσεώς του. Άγιε Ισίδωρε, χάριζε και σε εμάς, τους ευλαβείς προσκυνητές των Αγίων Ισιδώρων, πίστη, πνευματική σοφία, ταπείνωση, εγκράτεια για να αγωνιζόμεθα διαπαντός και να σε συναντήσουμε στην Ουράνιο Βασιλεία Του. Αμήν.

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2021

Άγιος Τρύφων ο Μάρτυρας 1 Φεβρουαρίου

 



  α.  Βίος καί μαρτύριο τοῦ ἁγίου.

  Μετά τήν ἔνσαρκη παρουσία τοῦ Κυρίου μας, τήν ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασή Του, τήν εἰς οὐρανούς Ἀνάληψή Του καί τήν κάθοδο τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἄρχισε νά κηρύσσεται σέ ὅλη τή γῆ τό Ἱερό Εὐαγγέλιο ἐνάντια στό σκοτάδι τῆς ἀγνωσίας. Τό φῶς τῆς εὐσέβειας ἔλαμπε πανταχοῦ μέ τή Θεία βοήθεια, γιατί οἱ Θεοκήρυκες Ἀπόστολοι ἔτρεχαν σάν ἀστραπές σέ ὅλα τῆς Οίκουμένης τά πέρατα, καθένας στό ἔθνος πού κληρώθηκε μέ θεία βούληση εὐαγγελιζόμενοι παντοῦ τό σωτήριο κήρυγμα καί ἔτσι μεγάλωνε ἡ πίστη καί πρόκοβε θαυμασιώτατα ἔτσι, ὥστε καί πολλοί ἔχυσαν τό αἷμα τους γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, καί περιφρόνησαν κάθε σωματική ἀπόλαυση καί αὐτή τήν πρόσκαιρη ζωή γιά νά ζήσουν αἰώνια μαζί μέ τόν Χριστό.

  Ἕνας ἀπό αὐτούς εἶναι καί ὁ μακάριος Τρύφων, ἔνας ἀπό τούς πιό γνωστούς καί προσφιλεῖς ἁγίους, ἰδιαίτερα ἀγαπητός στούς περιβολάρηδες καί γενικά στούς ἀγρότες γιατί εἶναι προστάτης τῶν κήπων,τῶν ἀγρῶν, τῶν σπαρτῶν καί γενικά τῆς γεωργικῆς παραγωγῆς.

  Γεννήθηκε στή Λάμψακο τῆς Φρυγίας τό 239 μ.Χ. Ἡ Φρυγία ἀποτελούσε ἐκτεταμένο κράτος κατά τούς παλαιότατους χρόνους καί περιελάμβανε ὅλο τό μεσογειακό τμῆμα τοῦ δυτικοῦ μέρους τῆς Μ. Ἀσίας, τό ὁποῖο  ὀνομαζόταν Μεγάλη Φρυγία, καθώς καί τήν νότια ἀκτή τῆς Προποντίδας μέχρι τόν Ἑλλήσποντο. Στήν Φρυγία εἶχαν χτιστεῖ πολλές ἑλληνικές πόλεις. Ἡ Λάμψακος ἦταν ἀρχαία πόλη τῆς Μ. Ἀσίας ἐπί τοῦ Ἑλλήσποντου τιμημένη παλαιά μέ θρόνο Ἀρχιεπισκόπου.

  Ἐξ  ὅσων διαβάζουμε στά συναξάρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ἕνα μεγάλο πλήθος ἐπιφανῶν ἁγίων, προέρχεται ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί ἁγίους. « εἰ δέ ἡ ἀπαρχή ἁγία καί τό φύραμα, καί εἰ ἡ ρίζα ἁγία καί οἱ κλάδοι »  (Ρωμ. ια,16). Οἱ γονεῖς του λοιπόν ἀπλοϊκοί ἀλλά εὐσεβεῖς χριστιανοί ἀξιώθηκαν νά ἀποκτήσουν παιδί πού τούς ξεπέρασε στήν εὐσέβεια.

    Ἀπό τά μικρά του χρόνια ἦταν πράγματι παιδί τοῦ Θεοῦ. Ζούσε πάντα για τό Θεό καί κατοικούσε μέσα του ἡ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος.

Ὁ Τρύφων, ὅπως καί τό ὄνομά του φανερώνει, ἐντρυφοῦσε στή μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί ποθοῦσε  τήν τρυφή τῶν θείων καί οὐρανίων ἀγαθῶν.  

   Δέν τοῦ ἄρεσε νά ἐντρυφᾶ στίς ἀπολαύσεις καί στίς χαρές τῆς ζωῆς, ἀλλά προτιμοῦσε νά ἐντρυφᾶ στίς ἅγιες Γραφές καί στό βιβλίο τῆς φύσεως καί νά θαυμάζει τά μεγαλεῖα τοῦ Δημιουργοῦ.

Δεν ἔτυχε νά μορφωθεῖ κατά κόσμο. Μορφώθηκε ὅμως κατά Χριστό καί ἀπό τούς εὐσεβεῖς γονεῖς του ἔμαθε τά « ἱερά γράμματα τά δυνάμενα σοφίσαι » κατά τόν ἅγιο Ἀπόστολο Παύλο.

   Φτωχότατος στήν παιδική του ἡλικία ἀναγκάσθηκε γιά κάποιο καιρό νά βόσκει χῆνες, γιά να μπορεῖ νά ζήσει. Μέ ὅλη του δέ τήν ἀγάπη καί τό ἐνδιαφέρον προστάτευε τά ἀθῶα πουλιά καί τά ἔννοιωθε σάν ἀδέλφια του ἀφοῦ καί αὐτά εἶναι δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ θαυμαστά. 

    Ἐφοδιασμένος μέ κάποιες γραμματικές γνώσεις, καί ἐνῶ ἐξασκοῦσε τήν ταπεινή του δουλειά, συγχρόνως μελετοῦσε καί τήν Ἁγία Γραφή. Ἔνοιωθε ἰδιαίτερη λαχτάρα καί πόθο νά γνωρίσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Παράλληλα μέ πολύ ζῆλο ἐκτελοῦσε τά θρησκευτικά του καθήκοντα.

  Ἡ Ἁγία Γραφή, πού διάβαζε  Τρύφων, μεταξύ ἄλλων λέει: «Ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν» (Παροιμ. Σολομ. γ 34) πού σημαίνει, ὁ Θεός τίθεται ἀντιμέτωπος στούς ὑπερήφανους, στούς ταπεινούς, ὅμως, δίνει χάρη.

  Πράγματι, ὁ ταπεινός Τρύφων μέ τήν εὐσεβῆ φιλομάθειά του ἔγινε σιγά-σιγά ἱκανός ὄχι μόνο νά ξέρει πολλά ὁ ἴδιος, ἀλλά καί νά διδάσκει. Καί ὁ Θεός εὐλόγησε τήν εὐαίσθητη καί ταπεινή ψυχή του. Τόσο δέ εὐνοήθηκε ἀπό τή θεία χάρη, ὥστε γέμισε ἡ ψυχή του μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τιμήθηκε μέ τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας.

  Ὁ Τρύφων ἔγινε γιατρός καί ἀπό πολύ μικρή ἡλικία μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ γιάτρευε κάθε ἀσθένεια, εἶχε ὅμως ἰδιαίτερη ἱκανότητα νά θεραπεύει τούς δαιμονισμένους συνανθρώπους του καί πολλούς δαίμονες ἀπό ἀνθρώπους που εἶχαν κυριέψει ἔδιωχνε μέ μόνη τήν προσευχή.

  Τά θαύματά του στρέφονταν κυρίως πρός τήν φύση τήν  ὁποῖα εἶχε τόσο μελετήσει καί ἀγαπήσει. Κυρίως πρός τά σπαρτά καί τά ζώα. Ἀμέτρητες φορές ἔσωσε τούς κατάσπαρτους καί κατάφυτους ἀγρούς ἀπό γενικές καταστροφές πού ἀπειλοῦσαν σμήνη ὁλόκληρα ἀκρίδων, καί τά ζώα ἀπό ἀρρώστιες πολλές.

  Παράλληλα, ἐργαζότανε μέ ζῆλο γιά τήν διάδοση τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, μεταξύ τῶν εἰδωλολατρῶν. Ἀποστόμωνε τούς εἰδωλολάτρες μέ ἀτράνταχτα ἐπιχειρήματα. Τά ἀντλούσε ἀπό τήν βαθειά γνώση πού εἶχε για τούς εἰδωλολατρικούς θεούς καί τήν θρησκεία τῶν εἰδώλων. Ἦταν τό φόβητρο τῶν δαιμόνων. Στό ἄκουσμα τοῦ ὁνόματός του καί μόνον, οἱ δαίμονες ἐταράσσοντο καί ἐχάνοντο ἀπό προσώπου τῆς γῆς.

  Ἐντυπωσιακή ἦταν ἡ θεραπεία τῆς μοναχοκόρης τοῦ αὐτοκράτορα Γορδίανου Γ' πού ἦταν δαιμονισμένη καί ὑπέφερε φρικτά. Κανείς ἀπό τούς γιατρούς τῆς Ρώμης δέν μποροῦσε νά τήν θεραπεύσει, καί ὁ νεαρός γιατρός ἀπό τήν Λάμψακο τῆς ἔδωσε τήν ὑγεία της. Λέγεται μάλιστα ὅτι κατά τό θαύμα αὐτό ἐμφανίστηκε ὁ δαίμονας μέ μορφή σκύλου καί ὁμολόγησε ὅλες τίς πονηρές του πράξεις. Τό θαύμα αὐτό εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά προσέλθουν στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ πολλοί ἀπό τούς εἰδωλολάτρες πού παρευρίσκονταν ἐκεῖ καί νά ἀκολουθήσουν τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος τόν ἐνάρετο βίο καί τρόπο. Ὁ Τρύφων ἀφοῦ ἀρνήθηκε τίς τιμές καί τά ἀξιώματα πού τοῦ πρόσφερε ὁ Γορδιανός, ἔφυγε εὐγενικά.

  Καί τά θαύματα τοῦ ἁγίου ἀκούγονταν ἀπό στόμα σέ στόμα μέ ἀποτέλεσμα νά τόν κάνουν ξακουστό καί περίφημο. Ἡ θαυμαστή δράση του καί ἡ προσχώρηση πολλῶν εἰδωλολατρῶν στήν ἁγία Ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη ἔφτασε καί στά αὐτιά τῶν ἀρχόντων, Ρωμαίων ἐπάρχων καί  ὁ ἅγιος σάν κακούργος καταδιωκόταν.

