Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2021

Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων - 17 Φεβρουαρίου

 O Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων, τιμάται κάθε χρόνο από την Εκκλησία μας στις 17 Φεβρουαρίου, ένα Άγιος συνυφασμένος με τον ποντιακό ελληνισμό.

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Τήρων καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ἀμάσεια στὴ Μαύρη Θάλασσα, ποὺ ὀνομαζόταν Χουμιαλὰ καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.), Γαλερίου (305 – 311 μ.Χ.) καὶ Μαξιμίνου (305 – 312 μ.Χ.). Ὀνομάζεται Τήρων, διότι κατετάγη στὸ στράτευμα τῶν Τηρώνων, δηλαδὴ τῶν νεοσυλλέκτων, διοικούμενο ὑπὸ τοῦ π


       Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Τήρων καταγόταν ἀπο το χωριο Ἀμάσεια στη Μαύρη Θάλασσα, που  ὀνομαζόταν Χουμιαλα και ἔζησε κατα τους χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Μαξιμιανοῦ (286-305 μ.Χ.), Γαλερίου (305-311 μ.Χ.) και Μαξιμίνου (305-312 μ.Χ.).

      Ὀνομάζεται Τήρων, διότι κατετάγη στο στράτευμα τῶν Τηρώνων, δηλαδὴ τῶν νεοσυλλέκτων, διοικούμενο ὑπό τοῦ πραιπόσιτου Βρίγκα.

      Διαβάλθηκε στον πραιπόσιτο(praepositus) ὡς Χριστιανός και κλήθηκε σε ἐξέταση. Ἐκεῖ ὁμολόγησε την πίστη του στον Χριστὸ χωρις δισταγμό. Ὁ διοικητὴς Βρίγκας δεν θέλησε νὰ προχωρήσει στὴν σύλληψη και τιμωρία τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου, ἀλλὰ τον ἄφησε νὰ σκεφθεῖ καὶ να τοῦ ἀπαντήσει λίγο ἀργότερα. Πίστευε ὅτι ὁ Θεόδωρος θα ἄλλαζε και  θα θυσίαζε στα εἴδωλα.


    Ὁ Μεγαλομάρτυς, ὄχι μόνο παρέμεινε ἀδιάσειστος στην πίστη του, ἀλλα  ἔκαψε και τον ναό τῆς μητέρας τῶν θεῶν Ρέας, μετά τοῦ εἰδώλου αὐτῆς. Ἀμέσως τότε συνελήφθη και ρίχθηκε ἀπὸ τους εἰδωλολάτρες σὲ πυρακτωμένη κάμινο, ὅπου και τελειώθηκε μαρτυρικά.
    Στην Αγιογραφία, ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων εμφανίζεται σε τεσσάρων ειδών μορφές. Είτε μόνος με στρατιωτική στολή, είτε αντιμετωπίζοντας ένα φίδι-δράκο και μαζί με τον Άγιο Θεόδωρο τον Στρατηλάτη όρθιοι ή πάνω σε άλογα. Πάντα φέρει στρατιωτική στολή.

    Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρα Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος ἐτελεῖτο στὸ ἁγιότατο Μαρτύριό του, τὸ ὁποῖο βρισκόταν στην περιοχή τοῦ Φωρακίου ἢ Σφωρακίου, το  Σάββατο τῆς Α’ ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν, δηλαδή  την ἡμέρα ποὺ ὁ Ἅγιος ἔκανε τὸ θαῦμα τῶν κολλύβων σώζοντας τον ὀρθόδοξο λαό ἀπό τα μιασμένα εἰδωλόθυτα, τὰ ὁποῖα ἐπρόκειτο ἀπὸ ἄγνοια να φάει.