  Ὅσο καιρό βασίλευε ὁ Γορδιανός Γ' καί ὁ διάδοχός του Φίλιππος, οἱ χριστιανοί ἔμεναν ἀνενόχλητοι, καί ὁ Τρύφων ἀσκοῦσε ἀπερίσπαστος τό φιλανθρωπικό του ἔργο. Δυστυχῶς ὅμως μετά ἔγινε αὐτοκράτορας ὁ Δέκιος. Αὐτός ἦταν ἄπιστος καί ἄδικος ἄνθρωπος. Ἦταν ἀκόμη σκληρός. Αἰσθάνονταν χαρά καί εὐχαρίστηση ὅταν ἔβλεπε νά σκοτώνωνται ἄνθρωποι καί νά τρέχουν αἵματα. Ἦταν πολύ προσκολλημένος στά εἴδωλα καί μισοῦσε θανάσιμα τούς χριστιανούς. Θεωρούσε δόξα καί καύχημά του νά καταδιώκει τούς χριστιανούς. Σκοτάδι πνευματικό καί πόλεμος κατά τῶν χριστιανῶν βασίλευε παντοῦ.          

  Στήν ἐποχή τοῦ Δεκίου ἔπαρχος τῆς Ἀνατολῆς ἦταν ὁ Ἀκυλῖνος. Ὅταν λοιπόν οἱ διωγμοί μεγάλωσαν, πῆγαν μερικοί μισόχριστοι στόν ἔπαρχο Ἀκυλῖνο καί τοῦ κατήγγειλαν τά ἐξῆς : 

  Στή Λάμψακο, τοῦ εἶπαν, ὑπάρχει κάποιος συνετός ἄνθρωπος, γιατρός στό ἐπάγγελμα πού περιφρονεῖ τούς βασιλεῖς, ἐμπαίζει τούς μεγάλους θεούς καί προσκυνάει τόν Χριστό. Πολλοί ξεγελάστηκαν ἀπό αὐτόν καί ἀσέβησαν πρός τούς θεούς.

  Ἀμέσως τότε ὁ Ἀκυλῖνος ἔστειλε γράμματα ἀπειλητικά. Διέταξε νά ἐρευνήσουν παντοῦ σ' ὅλα τά μέρη γιά νά τόν βροῦν καί νά τοῦ τόν ἀποστείλουν τό συντομότερο. Δέν ἦταν δυνατόν νά κρυφτεῖ ὁ ἅγιος, ὁ λαμπρός λύχνος τῆς πίστεως, τό πολύτιμο αὐτό καί χρήσιμο μῦρο. Ὁ ἅγιος, μόλις ἄκουσε, ὅτι τόν ζητοῦσαν οἱ διῶκτες τῆς πίστεως, δέν ἔφυγε γιά νά κρυφτεῖ στά δάση καί στίς σπηλιές. Ὁπλίστηκε μέ τή δύναμη τῆς προσευχῆς καί παραδόθηκε χαρούμενος μόνος του στούς διῶκτες του, πού εὐχαριστημένοι τόν ἔφεραν στόν ἔπαρχο πού εἶχε τήν ἔδρα του στή Νίκαια.

  Ὁ ἔπαρχος πίστεψε ὅτι θά μποροῦσε νά πτοήσει τόν ἀμούστακο ἐκεῖνο νέο (μόλις 17 χρονῶν) μέ τήν ἐπιβολή τοῦ ἀξιώματός του καί τό αὐστηρό του ὕφος. Τόν διέταξε, λοιπόν, ἀγέροχα νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί νά προσκυνήσει τά εἴδωλα. Πολύ ὅμως ἐξεπλάγη ὅταν ἀπό τό νέο ἐκεῖνο παλληκάρι δέχτηκε ρωμαλέα ἀντίσταση καί ἡρωϊκή ἀπάντηση : "Χριστιανός εἰμί καί οὐ προσκυνῶ εἴδωλα."  Ἄς δοῦμε ὅμως ἀπό λίγο πιό κοντά τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου μας.

  Ὅταν παρουσίασαν τόν ἅγιο στό κριτήριο, ὁ ἔπαρχος τόν ρώτησε νά πεῖ τό ὄνομά του, τήν πίστη του, τήν τύχη του (ἐννοῦσε τήν οἰκονομική του κατάσταση), τό ἐπάγγελμα καί τήν πατρίδα του.

  - Ὁ ἅγιος τοῦ εἶπε :

  - Ὁνομάζομαι Τρύφων καί κατάγομαι ἀπό τήν Λάμψακο. Ὅσο γιά τήν τύχη μου, ἔχω νά σοῦ ἀπαντήσω, ὅτι ἐμεῖς οἱ χριστιανοί δέν πιστεύουμαι σ' αὐτήν γιατί δέν ὑπάρχει. Ἐμεῖς ἀντίθετα πιστεύουμε, ὅτι ὅλα ἔγιναν μέ τάξη καί ἀρμονία ἀπό τόν Παντοδύναμο Θεό, ὁ ὁποῖος κυβερνᾶ ὅλο τόν κόσμο μέ τήν σοφία Του. Πιστεύω ἀκόμη, ὅτι εἶμαι ἐλεύθερος ἄνθρωπος καί ὅτι δέν εἶμαι δοῦλος σέ κανένα, παρά μόνον στό Χριστό, πού γιά μένα εἶναι τό στεφάνι, ἡ δόξα καί τό καύχημά μου.

  Καί ὁ ἔπαρχος λέει :

  - Ὁ βασιλιάς διέταξε, ὅτι ἐκεῖνος πού δέν σέβεται τούς θεούς, θά πεθάνει μέ φρικτό θάνατο. Πρέπει νά ὑπακούσεις σέ μένα, λοιπόν, καί νά κόψεις κάθε σχέση μέ αὐτή τήν πλάνη, γιά νά μή σέ ρίξει μέσα στή φωτιά. Καί ἄν παραμείνεις μέ τή στενοκεφαλιά σου, θά ὑποφέρεις καί ἄλλα φρικτά βασανιστήρια.

  - Μακάρι νά μέ ἀξίωνε ὁ Χριστός, πού εἶναι  μόνος ἀληθινός Θεός, νά βασανισθῶ, γιά τήν ἀγάπη Του καί ἄν χρειασθεῖ νά πεθάνω κι'  ὅλας γι' Αὐτόν, ἀπάντησε ὁ Τρύφων.

  - Σέ παρακαλῶ, τοῦ λέει ὁ ἔπαρχος, δέν θέλω νά πεθάνεις ἔτσι ἔδοξα καί ἄσκοπα. Θυσίασε στούς θεούς. Εἶσαι ἔξυπνος καί τέλειος στή φρόνηση.

  - Θά εἶμαι πραγματικά τέλειος, ἀπαντάει ὁ Ἁγιος, ἐάν φυλάξω τέλεια καί μέχρι τέλος τήν ὁμολογία μου πρός τόν Χριστό καί θυσιαστῶ γιά χάρη Του, ὅπως θυσιάστηκε κι'  Αὐτός γιά μένα. Με φοβερίζεις, πώς θά μέ ρίξεις στή φωτιά καί πώς θά μέ παραδώσεις καί σέ ἄλλα βασανιστήρια. Ἡ φωτιά ὅμως αὐτή γρήγορα σβύνει καί ἐξαφανίζεται. Ὑπάρχει ὅμως καί ἡ φωτιά τῆς Κόλασης, πού δυστυχῶς δέν σβύνει ποτέ. Σ' αὐτή τή φωτιά θά καταδικαστεῖς, δύστυχε, μιά μέρα καί τότε δέν θά ὑπάρχει πιά ἐλπίδα νά σωθεῖς. Μή χάνεις, λοιπόν, τόν καιρό σου μέ ἀπειλές, γιατί οἱ δοῦλοι τοῦ Θεοῦ αὐτή τή φωτιά δέν τήν φοβοῦνται καθόλου. Ἐκεῖνο πού φοβοῦνται εἶναι νά μήν ἔρθουν σέ ἀντίθεση μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί βρεθοῦν στήν ἄσβεστη καί αἰώνια φωτιά τῆς κολάσεως. Πράξε, λοιπόν, ὅπως νομίζεις. Ἐγώ δέν ἀρνοῦμαι τόν ἀληθινό Θεό. 

  Τότε διατάζει ὁ τύραννος νά κρεμάσουν τόν Ἅγιο στό ξύλο, καί νά τόν χτυπᾶνε μέ τά σπαθιά. Ὁ Ἅγιος ἔβγαλε ἀμέσως μόνος του τά ρούχα του καί δέχτηκε μέ προθυμία καί καρτερικότητα νά τόν σπαθίζουν λίγο-λίγο γιά τρεῖς ὁλόκληρες ὤρες, χωρίς νά βγάλει οὔτε μία φωνή.

  - Ἄλλαξε μυαλό, Τρύφωνα, φώναξε ὁ ἔπαρχος, μήν εἶσαι περήφανος καί προσκύνησε τούς θεούς, γιατί ἐκεῖνος πού ἔρχεται κόντρα στά βασιλικά προστάγματα πεθαίνει μέ φρικτό θάνατο. Τό ἀκοῦς ; 

  - Ἄκουσε, Τύραννε, ἀποκρίθηκε ὁ Ἅγιος, ὅποιος δέν ἐφαρμόζει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, θά πεθάνει μέ θάνατο αἰώνιο. Ὅποιος Τόν ἀρνηθεῖ χάνει τήν αἰώνια ζωή καί θά τιμωρεῖται αἰώνια.

  - Δέν ὑπάρχει ἄλλος οὐράνιος Θεός, λέει ὁ ἔπαρχος, παρά μονάχα ὁ Δίας, ὁ γιός τοῦ Κρόνου καί τῆς Ρέας. Αὐτός εἶναι ὁ πατέρας ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί τῶν ἄλλων θεῶν καί ὅποιος ἀπειθαρχήσει σ' αὐτόν εἶναι ἀδύνατον νά ζήσει. Ὑποτάξου, λοιπόν, σ' αὐτόν γιά νά μπορέσεις νά ἔχεις γλυκύτατη ζωή.

  - Ἄς τοῦ μοιάσουν ὅλοι, ὅσοι πιστεύουν σ' αὐτόν καί τόν νομίζουν γιά θεό. Τά βιβλία σας γράφουν, πώς αὐτός ἦταν βρωμερός καί ἀκάθαρτος  καί δέν ἄφησε καμμιά ἀμαρτία καί κακία, πού νά μή τήν κάνει. Κι' ὅταν πέθανε, τοῦ ἔστησαν χρυσᾶ καί ἀργυρᾶ εἴδωλα ἐκεῖνοι πού ποθοῦσαν τά ἔργα του. Τόν ὀνόμασαν μάλιστα καί θεό. Τό ἴδιο ἔκαναν καί γιά ὅλους τούς ψεύτικους θεούς σας. Σ'  αὐτή τήν πλάνη βρίσκεσθε καί σεῖς. Προσεύχεσθε καί προσκυνᾶτε στά ξύλα καί στίς πέτρες πού οὔτε ἀκοῦνε, οὔτε αἰσθάνονται.

  Τόν ἀληθινό Θεό, πού στερέωσε τόν οὐρανό καί θεμελίωσε τήν γῆ καί δημιούργησε τήν οἰκουμένη ὁλόκληρη τόν ἔχετε περιφρονήσει. Αὐτός ἔπλασε καί ἀνέπλασε τόν ἄνθρωπο. Καταδέχτηκε νά γίνει ἄνθρωπος, σταυρώθηκε καί ἐτάφη θεληματικά γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο βλέποντας ὅτι τόν πλάνεψε  ὁ διάβολος καί τόν ἔκανε νά φύγει ἐξόριστος ἀπό τόν Παράδεισο. Ἀναστήθηκε ὁμως, σάν Παντοδύναμος πού εἶναι, ἀπό τούς νεκρούς καί ἀνέβηκε στούς ούρανούς ὅπου ὑμνεῖται καί δοξολογεῖται ἀκατάπαυστα ἀπό τούς ἁγίους Ἀγγέλους. Καί θά ἔρθει πάλι ἀπό τά οὐράνια μέ δύναμη ἀνείπωτη καί δόξα θεϊκή γιά νά κρίνει ὅλο τόν κόσμο καί νά ἀποδώσει στόν καθένα κατά τά ἔργα του.

  Αὐτός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός. Αὐτοί οἱ θεοί πού ἐσεῖς προσκυνᾶτε εἶναι εὑρήματα τῶν πονηρῶν δαιμόνων καί σᾶς ὁδηγοῦν στήν ἀπώλεια καί τήν καταστροφή.

  Σάν ἄκουσε ὁ ἔπαρχος ὅλα αὐτά πού ἔλεγε ὁ Ἅγιος κρεμασμένος θύμωσε καί διατάσσει νά τόν κατεβάσουν ἀμέσως ἀπό τό ξύλο καί νά τόν σύρουν δεμένο κοντά τοῦ στό κυνήγι, πού θά πήγαινε. Ὁ Ἅγιος Τρύφων περπατοῦσε ξυπόλητος καί ὑπέφερε πάρα πολύ. Τά πόδια του, πού ἧταν ματωμένα καί πληγωμένα ἀπό τά προηγούμενα βασανιστήρια, καταξεσχίζονταν τώρα ἀπό τίς πέτρες, τά ξύλα καί τήν κακοκαιρία.

  Πολλές φορές μάλιστα τόν πατοῦσαν καί τά ἄλογα. Δοκίμασε τότε φρικτούς πόνους καί ἔλεγε : "Κατάρτισε, Κύριε, τά διαβήματά μου" (Ψαλ. Ι)

Ἔλεγε καί ἄλλα ρητά ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί παρακαλοῦσε τόν Κύριο νά συγχωρέσει τό ἁμάρτημά τούς.

  Τό ἴδιο βράδυ τοῦ λέει ὁ ἔπαρχος :

- Σωφρονίστηκες, ἄθλιε, τώρα; Πῆρες τήν ἀπόφαση νά προσκυνήσεις τούς θεούς, ἤ μένεις στήν προηγούμενη τρέλλα σου;

- Εἶσαι ὅλος μανία καί ἄγνοια, ἀνόητε, τοῦ ἀπάντησε ὁ Ἅγιος, καί γι' αὐτό δέν θέλεις νά ἐννοήσεις τόν ἀληθινό Θεό. Ἐγώ ὅμως ἔχω ἐπίγνωση γι' αὐτά πού κάνω καί ἔχω μέ τό μέρος μου τήν ἀλήθεια.

  Πρόσταξε τότε ὁ ἄρχοντας νά φυλακίσουν τόν Ἁγιο μέχρι νά γίνει νέα ἐξέταση. Μετά ἀπό λίγες μέρες, ὁ ἔπαρχος ἔπρεπε νά πάει στή Νίκαια. Ἔδωσε, λοιπόν, διαταγή νά φέρουν ἐκεῖ δεμένο καί τόν μάρτυρα. Πλησιάζοντας στήν πόλη ρώτησε ὁ ἔπαρχος τόν Ἅγιο :

- Συνεχίζεις νά εἶσαι ἀπείθαρχος καί φιλόνεικος Τρύφωνα ἤ ὁ καιρός πού πέρασε σέ δίδαξε νά ὑπακούσεις στούς βασιλεῖς καί νά προσκυνήσεις τούς σωτῆρες σου θεούς ;

- Ὁ Κύριος καί Θεός μου, ἀποκρίθηκε ὁ Τρύφων, πού τόν λατρεύω ἀπό τήν καρδιά μου καί μέ νοῦ ξεκάθαρο, μέ δίδαξε νά τόν ὁμολογῶ καί νά μένω στήν πίστη μου σ' Αὐτόν στέρεος καί ἀκλόνητος. Σιχαίνομαι τούς θεούς σου, περιφρονῶ τίς διαταγές τοῦ Αὐτοκράτορα καί δέν δίνω σημασία στά βασανιστήρια, πού ὑποφέρω ἀπό σένα.

  Θύμωσε ὁ ἔπαρχος ὅταν ἄκουσε αὐτά καί διέταξε νά καρφώσουν στά πόδια τοῦ μάρτυρα καρφιά καί ἄλλα σίδερα. Ἔπειτα δέρνοντάς τόν, τόν ἔσερναν μέσα στήν πόλη.

  Ὁ Ἁγιος ὑπέφερε πάρα πολύ. Ἔτρεχαν τά αἵματα στή γῆ καί κοκκίνιζε τό χώμα. Δοκίμαζε πόνο πού δέν περιγράφεται. Ἡ μεγάλη ὅμως ἀγάπη καί ὁ πόθος του γιά τόν Χριστό τόν ἔκανε νά μήν ὑπολογίζει τούς σωματικούς πόνους καί τά βασανιστήρια. Τά αἰσθανόταν σάν δροσιά τῆς ψυχῆς.

- Μέχρι πότε δέν θά αἰσθάνεσαι Τρύφωνα, τόν δριμύ πόνο ἀπό τά βασανιστήρια, ρώτησε ὁ ἔπαρχος θαυμάζοντας τήν καρτερικότητα τοῦ Ἁγίου;

- Καί σύ, ἀπάντησε ὁ Ἅγιος, μέχρι πότε δέν θά ἐννοεῖς τήν ἀκαταμάχητη δύναμη τοῦ Χριστοῦ, πού κατοικεῖ μέσα μου, ἀλλά πειράζεις τό Πνεύμα τό Ἅγιο ;

  Τότε ὀργισμένος πάλι ὁ ἄρχοντας διέταξε νά τόν ὑποβάλουν σέ νέα βασανιστήρια. Τοῦ τραβοῦσαν τά χέρια καί τοῦ ἐξάθρωσαν τούς ἀγκῶνες του. Τόν ἔδερναν ἀλύπητα μέ ραβδιά. Ἔπειτα ἄρχισαν νά τόν καῖνε μέ λαμπάδες ἀναμμένες. Τότε ἔγινε ἕνα θαύμα καταπληκτικό, γιά νά ἐνισχυθεῖ ὁ Ἅγιος καί νά πιστέψουν περισσότερο οἱ πιστοί. Τήν ὥρα πού οἱ δήμιοι βασάνιζαν τόν μάρτυρα μέ μεγάλη σκληρότητα καί ἀσπλαχνία, ξαφνικά φάνηκε νά κατεβαίνει ἀπό τόν οὐρανό πρός αὐτόν ἕνα φωτοστέφανο, πού λαμποκοποῦσε ἀπό πολύτιμους λίθους καί λαμπερές διαμαντόπετρες. Ὅταν τό εἶδαν οἱ στρατιῶτες, πού τόν βασάνιζαν, ἔπεσαν κάτω στή γῆ φοβισμένοι καί ἔντρομοι. Ὁ Ἅγιος τότε γεμᾶτος θάρρος καί ἀγαλλίαση ἀπό τή θεία χάρη, τήν ὁποία ἔβλεπε νά τόν ἐπισκιάζει, δόξασε τό Θεό, λέγοντας :

- Σέ εὐχαριστῶ, Κύριε μου, γιατί τήν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου μου δέν μέ ἐγκατέλειψες στά χέρια τῶν ἐχθρῶν μου, ἀλλά μέ σκέπασες μέ τή χάρη Σου καί μέ βοήθησες. Σέ παρακαλῶ, Κύριε, νά μοῦ παρασταθεῖς καί τώρα. Ἐνίσχυσέ με νά συνεχίσω μέχρι τό τέλος τόν ἀγώνα μου, γιά να ἀξιωθῶ καί ἐγώ νά χαρῶ τό στεφάνι τῆς δικαιοσύνης μαζί μέ τούς φίλους Σου, πού ἀγάπησαν τό πανάγιο ὄνομά Σου. Γιατί Ἐσύ εἶσαι μόνος δοξασμένος στούς αἰώνες. Ἀμήν.

  Βλέποντας ὅλα αὐτά ὁ ἔπαρχος, προσπάθησε πάλι μέ κολακεῖες νά νικήσει τόν ἀνίκητο ἀθλητή τοῦ Χριστοῦ, λέγοντας :

- Προσκύνησε ἐπιτέλους τόν μεγάλο Δία καί τήν εἰκόνα τοῦ Καίσαρα καί ἐγώ θά σοῦ δώσω ἄπειρα χαρίσματα, πολλές τιμές καί δώρα.

  Ὁ μάρτυρας τότε χαμογέλασε καί εἶπε :

- Ἐάν περιφρόνησα τόν βασιλιά σου καί γελοιοποίησα τίς διαταγές του, πῶς νά προσκυνήσω τώρα τήν ἄψυχη εἰκόνα του; Ὅσο γιά τόν Δία καί τούς ἄλλους ψεύτικους θεούς σας, ρώτησε τούς σοφούς σας, πού μέ παραμύθια καί μυθολογίες προσπάθησαν νά σκεπάσουν τίς αἰσχρότητες καί τίς παραξενιές τους. Ἔλεγαν τόν ἀέρα Ἥρα καί τή γῆ Δήμητρα, τή θάλασσα Ποσειδώνα καί τόν ἥλιο Ἀπόλλωνα. Δέχονταν τόν Ἑρμή σάν θεό τοῦ λόγου, τόν Ἄρη σάν θεό τοῦ θυμοῦ καί τοῦ πολέμου, τήν Ἀφροδίτη σάν θεά τῆς πορνείας καί τόσα ἄλλα. Καί ἀπό μένα μάθε, γιατί ἐνδιαφέρθηκα καί ἔμαθα, ὅτι οἱ θεοί σας ἦταν  μεγάλοι κακοῦργοι καί ἀπατεῶνες. Καί πάνω ἀπ' ὅλους μάθε γιά τόν Δία, πώς ἦταν μοιχός, ἀσελγής καί παράνομος. Ἀκόμα καί τόν πατέρα του σκότωσε. Ἀλλά καί οἱ ἄλλοι θεοί σας δέν ἔμειναν πίσω σέ ἀσέβειες καί μικρότητες.

  Αὐτῶν τίς πράξεις μιμεῖσθε καί σεῖς οἱ πονηροί καί κακότροποι. Καί δέν φτάνει πού ἐσεῖς ἀπαρνηθήκατε τόν ἀληθινό Θεό, ἀλλά ἀναγκάζετε καί ἄλλους νά ξεστρατήσουνε ἀπό τό δρόμο τοῦ Θεοῦ, καί νά σᾶς ἀκολουθήσουν στήν τόση τυφλότητα σας σ' ἔνα δρόμο δόλιο και διεστραμμένο. Μοῦ λές νά ἀκολουθήσουμε ἐσᾶς, πού λέτε σύμφωνα μέ τόν προφήτη Ἠσαϊα τό σκοτάδι φῶς καί τό φῶς σκοτάδι, τό πικρό γλυκό καί τό γλυκό πικρό. Ἀλλά μάταια χάνετε τόν καιρό σας, γιατί ἐμεῖς προτιμᾶμε νά πεθάνουμε παρά νά ἀρνηθοῦμε τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί τήν εὐσέβεια.

  Θαύμασε, βέβαια, ἀλλά καί θύμωσε ὁ τύραννος ἀκούγοντας αὐτά. Θαύμασε γιά τό πῶς ἤξερε ὁ Ἅγιος τίς ἱστορίες τῶν ἀθέων θεῶν καί θύμωσε γιατί τούς χλεύαζε καί τούς ἐξευτέλιζε. Πρόσταξε, λοιπόν, νά τόν σπαθίσουν σκληρότερα. Ἀλλά μάταια κοπίαζε. Ὁ μακάριος Τρύφων ὅλα τά βασανιστήρια καί ὅλους τούς φρικτούς πόνους τά θεωροῦσε τρυφές καί ἡδονές ἀπό τό θεϊκό ἔρωτα, πού φλόγιζε τήν καρδιά του.

  Κατάλαβε πιά ὁ ἔπαρχος ὅτι ὁ μάρτυρας ἔμενε σταθερός καί ἀνίκητος. Κουραστηκε νά πολεμάει μέ τό λιοντάρι καί  δίνει τήν τελευταία ἀπόφαση νά τόν ἀποκεφαλίσουν ἔξω ἀπό τήν πόλη. Τό μυστικό τῆς χαρᾶς καί τῆς δύναμης τῶν μαρτύρων ἦταν ἡ προσευχή. Σωσίβιο μέσα στήν τρικυμισμένη θάλασσα τῆς μαινόμενης εἰδωλολατρείας.

  Ὅταν, λοιπόν, οἱ δήμιοι μετέφεραν τόν Ἅγιο στόν τόπο τῆς καταδίκης, ὁ μάρτυρας ὕψωσε πρός τόν οὐρανό καί κατά τήν ἀνατολή τά χέρια καί τό βλέμμα του καί προσευχήθηκε μέ αὐτά τά λόγια : 

- Δέσποτα, Κύριε, σύ πού εἶσαι ὁ Θεός τῶν θεῶν, ὁ βασιλιάς τῶν βασιλέων, ὁ Ἅγιος τῶν ἅγίων, σέ εὐχαριστῶ πού μέ ἀξίωσες νά τελειώσω τόν ἀγώνα αὐτό, δίχως νά ἁμαρτήσω καί σέ παρακαλῶ νά μέ βοηθήσεις νά μή μέ ἐμποδίσει ὁ πονηρός καί ἐπίβουλος διάβολος καί μέ καταβυθύσει στόν βυθό τῆς ἀπωλείας, ἀλλά ἄς πάρουν τήν ψυχή μου ἅγιοι ἄγγελοι, γιά νά τή φέρουν στά ἀγαπητά καί ποθητά σου σκηνώματα. Καί ὅσοι θά θυμοῦνται ἐμένα τόν ἀνάξιο δοῦλο σου καί προσφέρουν σέ Σένα θυσίες δεκτές, φύλαξέ τους μέσα στή γενεά αὐτή τήν ἀσεβῆ καί παράνομη καί δῶσε τούς ἄφθαρτες εὐεργεσίες καί πλούσια ἀνταπόδοση. Γιατί ἐσύ εἶσαι ὁ μόνος ἀγαθός, πού μᾶς δίνεις μέ μεγάλη ἁπλοχεριά ὅλα τά ἀγαθά πού μᾶς χρειάζονται.

  Ἀφοῦ προσευχήθηκε ὁ μεγάλος αὐτός ἀθλητής τοῦ Κυρίου μέ αὐτά τά λόγια καί προσκύνησε τόν ἀληθινό Θεό, παρέδωσε σ' Αὐτόν τήν μακαρία ψυχή του. Παρέδωσε ὁ ἀγνός Τρύφων τό πνεύμα του προτοῦ τόν ἀποκεφαλίσει ὁ δήμιος, γιά νά μή φανεῖ ὅτι τόν θανάτωσε ὁ τύραννος ἀλλά ὅτι τελείωσε μέ θεῖο νεῦμα καί θεία βούληση.

  Ἦταν 1η  Φεβρουαρίου τοῦ 250 μ.Χ. Τότε οἱ πιστοί πού ἦταν ἐκεῖ, στή Νίκαια, τύλιξαν μέ εὐλάβεια σέ καθαρό σεντόνι μέ ἀρώματα τό τίμιο λείψανό του καί ἤθελαν νά τό ἐνταφιάσουν ἐκεῖ γιά νά τό ἔχουν σάν θησαυρό πολύτιμο καί ἅγιο φυλακτό. Δέν τό ἤθελε ὅμως ὁ ἅγιος. Παρουσιάστηκε σέ ὅραμα καί τούς εἴπε νά τό πάνε στή Λάμψακο, τήν πατρίδα του. Ἔκαναν, λοιπόν, ὅπως τούς πρόσταξε ὁ ἅγιος. Μετέφεραν τό λείψανό του καί τό ἐνταφίασαν ἐκεῖ, στή Λάμψακο ὅπου ἔγιναν πολλά θαύματα πρός δόξαν τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

  Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν μνήμη τοῦ μάρτυρα κάθε χρόνο τήν 1η Φεβρουαρίου. Τόν τιμοῦν καί οἱ καθολικοί στίς 10 Νοεμβρίου.

 

β. Ἡ λατρεία τοῦ ἁγίου.

   Ἡ λατρεία τοῦ ἁγίου Τρύφωνα ἄρχισε ἀπό νωρίς ἀφοῦ ἤδη τόν ἔκτο αἰώνα εἶχε δύο ναούς στήν Κωνσταντινούπολη καί ἕνα μοναστήρι. Ὁ ἕνας ναός κτίστηκε ἀπό τόν Ἰουστινιανό (527-565) καί ὁ ἄλλος ἀπό τόν Ἰουστόνο τόν Β' (565-578). Τά λείψανά τοῦ ἁγίου βρέθηκαν στήν Κωνσταντινούπολη, ἀπ' ὅπου διιεκομίσθηκαν ἀργότερα στό ναό τοῦ ἁγίου Πνεύματος στή Ρώμη.

Ἡ σύναξη τοῦ ἁγίου τελεῖται στόν μαρτυρικό ναό τοῦ Ἀποστόλου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, κοντά στήν ἁγιότατη μεγάλη Ἐκκλησία.

  Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἀγιορείτης ἐκτός τοῦ ὅτι συμπλήρωσε τήν ἀκολουθία του μέ νέο κανόνα καί ἔγραψε πρός τιμήν τοῦ ἐγκώμιο καί παρακλητικό κανόνα πρός τήν ἁγία Κάρα του, πού τεμάχιο αὐτῆς βρίσκεται στό Ἅγιο Ὄρος, συνέταξε καί ἱκετήρια εὐχή γιά νά διαβάζουν οἱ ἱερεῖς <<ὅταν συμβῇ βλάπτεσθαι τά χωράφια καί τούς κήπους ὑπό ἀκρίδων καί ἑρπετῶν>>. Ὅλα αὐτά βρίσκονται στό Κοινόβιο τοῦ Ξενοφῶντος.

  Τόν ἑλληνικό βίο τοῦ ἁγίου, τοῦ ὁποῖου ἡ ἀρχή εἶναι : << Τοῦ Κυρίου καί  Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ...>> συνέγραψε ὁ μεταφραστής Συμεῶν καί σώζεται στή Μονή τῆς Ἰβήρων καί σέ ἄλλες μονές. Στή δέ Μεγίστη Λαύρα, σώζεται καί ἄλλος βίος τοῦ ἁγίου τοῦ ὁποῖου ἡ ἀρχή εἶναι : «Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Τρύφωνος...». Συμπλήρωση τῆς Ἀκολουθίας τοῦ ἁγίου ἔκανε καί ὁ Πατήρ Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ἡ ὁποία καί ἐκδόθηκε ἀπό τόν κ. Σ. Σχοινά στό Βόλο τό 1957.

  Ἐκκλησίες του εἶναι πολλές κτισμένες στήν Ἑλλάδα. Στήν Ἀττική ναούς τοῦ Ἀγίου Τρύφωνος ἔχουμε στήν Παλλήνη, ὅπου εἶναι καί ἰδιαίτερος προστάτης καί πολιοῦχος αὐτῆς, στήν ἄνω Γλυφάδα, στήν Κηφισιά ( τῶν κηπουρῶν, ἀλλά ἔχει σημασία καί ἡ "αναβλαστική" παρουσία του στά Νεκροταφεῖα), στόν Κολωνό (κηπευτική περιοχή) κ.α.

  Νά σημειώσουμε ἀκόμα τίς ἐκκλησίες τοῦ ἁγίου στήν Ν. Λάμψακο στήν Χαλκίδα, στή Σύρο, στήν Κέρκυρα, στήν Βυτίνα τῆς Ἀρκαδίας ὅπου εἶναι καί πολιοῦχος) καί παλαιότερα στη Σμύρνη.

  Χαρακτηριστικό εῑναι τό πειραχτικό ἀνέκδοτό (φώνημα) πού λένε γιά τούς Βυτινιῶτες, μέ τό συχνό ὄνομα τοῦ ἁγίου στόν τόπο τους : « Ἔ !  Τρύφωνα. Να πεῖς τοῦ Τρύφωνα νά πάει στόν Τρύφωνα, νά πεῖ τοῦ Τρύφωνα, νά στείλει τόν Τρύφωνα ἐδῶ, πού τόν θέλω ». (Λαογραφία 8, 1921, σελ. 560).

  Τό ἑλληνικό ὄνομα τοῦ ἁγίου καθώς καί ἡ νεραρή του ἡλικία συσχετίστηκαν μέ τήν λέξη "τρυφερός", καί ἄπλωσαν τή λατρεία του, ὥστε, μαζί μέ τήν κατάλληλη γεωργική ἐποχή τῆς γιορτῆς του, να θεωρεῖται προστάτης στή βλάστηση καί στην καλλιέργεια, ἰδιαίτερα στούς κήπους καί στ' ἀμπέλια, πού ἀρχές Φεβρουαρίου, μπουμπουκιάζουν ἤ κλαδεύονται.

  Ὁ ἅγιος Τρύφωνας συνήθως εἰκονίζεται μέ τό δρεπάνι στό χέρι, σέ ἔνδειξη ὅτι εἶναι ὁ προστάτης καί ὁ βοηθός τῆς συγκομιδῆς τῶν καρπῶν τῆς γῆς καί γενικά τοῦ θερισμοῦ.

  Ἐκτός ἀπό προστάτης καί θεραπευτής τῶν ἀρρώστων ὁ ἅγιος ἀναδείχθηκε καί προστάτης τῆς γεωργίας, τῶν φυτῶν καί τῶν δένδρων. Τά σωματεῖα Κηπουρῶν καί Ἀμπελουργῶν τόν ἔχουν συχνά προστάτη τους. 

  Ὁ ἅγιος Τρύφων εἶχε λάβει εἰδική χάρη ὅπως εἴδαμε ἀπό τόν Θεό, ὅταν ζοῦσε ἀκόμα νά ἐπισκέπτεται  καί νά ἀπαλλάσει τούς κήπους, τά ἀμπέλια καί τά χωράφια ἀπό τά ἐρπετα καί ἀπό διάφορες ἀσθένειες πού τά ἀπειλοῦσαν μς ἀφανισμό. Τήν χάρη αὐτή τήν διατηρεῖ πολύ περισσότερο τώρα, πού βρίσκεται κοντά στό Θεό.

  Ἔτσι, ὅταν συμβεῖ βλάβη στούς ἀγρούς καί στούς κήπους ἀπό ἀκρίδες καί ἐρπετά, οἱ πιστοί καταφεύγουν στόν ἅγιο Τρύφωνα, κάνουν λειτουργία καί ἀνάβουν κανδήλι. Καί μετά τή Θεία Λειτουργία σημειώνει τό Εὐχολόγιο, ἀφοῡ πάρει ὁ ἱερέας λάδι ἀπό τό κανδήλι καί Μεγάλο Ἀγιασμό τῶν Θεοφανείων καί ράνει σταυρωειδῶς τό χωράφι ἤ τό ἀμπέλι ἤ τόν κῆπο, λέει τίς σχετικές εὐχές (βλέπε στό τέλος τοῦ παρόντος βιβλίου) καί στή συνέχεια διαβάζεται ἡ εἰδική ἱκετήρια εὐχή πρός τόν ἅγιο --πού τήν ἔχει γράψει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἀγιορείτης -- καί θαυματουργικά φυγαδεύεεται τό κακό.

  Στήν Ὑμνογραφία τοῦ ἁγίου ἀκούγονται φράσεις, πού βοηθοῦν τίς ἀντιλήψεις αὐτές (<< ἔσπευσας πρός τό σκάμμα καί κατήρδευσας τά τῆς ἐκκλησίας βλαστήματα >>), ἀλλά σημαντικότερες εἶναι οἱ εὐχές καί οἱ ἐξορκισμοί  πού διαβάζονται στ' ἀμπέλια καί στά χωράφια στό ὄνομα τοῦ ἁγίου Τρύφωνος, ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ὁ ἅγιος φέρεται νά διώχνει τά βλαβερά ζωϋφια ἀπό τίς καλλιέργειες τῶν ἀνθρώπων (σκουλήκια, κάμπιες, ἀκρίδες, σαλιγκάρια, ἀρουραίους κ.λ.π.) μέ τόν ἐξορκισμό :

   Ὁρκίζω ὑμᾶς . . . μή ἀδικήσετε τήν ἄμπελον, μήτε τόν κῆπον τῶν δένδρων τε καί λαχάνων  (τοῦ τάδε) ἀλλά ἀπέλθετε εἰς τά ἄγρια ὄρη, εἰς τά ἄκαρπα ξύλα, εἰς ἅ ἐχαρίσατο ὑμῖν ὁ Θεός τήν καθημερινήν τροφήν.  (Μικρόν Εὐχολόγιον, σελ. 271).

  Καί ἴσως θά πρέπει νά σημειωθεῖ ἐδῶ ἡ μεγάλη ψυχολογική συμπαράσταση, πού δείχνει πάντα ἡ Ἐκκλησία μας, ( ἤδη μέ τά λόγια τοῦ Χριστοῦ), στόν κοπιῶντα γεωργό. Μέ τίς εὐχές, τίς εὐλογημένες σπορές ἤ ἀπαρχές, καί μέ τίς λιτανεῖες της, στίς τραγικές ὥρες τῆς ἀνομβρίας, τοῦ δίνει θάρρος, αἰσιοδοξία καί ἐλπίδα γιά ν' ἀγωνίζεται.

  Στήν εἰκονογραφία ὁ ἄγιος Τρύφων παριστάνεται μέ κλαδευτήρι στό χέρι ἤ συνηθέστερα μέ δρεπάνι, κάποτε μάλιστα δείχνεται στό βάθος τῆς εἰκόνας καί κάποιος γεωργός, πού τιμωρήθηκε (τοῦ κόπηκε ἡ μύτη), ἐπειδή δέν τήρησε τήν ἀργία τῆς γιορτῆς του. Ἡ σχετική παράδοσις διηγεῖται:

  -- << Οἱ σταφιδοπαραγωγοί, στή μνήμη τ' ἅι Τρυφώνου ἔχουν μικρή σχόλη, γενικό ἐκκλησιασμό, ἀποφεύγουν δέ αὐστηρά ὄχι μόνο νά πατήσουν σέ κτήμα (γιά κλάδεμα), ἀλλά καί νά πιάσουν κλαδευτήρι στό χέρι τους. . . Κάποιος πού "μαγάρισε" τή μνήμη τοῦ ἁγίου καί δούλεψε στ' ἀμπέλι, ἔκοψε τή μύτη του. Κι ἕνας πού τό διηγότανε, καί κρατοῦσε τήν ἡμέρα αὐτή κλαδευτήρι, ἔκαμε νά δείξει πῶς, κί ἔκοψε τή δική του. (Ἠλεία, 1963,Ντίνος Ψυχογιός) >>.

  Ἀπό παρετυμολογία τοῦ ὀνόματος του : Ἅγιος Στρίφωνας, παλαιότερα δέν ἔστριφαν γνέμα, γιά ὕφανση, οἱ νοικοκυρές. Ὁ Δ. Καμπούρογλου διηγεῖται γιά τήν τουρκοκρατούμενη Ἀθήνα, ὅτι φοβοῦνταν οἱ γυναίκες νά "στριφώσουν" νῆμα ἤ ροῦχα, γιατί μποροῦσαν νά πάθουν προσωπικό στρίφωμα (πάρεση). (Ἱστορία τῶν Ἀθηναίων 3, σελ. 151). Ἄλλη ἀγροτική παρετυμολογία συναντούμε στή Δ. Μακεδονία, ὅπου, γιά νά τούς βοηθάει ὁ ἅγιος στήν καλή βλάστηση τοῦ Τριφυλλιοῦ (γιά τά ζώα τους), τόν λένε ἅγιο Τρίφυλλα. (Μ. Καλινδέρη. Ὁ βίος τῆς Βλάτσης, Θεσ/νίκη 1981, σελ. 212).

  Συχνά εἶναι ἀντίστοιχα καί τά βαφτιστικά ὀνόματα Τρύφων καί Τρύφος, καθώς καί τά ἐπώνυμα : Τρύφωνας, Τρυφωνίδης, Τρυφωνόπουλος κ.λ.π. 

 

γ. Τὰ θαύματα τοῦ ἁγίου.

 

Τά κλήματα.

  Περνοῦσαν οἱ μέρες στή Λάμψακο, κυλοῦσαν οἱ μῆνες, οἱ ἐποχές διαδέχονταν ἡ μία τήν ἄλλη καί ὁ Τρύφων μεγάλωνε. Ἦταν 15 χρονῶν. Καί ὅσο μεγάλωνε, μεγάλωνε καί μέσα στή καρδιά του καί ξεχιλοῦσε τρυφερή καί ζεστή ἡ ἀγάπη του γιά τήν πλάση ὁλόκληρη καί γιά τούς ἀνθρώπους. Ἀγαποῦσε τ' ἀμπέλια καί τά χωράφια, τά περοβόλια καί τά δένδρα, τούς ἀνθρώπους.

  Κάποια μέρα παρατήρησε στ' ἀμπέλια ἄρρωστα τά κλήματα. Τά εἶχε βρεῖ μία ἀρρώστια πού ἔκανε τά φύλλα τους νά κιτρινίζουν καί νά ἀδυνατίζουν. Πικραμένοι οἱ χωρικοί δέν μποροῦσαν νά κάνουν τίποτα.

  Γονάτισε, λοιπόν, μιά νύχτα ὁ Τρύφων πάνω στά χώματα, ἀνάμεσα στά κλήματα, ἅπλωσε τά χέρια του καί ἔβαλε τίς ἀνοιχτές του παλάμες στοργικά πάνω στά φύλλα τους. Ὕψωσε μετά τή ματιά του καί τά χέρια του στόν οὐρανό καί εἶπε: Μεγάλε Πατέρα καί Πλάστη καί Ἰατρέ, σέ παρακαλῶ γιάτρεψέ τα. Γονάτισε καί ξαναγονάτισε. Τά κλήματα ἄρχισαν νά συνέρχονται. Χριστέ μου, σ'  εὐχαριστῶ πού μ' ἄκουσες, προσευχήθηκε τώρα τό παιδί.

  Μέ τό σκάσιμο τοῦ ἥλιου οἱ χωρικοί βγῆκαν στ' ἀμπέλια τους. Τά εἶδαν τότε καταπράσινα, κατάγερα καί ὅλα τά κλήματα μέ ὀρθωμένα τά φύλλα τους.

 - Θαῦμα μεγάλο, εἶπε κάποιος. Ἀκοῦς μέσα σέ μιά νύχτα ν' ἀναστηθοῦν ὅλα τ' ἀμπέλια στή Λάμψακο!

 - Μέ τήν προσευχή τοῦ Τρύφωνα φώναξε ἑνας ἄλλος. Τόν εἶδα γονατιστό μέσα στ' ἀμπέλια νά προσεύχεται.

 Ἔτρεξαν τότε καί τόν κύκλωσαν ὅλοι. Ἤθελαν νά τόν εὐχαριστήσουν.

 - Νά εὐχαριστήσουμε τόν Θεό, εἶπε τό ταπεινό παιδί. Εἶδε τήν πίκρα σας καί τή λαχτάρα σας καί γιάτρεψε σ' ἕνα βράδυ τ' ἀμπέλια σας!

  Σάν τελείωσε ἡ δοξολογία  Τρύφων ἐξαφανίστηκε. Τόν ἀναζήτησαν ἀλλά δέν τόν βρῆκαν. Αὐτό λέγεται ὅτι ἦταν τό πρώτο θαῦμα τοῦ ἁγίου.  

 

 

Τά δένδρα.

  Κάποια μέρα κάλεσαν τόν Τρύφωνα νά πάει σέ μιά ἄκρη τῆς Λαμψάκου.

 - Κοίταξε τά δένδρα μας, Τρύφωνα, τοῦ εἶπαν οἱ χωρικοί. Κιτρινίζουν τά φύλλα τους καί οἱ καρποί τους εἶναι μικροί καί ξεροί. Ἀρρώστησαν. Κάνε προσευχή νά γίνουν καλά.

  Πόνεσε ἡ καρδιά τοῦ Τρύφωνα.

 -Νά Τόν παρακαλέσετε εἶπε ταπεινά. Ὅλους τούς ἀκούει ὁ Θεός. Ἔτσι τούς εἶπε καί ἔφυγε.

  Τή νύχτα πού κοιμόντουσαν οἱ γονεῖς του, σηκώθηκε ἀθόρυβα ὁ Τρύφων, ἔβαλε τόν χιτώνα του καί τράβηξε πρός τά ἄρρωστα δένδρα. Δέν ἤθελε νά τόν δοῦν. Γονάτισε ἀνάμεσα στά δένδρα, ὕψωσε τό βλέμμα του, σταύρωσε τά χέρια του στό στῆθος του καί εἶπε μέσα ἀπό τήν καρδιά του.

 - Θεέ μου, σέ παρακαλῶ, γιάτρεψε τα. Κάνε νά πρασινίσουν πάλι τά φύλλα τους καί νά πάρουν χρῶμα, ὀμορφιά καί γκύκα οἱ καρποί τους.

 Μετά ἔφυγε γιά νά μήν τόν δοῦν. Πῆγε καί ἔπεσε πάλι στό στρῶμα του. Οἱ ἅγιοι κάνουν ἀθόρυβα τό καλό. Δέν θέλουν νά τούς βλέπουν. " Μή γνώτω ἡ δεξιά σου τί ποιεῖ  ἡ ἀριστερά σου".

  Τό πρωϊ  εἶδαν ὅλοι τά δένδρα τους καταπράσινα καί σταυρωκοπήθηκαν. Μά αὐτό εἶναι θαῦμα εἶπαν ὅλοι τους.

 - Ὁ Τρύφων βροντοφώναξε ἕνας χωρικός. Ὁ Τρύφων σᾶς λέω. Τόν εἶδα ἐγῶ πού ἦρθε τά μεσάνυχτα στά δένδρα καί προσευχήθηκε. Καί ὄταν ἔφυγε τόν ξαναεῖδα.

  Ἐν τῷ μεταξύ ἦρθαν καί ἄλλοι περαστικοί καί ἔβλεπαν τό θαῦμα. Ὁ Τρύφων μέ τήν προσευχή του τά μεσάνυχτα εἶπαν χαρούμενοι αὐτοί πού εἶχαν τά δένδρα καί ὅλοι δόξασαν τόν ἅγιο Θεό. Τό θαῦμα μαθεύτηκε ἀμέσως σ' ὅλο τό χωριό.

 

Οἱ ἀκρίδες.

  Χαρούμενος κάποια μέρα ὁ Τρύφων πῆγε καί κάθισε μέσα σ'  ἕνα ἀμπέλι καί κοίταζε τά κλήματα. Ξαφνικά εἶδε ἑνα σύννεφο ἀπό ἀκρίδες νά κάθονται στό πλαϊνό περιβόλι. Θά φάνε τά λαχανικά σκέφθηκε. Οἱ ἄνθρωποι πού τά καλλιέργησαν κοπίασαν. Ὕψωσε τότε τά μάτια, τήν ψυχή καί τήν καρδιά στόν οὐρανό καί προσευχήθηκε.

 - Χριστέ μου, σέ παρακαλῶ διῶξτες ἀμέσως.

 Μετά πῆρε δύο ξερά κλαδιά τά ἔκανε σταυρό καί τόν ὕψωσε κατά τίς ἀκρίδες. Οἱ ἀκρίδες τότε σηκώθηκαν ὅλες μαζί στόν ἀέρα καί πέταξαν μαῦρο σύννεφο. Μαύρισε ἡ ἀκροθαλασσιά ἀπό τίς ἀκρίδες.

  Ὅταν ἦρθαν οἱ χωρικοί καί εἶδαν τά λαχανικά τους κατάλαβαν ὅτι εἶχαν περάσει ἀκρίδες. Μόλις καί τά εἶχαν πειράξει. Πώς ἔφυγαν ἀμέσως ρωτοῦσαν; Ποιός τίς ἔδιωξε; Αὐτές, ἄμα πέσουν, δέν φεύγουν ἀπό τό περιβόλι ἄν δέν τό καταστρέψουν.

  Ὁ Τρύφων εἶπαν ἄλλοι. Τί θέλει ἐδῶ; Κάποιο θαῦμα θά ἔκανε πάλι. Σίγουρα ἐκεῖνος τίς ἔδιωξε μέ τήν προσευχή του. Δέ θά ἄφηναν τίποτα. Θά τά ἔτρωγαν ὅλα. Δόξα σοι. Κύριε, εἶπαν.

  Ὁ Τρύφων μόλις εἶδε νά ἔρχονται οἱ χωρικοί, ἔφυγε σιγά-σιγά.

  Τό θαῦμα μέ τίς ἀκρίδες μαθεύτηκε σέ ὅλη τή Λάμψακο ἀλλά καί ἔξω ἀπ'  αὐτήν.

 

Ἡ θεραπεία τοῦ ἄρρωστου ἀγοριοῦ.

  - Ποῦ εἶναι ὁ Τρύφων; ρώτησε κάποιος πού ἦρθε στή Λάμψακο μαθαίνοντας τά θαύματα τοῦ ἁγίου.

 - Θέλω νά τόν παρακαλέσω γιά τό ἄρρωστο παιδί μου, τόν Χαρίτωνα.

 Οἱ κάτοικοι τῆς Λαμψάκου εἶπαν στόν δυστυχή πατέρα τοῦ ἄρρωστου ἀγοριοῦ πού θά ἔβρισκε τόν ἅγιο, τόν δασκάλεψαν ὅμως νά μή πεῖ πώς τόν ζητάει γιατί εἶναι θαυματουργός για νά μή στεναχωρηθεῖ. Τόση ταπείνωση εἶχε.

  Προσποιήθηκε, λοιπόν, ὁ πατέρας πώς ἤθελε νά ἀγοράσει μερικές χῆνες ἀπό αὐτές πού εἶχε ὁ Τρύφων καί παρακάλεσε τόν ἅγιο νά τόν βοηθήσει γιά νά τίς μεταφέρουν. Ἔτσι, ὁ Τρύφων χωρίς νά τό καταλάβει βρέθηκε στό σπίτι μέ τό ἄρρωστο παιδί. Ἐκεῖ ἔμαθε τήν ἀλήθεια.

  Κοίταξε τότε στά μάτια ὁ Τρύφων τό παιδί, πῆρε τό σταυρό του στό χέρι καί ἄρχισε νά προσεύχεται μαζί μέ τό ἄρρωστο παιδί ἀφοῦ πρῶτα τοῦ μίλησε γιά τόν Σταυρωμένο καί Ἀναστημένο Κύριο. Γιά τόν Μεγάλο Ἰατρό τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων. Ὕστερα φίλησε τό σταυρό καί τόν ἔδωσε νά τόν φιλήσει καί τό ἄρρωστο παιδί. Κράτησε τό σταυρό πάνω του γιά λίγο καί ἀδοῦ προσποιήθηκε ὅτι ἦταν βιαστικός, τοῦ εὐχήθηκε περαστικά, τοῦ χάϊδεψε τά μαλλιά, βγῆκε ἔξω καί ἄρχισε νά περπατά γρήγορα.

  Οἱ γονεῖς ἔμειναν νά κοιτάζουν τό ἄρρωστο παιδί τους. Ἐκεῖνο ἄρχισε νά νοιώθει πολύ καλά. Θά σηκωθῶ, φώναξε, καί άνακάθησε στό κρεββάτι του. Ἔπειτα μέ  μιά γρήγορη κίνηση σηκώθηκε καί στάθηκε ὄρθιο. Σέ λίγο βγῆκε στήν αὐλή καί ἄρχισε νά τρέχει μέχρι τό ἀμπέλι τους.

 - Ὁ Μεγάλος Ἰατρός, μέ τήν προσευχή τοῦ Τρύφωνα, γιάτρεψε τό παιδί μου, φώναξε ὁ πατέρας καί ἔφτασε μέχρι τή Λάμψακο διαλαλόντας τό θαύμα. Ἔφτασε μέχρι τόν Τρύφωνα. Καί ὁ ἅγιος μέ τήν ταπείνωση πού τόν διέκρινε τοῦ λέει:

 - Ἄκουσε ὁ Μεγάλος Ἰατρός τήν προσευχή του παιδιοῦ σου καί τό γιάτρεψε. Ἔτσι θά λές.

 - Ἔτσι θά λέω εἶπε ὁ πατέρας καί πῆρε τό δρόμο χαρούμενος γιά τό σπίτι του.

 

Ἡ θεραπεία τοῦ δαιμονισμένου ἀγοριοῦ.

  Μία μέρα ἕνα γεγονός ἦρθε νά ταράξει τήν ψυχή τοῦ Τρύφωνα. Νά τοῦ  φέρει μιά ἀνησυχία, ἕναν ἄγνωστο φόβο.

  Κάποια στιγμή ἄγριες φωνές ἄκουσε πίσω του. Γύρισε καί εἶδε ἕνα μεγάλο ἀγόρι, ἄσχημο μέ ἀγριεμένο πρόσωπο νά τρέχει κατά πάνω του. Τά μάτια του ἦταν πεταγμένα ἔξω καί τό στόμα του στραβό καί ἔβγαζε ἀφρούς.

 - Χριστέ μου, φώναξε ὁ Τρύφων καί ἔπιασε τό σταυρό του.

 - Μή ... μή τό λές αὐτό τό ὄνομα. Φωτιά! Φωτιά! Καίει! φώναξε τό ἀγόρι μέ τό ἀγριεμένο πρόσωπο.

 - Θεραπεύει! εἶπε ὁ Τρύφων.

 - Ἐμένα μέ καίει, καί τό ὄνομά σου καίει, φώναξε τό ἀγόρι. Φεύγω, καίει, φώναξε καί τρέχοντας ἀπομακρύνθηκε.

 Γοργοκτυποῦσε ἡ καρδιά τοῦ Τρύφωνα κοιτάζοντας πρός τό μέρος πού ἔφυγε τό παλληκάρι. Σταυροκοπήθηκε καί ἔτρεξε στόν ἱερέα. Πρώτη φορά ἀντίκρυσε τέτοιο θέαμα.

 - Ὁ δαίμονας μπῆκε μέσα τοῦ, παιδί μου, εἶπε ὁ ἱερέας. Παρακάλεσε τόν Κύριο καί γι' αὐτόν τόν δυστυχῆ.

 - Θά τόν παρακαλέσω, πάτερ, ἀποκρίθηκε ὁ Τρύφων.

 Μέρες καί νύχτες ὁ Τρύφων σκεφτόταν τό δυστυχισμένο παλληκάρι καί παρακαλοῦσε τόν Θεό γι' αὐτό μέ πόνο καί ἀγάπη. Πέρασε ἀρκετός καιρός ἀπό τότε καί τό δυστυχισμένο πλάσμα τοῦ Θεοῦ δέν ξαναφάνηκε. Κόντευε νά τό ξεχάσει ὁ Τρύφων. Μιά μέρα ὅμως, ξαφνικά ἀκούει πάλι τίς ἴδιες ἄγριες φωνές.

 - Καίει, καίει, καίει κι'  Ἐκεῖνου τό ὄνομα καί τό δικό σου, Τρύφων. Μέ καίει. Δέν μπορῶ.

 - Χριστέ μου! φώναξε ὁ Τρύφων καί πετάχτηκε ὄρθιος. Ἕλα μαζί μου, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, εἶπε θερμά. Πῆρε τόν ξύλινο σταυρό στό δεξί του χέρι, τόν ὕψωσε καί ἔτρεξε πρός τό μέρος τοῦ ἀγοριοῦ. Τό ἀγόρι ἀντιδροῦσε συνεχῶς.

 - Μή δέν μπορῶ νά βλέπω αὐτό τόν κεραυνό. Μήν ἔρχεσαι.

 Ὁ Τρύφων τάχυνε τό βῆμα του, πλησίασε τό παλληκάρι καί μέ μιά κίνηση, σάν νά κρατοῦσε ξίφος κοφτερό, τό ἔριξε κάτω.

 - Ἄν δέν μπορεῖς νά βλέπεις τό σταυρό τῆς ἀγάπης τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ τί κάθεσαι; Βγές καί φύγε καί χάσου στήν μαύρη κόλαση σου, ἀνθρωποκτόνε, φώναξε ὁ Τρύφων καί ἔβαλε τό σταυρό στό κεφάλι τοῦ ἀγοριοῦ.

  Ἕνα δυνατό σφύριγμα ἀκούστηκε τότε, ἕνας θόρυβος, μιά φοβερή δυσοσμία ἦρθε καί τό ἀγόρι γαλήνεψε, βρῆκε τόν ἑαυτό του, τήν ὀμορφιά του καί τήν λιαλιά του.

 - Πῶς σέ λένε, παλληκάρι, ρώτησε ὁ Τρύφων;

 - Δάφνο, ἦταν ἡ ἀπάντηση.

  Τότε ὁ Τρύφων πρόσφερε στόν Δάφνο κάτι νά φάει καί τόν ἔβαλε νά κοιμηθεῖ καί ὅταν μετά ἀπό ὥρα πολλή ξύπνησε ὁ Τρύφωνας τοῦ πρόσφερε δροσερό νέρο καί ἕναν ὄμορφο ξύλινο σταυρό πού κατασκεύασε ὁ ἴδιος.

 - Δάφνε, τοῦ εἶπε, ἔλα, νεράκι δροσερό. Καί αὐτό τόν σταυρό θά τόν ἔχεις πάντα στό στῆθος σου καί ἔβαλε στίς παλάμες τοῦ μεγάλου ἀγοριοῦ τό σταυρό. Εἶναι ὁ σταυρός, πάνω στόν ὁποῖο θυσιάστηκε ὁ Θεός τῆς ἀγάπης γιά νά λυτρώσει αἰώνια τούς ἀνθρώπους ἀπό τό κακό. Καί μίλησε ὁ Τρύφων γιά τό Θεό τῆς ἀγάπης.

  Ὁ Δάφνος δόξασε τόν Τριαδικό μας Θεό, άγκάλιασε καί φίλησε τόν Τρύφωνα.

  Τό νέο θαῦμα, πού ἔκανε ὁ Τρύφων, ἔκανε μεγάλη αἴσθηση στόν τόπο τοῦ Δάφνου, στή Λάμψακο καί σ' ὅλη τήν ἐπαρχία. Καί ὁ Δάφνος δέ σταμάτησε νά διαλαλεῖ τό θαῦμα.

 

Οἱ κάμπιες.

 - Τί νά κάνουμε Τρύφων; ρώτησαν τόν ἅγιο μιά μέρα κάποιοι χωρικοί, ἔχοντας μέσα τους τήν παράκλησή τους νά προσευχηθεῖ γιά υά χωράφια τους πού εἶχαν γεμίσει κάμπιες.

 - Τί μέ ρωτάτε; εἶπε λίγο κοφτά ὁ Τρύφων. Σᾶς τό εἶπε ὁ Κύριος : " Αἰτεῖτε καί δοθήσετε ὑμῖν".  Ζητεῖτε καί θά σᾶς δοθεῖ.

  Μόλις ἔφυγαν οἱ χωρικοί ὀ ἅγιος ἔτρεξε στά κτήματα. Τά εἶδε καί τά λυπήθηκε. Ἔβγαλε τό σταυρό του πάνω στό χιτώνα του, ἔβαλε εὐλαβικά τό δεξί του χέρι πάνω του καί ἄρχισε νά παρακαλεῖ:

 - Κύριε, διῶξε τίς κάμπιες, νά πάνε νά βροῦνε τήν τροφή τους ἐκεῖ πού ὅρισες γι' αὐτές. Γλύτωσε τά ἄμπέλια καί τά χωράφια ἀπό αὐτό τόν κίνδυνο. Σέ παρακαλοῦν καί ὅλοι οϊ χωρικοί τῆς Λαμψάκου. Ἄκουσέ τους, γιά νά μάθουν νά προσεύχονται μέ πίστη καί νά χαίρονται τή θαυματουργική σου ἀπάντηση. Καί ἔπειτα δέν θά μπορέσουν νά ποῦν: Ὅ Τρύφων, γιατί καί αὐτοί προσευχήθηκαν.

  Καί ἄκουσε ὁ Θεός τήν προσευχή τοῦ ἁγίου καί ἔκανε τό θαῦμα του. Καί οἱ χωρικοί ἔλεγαν μέ ὅλη τήν ψυχή καί τήν καρδιά τους μυστικά ὅμως καί μεταξύ τους για να μήν τό ἀκούσει καί στεναχωρηθεῖ ὁ ἅγιος.

  Ὁ  Τρύφων πάλι ἔκανε τό θαὐμα του!

 

Ἡ θεραπεία τῆς κόρης τοῦ αὐτοκράτορα.

  Ἡ  φιλάνθρωπη συμπεριφορά τοῦ Τρύφωνος καί τά θαυμαστά ἔργα πού ἐπιτελοῦσε γρήγορα διαδίδονται. Τό ὄνομα τοῦ νεαροῦ Τρύφωνος εἶχε ξεπεράσει τά σύνορα τῆς πατρίδος του. Ταξίδεψε καί σέ ἄλλες πόλεις καί χώρες καί ἔφτασε μέχρι καί τήν Ρώμη τήν πρωτεύουσα τῆς Ρωμαϊκής Αὐτοκρατορίας. Μέχρι καί στο παλάτι τοῦ πανίσχυρου Καίσαρα.

  Περί τό 240 μ.Χ. βασίλευε στή Ρώμη ὁ Γορδιανός Γ', ὁ ὁποῖος ἦταν εἰδωλολάτρης. Φρόνιμος ὅμως καί συνετός ἄνθρωπος δέν παρουσίαζε τήν κακία καί τήν θυριώδη ἐξαλλωσύνη τῶν ἄλλων Ρωμαίων αὐτοκρατόρων.

   Ὁ αὐτοκράτορας Γορδιανός, λοιπόν, εἶχε μιά μονάκριβη κόρη μέ ἐξαιρετικά χαρίσματα. Πολύ ὄμορφη, μορφωμένη, συνετή καό φρόνιμη. Πολλοί ἄρχοντες τῆς πόλεως τήν ἀγαποῦσαν καί τήν ἤθελαν γιά γυναίκα τους. Μά ἐκεῖνος δέν ἤθελε νά τήν ἀποχωριστεῖ, τουλάχιστον προσωρινά. Γι' αὐτό τήν ἔκλεισε στά ἀνάκτορα, νά μή τήν βλέπουν οἱ ἄνθρωποι. Μέσα σ' αὐτό τό κορίτσι καί στήν ψυχή του μπῆκε ὁ διάβολος καί τό βασάνιζε μέρα καί νύχτα. Προσπαθοῦσε νά τήν ρίξει μέσα στή φωτιά καί μέσα στό νερό. Κινδύνευε ἀπό ὥρα σέ ὥρα νά πεθάνει καί δοκίμαζε μεγάλη περιφρόνυση ἀπό ὅλους.

  Ὑπέφεραν οἱ γονεῖς της. Μαράζωναν ἀπό τόν καϋμό τους καί τήν στεναχώρια τους. Ἔτρεξαν παντοῦ νά τήν θεραπεύσουν. Πῆγαν σέ ὅλους τούς γιατρούς, ἔκαναν ὅλα τά γιατροσόφια καί δοκιμασαν ὅλα τά βότανα καί τά φάρμακα. Δυστυχῶς καμμιά θεραπεία. Μέσα σ' αυτή τήν ἀπελπισία καί τήν ἀπόγνωση χύθηκε μιά ἡλιαχτίδα φωτός. Προερχόταν ἀπό τόν ἴδιο τό δαίμονα πού εἶχε φωλιάσει μέσα της καί φώναζε:

 - Ὅλα σας τά τρεξίματα καί ὅλοι οἱ κόποι σας θά πᾶνε χαμένα. Ἑάν δέν ἔρθει ὁ Τρύφων, πού ἔχει μεγάλη ἐξουσία ἐπάνω μου, γιά νά μέ διώξει, ἐγώ δέν πρόκειται νά φύγω ἀπό μέσα της.

  Παράλληλα ἔφθασε στά ἀνάκτορα ἕνας χριστιανός πατέρας πονετικός , ἔμαθε τό δράμα τοῦ αὐτοκράτορα καί ζήτησε ἀκρόαση.

 - Εἶμαι πατέρας εἶπε τοῦ αὐτοκράτορα καί εἶχα καί ἐγώ ἄρρωστο τό κορίτσι μου. Αἰσθάνομαι, λοιπόν, τόν πόνο σου καί ἧρθα νά σοῦ πῶ κάτι πολύ εὐχάριστο. Ὑπάρχει γιατρός γιά τήν ἀρρώστια τῆς κόρης σου. Εἶναι ὁ Τρύφων, τό παιδί μέ τίς χῆνες στή Λάμψακο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Εἶναι ἅγνό καί θαυματουργό παλληκάρι. Δεκαεφτά χρονῶν εἶναι τώρα καί κάνει θαύματα στ' ἀμπέλια καί στά χωράφια καί στά δένδρα, μά καί στούς ἀνθρώπους.

  Ἄμέσως τότε ὁ αὐτοκράτωρ ἔστειλε ἀνθρώπους νά ψάξουν στίς πόλεις καί τά χωριά γιά νά βροῦνε τόν Τρύφωνα. Ὑπόσχονταν μάλιστα χρυσάφι ἀναρίθμητο καί ἄλλα βασιλικά χαρίσματα σ' ἐκεῖνον, πού θά τόν ἔφερνε μπροστά του. Στρατιώτες ἀπεσταλμένοι τοῦ αὐτοκράτορα, μέ διαταγή τοῦ Χιλίαρχου Ἀριστόβουλου, ἄρχισαν νά τρέχουν παντοῦ. Φθάσανε καί στή Λάμψακο. Τόν βρήκανε ἐκεῖ νά βόσκει χῆνες. Τούς πλησίασε χωρίς κάν ἐκεῖνοι νά τόν ρωτήσουν (φωτιζόμενος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα) καί τούς εἶπε:

 - Ἐγώ εἶμαι ὁ Τρύφων, πού ζητάτε.

  Ἐκεῖνοι μείνανε κατάπληκτοι καί μέ μεγάλη χαρά τόν πήγανε στόν ἔπαρχο τῆς περιοχῆς, στόν Πομπηϊανό. Ἀπό ἐκεῖ τοῦ ἔκαμαν μεγάλες τιμές. Τόν ἀνεβάσανε μετά σέ ἄλογο βασιλικό καί ἔφυγαν ὁλοταχῶς γιά τή Ρώμη. ὅταν πλησίαζαν νά φθάσουν στή Ρώμη, ἀπό τήν ὁποία τούς χώριζαν τρεῖς μέρες δρόμος, ὁ δαίμονας μυρίστηκε τόν ἐρχομό του καί ἄρχισε νά βασανίζει περισσότερο τό κορίτσι. Ὕστερα δείχνοντας τήν θλίψη του ἔλεγε:

 - Ἀλλοίμονο σέ μένα. Δέ μέ ἀφίνει πιά ὁ Τρύφων νά μένω ἐδῶ μέσα. Μέ διώχνει ἀπό αὐτό τό σπίτι μου. Δέ θά μείνω ἀκόμη, παρά τρεῖς μέρες. Νά! ὅπου νἆναι ἔρχεται ὁ Τρύφων. Καί ἐνῶ οὔρλιαζε ἀπογοητευμένος ὁ δατανᾶς, βασάνιζε τήν κόρη πού σπαρταροῦσε σάν τό ψάρι καί χτυπιόταν ἀπελπισμένα. Ἔπειτα προτοῦ ἀκόμη φτάσει ὁ ἅγιος, ὁ σατανᾶς ἔφυγε, γιατί δέν μποροῦσε οὔτε κἄν νά ἀντικρύσει κατά πρόσωπο τόν ἅγιο Τρύφωνα.

  Τήν τρίτη ἡμέρα ἔφτασε ὁ ἅγιος. Τότε ὁ βασιλιᾶς τόν ὑποδχτηκε μέ μεγάλη χαρά καί τοῦ ἔκαμε μεγάλες τιμές γιατί καί ἀπό μακρυά εἶχε ἤδη κάνει καλά τό κορίτσι του.

  Γιά νά βεβαιωθεῖ στή συνέχεια ὁ βασιλιᾶς, παρακάλεσε τόν ἅγιο νά τοῦ δείξει τόν δαίμονα, νά τόν δεῖ μέ τά μάτια του καί νά τόν ρωτήσει, γιατί μπῆκε στήν κόρη του καί γιά διάφορα ἄλλα ζητήματα. Τότε ὁ ἅγιος νήστεψε ἕξι ἡμέρες καί προσευχότανε στό Θεό νά τόν βοηθήσει. Τήν ἑβδόμη ἡμέρα τό πρωί, ὅταν ξημέρωσε, συγκεντρώθηκαν ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς πόλης στό θέατρο, καθώς καί ὁ αύτοκράτορας μέ τούς ἀκολούθους του καί ὅλους τούς μεγιστᾶνες καί τούς ἄρχοντες.

  Καί ὁ Τρύφων μέ τή δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί μέ πίστη ἰσχυρή κ'  ἀκράδαντη στό Θεό, κάλεσε τόν δαίμονα σάν νά τόν ἔβλεπε μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς του καί τοῦ λέει:

 - Εἰς τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ σέ προστάζω νά φανεῖς ἔδῶ μπροστά μας, νά δοῦμε ὅλη τήν ἀσχήμια σου καί πόσο ἀδύναμος καί ἀνίσχυρος εἶσαι άπέναντι τοῦ Θεοῦ.

  Μόλις ὁ ἅγιος εἶπε αὐτά τά λόγια παρουσιάζεται ἕνα σκυλί μαῦρο, συχαμερό καί ἀπαίσιο μέ μάτια κατακόκκινα σάν τή φωτιά καί τό καφάλι σκυμμένο στή γῆ.

 - Πές μας, τρισκατάρατε, τοῦ λέει τότε ὁ ἅγιος, ποιός σέ διέταξε νά κατοικήσεις σ' αὐτή τήν κόρη καί πῶς τολμᾶς, νά ἀτιμάζεις τό τίμιο πλάσμα τοῦ Θεοῦ καί νά βασανίζεις τούς ἀνθρώπους;

  Καί ὁ δαίμονας, σάν νά τόν πλήγωναν μέ βέλη τά λόγια τοῦ Τρύφωνος, ἀπάντησε μέ δυσκολία λέγοντας :

 - Ὁ πατέρας μου μέ .εστειλε νά τήν βασανίσω.

 - Καί ποιά ἐξουσία ἔχετε, σεῖς, πάνω στά πλάσματα τοῦ Θεοῦ;

  Καί ὁ δαίμονας πιεζόμενος ἀπό τή θεία δύναμη, χωρίς νά τό θέλει, ὡμολόγησε μπροστά σέ ὅλους τοῦτα τά λόγια:

 - Ἐμεῖς, βέβαια, δέν ἔχουμε καμμιά ἐξουσία νά βασανίζουμε τούς Χριστιανούς, πού πιστεύουν στόν Παντοδύναμο Θεό καί στόν Υἱό Του τόν Ἰησοῦ Χριστό, τόν ὁποῖο ὁ Πέτρος καί ὁ Παῦλος ἐδῶ σ' αὐτή τήν πόλη κήρυξαν. Καί ὄχι μόνο δέν τούς πειράζουμε, ἀλλά βλέποντας τούς πιστούς αὐτούς ἀπό μακρυά, φεύγουμε καί χανόμαστε ἀπό μπροστά τους. Ἔχουμε ἀξουσία καί δύναμη νά βασανίζουμε μονάχα ὅσους βρίσκουμε νά ἀγαποῦν τά ἔργα μας. Τέτοιοι εἶναι οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ βλάσφημοι, οἱ μοιχοί, οἱ φονιᾶδες, αὐτοί πού ἀσχολοῦνται μέ τά μάγια, οἱ ὑπερήφανοι, καί ὅλοι οἱ ὅμοιοί τους, πού ἀπομακρύνονται ἀπό τό Θεό καί κόβουν κάθε σχέση μαζί Του. Αὐτοί μόνοι τους φεύγουν ἀπό τό Θεό, μέ τίς ἁμαρτίες τους καί ἔρχονται στό δικό μας στρατόπεδο. Αὐτούς μόνο πειράζουμε, γιατί κάνουν ὅσα ἀρέσουν σέ μᾶς καί περιφρονοῦν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

  Ἀκούγοντας ὅλα αὐτά, ὅσοι βρίσκονταν ἐκεῖ, θαύμασαν ἀλλά καί φοβήθηκαν. Πολλοί εἰδωλολάτρες πίστεψαν στόν Χριστό, ἀλλά καί οἱ πιστοί στερεώθηκαν περισσότερο στήν πίστη, σάν ἄκουσαν αὐτά. Ὁ δαίμονας ἐπιτιμήθηκε μέτα ἀπό τόν ἅγιο καί ἔγινε ἄφαντος.

  Ὁ αὐτοκράτορας σάν εἶδε καί ἄκουσε τόσα θαυμαστά πράγματα, θαύμασε τόν Τρύφωνα καί τόν ἐτίμησε μέ τό παραπάνω, ὅπως ἔπρεπε. Τοῦ ἔκανε πολλές δωρεές καί διέταξε τόν ἔπαρχο Πομπηϊανό μαζί μέ ἄλλους ἄρχοντες νά τόν ὁδηγήσουν στόν τόπο του.

  Μέ διαταγή τοῦ αὐτοκράτορα ὁ χιλίαρχος Ἀθηνόδωρος ἐτοίμασε αὐτοκρατορική ἄμαξα γιά τόν Τρύφωνα καί  ἄλλες γιά τόν ἔπαρχο Πομπηϊανό καί τούς ἄλλος ἄρχοντες καί τιμητικό ἀπόσπασμα ἱππέων τῆς ἀνακτορικῆς φρουρᾶς.

  Στήν ἐπιστροφή του ὁ ἅγιος μοίρασε στούς φτωχούς, πού συναντοῦσε στό δρόμο, ὅλα τά χρήματα, πού τοῦ χάρισε ὁ αὐτοκράτορας, χωρίς νά κρατήσει τίποτα γιά τόν ἑαυτό του.

  Καί ὅταν ἔφθασε στό σπίτι του, ζοῦσε ὅπως καί πρώτα. Ξαναδόθηκε στίς δουλιές του, στίς χαρές του καί στίς ἀγάπες του. Θεράπευε τά ἀμπέλια, τούς ἀγρούς, τά δένδρα καί τούς ἀνθρώπους περισσότερο, μέ τήν προσευχή του, τόσο πού τόν ἔλεγαν πιά ὅλοι γιατρό. Ὁ θαυματουργός γιατρός τῆς Λαμψάκου.

  Τό κύριο ἔργο του ὅμως ἦταν νά ὁδηγεῖ τούς πλανεμένους στήν ἀλήθεια. Νά διαδίδει τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί νά φέρνει τόν κόσμο κοντά Του.

 

Τῆς θεολόγου Αἰκατερίνης Τσακίρη