     Στην Ελλαδική Εκκλησία οι Άγιοι Θεόδωροι τιμώνται μαζί το πρώτο Σάββατο των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (υπάρχει μάλιστα η συνήθεια των πιστών να διαβάζονται κόλλυβα το Σάββατο αυτό, στις εκκλησιές και στα νεκροταφεία, θεωρώντας το ως Ψυχοσάββατο, κάτι που δεν υφίσταται στο Τυπικό της Εκκλησίας μας) και όχι στη μέρα μνήμης τους την 8η Φεβρουαρίου για τον Άγιο Θεόδωρο τον Στρατηλάτη και την 17η Φεβρουαρίου για τον Άγιο Θεόδωρο τον Τήρωνα. Αυτό το βλέπουμε επίσης και  στην εντεταγμένη ακολουθία τους από το Τριώδιο, η οποία  ψάλλεται στους Ναούς κανονικά εκείνο το Σάββατο τῆς Α’ ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν.
Το δια κολλύβων Θαύμα του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος.
    Όταν έγινε βασιλιάς ο Ιουλιανός ο Παραβάτης (361-363) έκανε πολλά και διάφορα εναντίον των Χριστιανών και προσπάθησε να αναστήσει την παλαιά ειδωλολατρική θρησκεία των Ελλήνων. Στην εποχή του είχαν ουσιαστικά ξαναρχίσει οι διωγμοί των Χριστιανών και τα βασανιστήρια...
    Ο Ιουλιανός, γνώριζε πολύ καλά τα ήθη των Χριστιανών και ότι την πρώτη εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής τηρούν αυστηρή νηστεία και εξαγνίζονται μ' αυτή και τη θερμή προσευχή. Θέλησε, λοιπόν, να τους μιάνει με τις ειδωλολατρικές θυσίες. Γι' αυτό και κάλεσε τον έπαρχο της πόλεως και του ανέθεσε να επιβλέψει στην εκτέλεση της εξής εντολής του: Να σηκωθούν από την αγορά όλα τα τρόφιμα και να μην υπάρχουν σ' αυτήν παρά μόνον εκείνα πού θα ήταν ραντισμένα με το αίμα των θυσιών πού έγιναν στα είδωλα. Με τον τρόπο αυτό αναγκαστικά, ή θα αγόραζαν όλοι να φάνε και έτσι να γευθούν από τη θυσία προς τους θεούς, ή αν δεν υπακούσουν, να πεθάνουν από την πείνα.
    Ο έπαρχος έθεσε αμέσως σε εφαρμογή τη διαταγή του Ιουλιανού και αποσύρθηκαν από την αγορά τα τρόφιμα. Αντικαταστάθηκαν βέβαια από τα μιασμένα από τις θυσίες τρόφιμα. Φάνηκε έτσι προς στιγμήν ότι κέρδιζε ο διάβολος, ο υποκινητής και εμπνευστής και Πατέρας του Ιουλιανού. Ο Θεός όμως είναι και Παντοδύναμος και Πάνσοφος. Δεν άφησε ούτε εγκατέλειψε το λαό Του. Για τη σωτηρία του από τις μεθοδεύσεις του διαβόλου έστειλε το Μεγαλομάρτυρά Του Θεόδωρο, πραγματικά ως δώρο Θεού για να Τον δοξάσει με ένα θαύμα.
   Και παρουσιάζεται ο Άγιος στον Πατριάρχη Ευδόξιο (360-369) και του φανερώνει το σχέδιο του Ιουλιανού με τα έξης λόγια:
«Σήκω γρήγορα, Πατριάρχη, συγκέντρωσε το Χριστεπώννμο πλήρωμα, και διαφύλαξε το από τον μολυσμό των ειδώλων, παραγγέλοντάς το να μην αγοράσει κανείς από τα τρόφιμα που υπάρχουν στην αγορά».
Ο Πατριάρχης απορώντας είπε προς τον Άγιο:
«Πώς είναι δυνατόν, Κύριε μου, να γίνει αυτό; Διότι, οι μεν πλούσιοι μπορεί να το εφαρμόσουν γιατί έχουν τρόφιμα στις αποθήκες τους, οι φτωχοί όμως, που δεν θα έχουν ούτε μιας ημέρας τρόφιμα, τί θα κάνουν μπροστά σ' αυτή την ανάγκη»;
Και ο Άγιος του είπε:
«Να τους προσφέρεις κόλλυβα, για να καλύψεις την ανάγκη τους».
Και επειδή ο Πατριάρχης άκουγε για πρώτη φορά το λόγο για τα κόλλυβα, τον ρώτησε με απορία:
«Τί είναι αυτά τα κόλλυβα δεν το γνωρίζω». 
Ο Μάρτυρας τότε του αποκρίθηκε:
«Είναι σιτάρι. Να το βράσεις και να το μοιράσεις στους Χριστιανούς».
Και για να δείξει ο Άγιος από που ήλθε, πρόσθεσε:
«Γι' αυτό το βρασμένο σιτάρι στα Ευχάϊτα συνηθίζουμε να το λέμε κόλλυβα. Κάνε, λοιπόν, έτσι και σώσε το ποίμνιο του Χριστού από το μιασμό».
Λέει ο Πατριάρχης προς τον Άγιο:
«Ποιος είσαι εσύ Κύριε μου, πού φροντίζεις με αγάπη και ευσπλαχνία για τη σωτηρία μας»;
Και ο Άγιος του αποκρίθηκε:
«Εγώ είμαι ο Μάρτυρας του Χριστού Θεόδωρος, και με έστειλε για τη σωτηρία και βοήθειά σας».
    Ο Άγιος έγινε άφαντος και ο Πατριάρχης σηκώθηκε με θαυμασμό και χαρά και συγκέντρωσε το λαό του Χριστού και του φανέρωσε την παρουσία και βοήθεια του Μάρτυρα. Συγχρόνως έκανε σύμφωνα με το λόγο του. Δηλαδή έβρασε σιτάρι και μοίρασε στο λαό και διαφυλάχθηκε έτσι το ποίμνιο του Χριστού. Στην αγορά, αν και τελείωνε η εβδομάδα, η μηχανορραφία του Ιουλιανού έμεινε ανενέργητη, γιατί κανένας Χριστιανός δεν αγόρασε από τα μιασμένα τρόφιμα. Κι' αφού ο Ιουλιανός νικήθηκε ολοφάνερα απέσυρε από την αγορά τα μιασμένα τρόφιμα και επανέφερε τα συνηθισμένα.
    Οι Χριστιανοί ύμνησαν και δοξολόγησαν το Θεό και το Μάρτυρά Του Θεόδωρο και για χάρη του έκαναν λαμπρή γιορτή.
   Έτσι καθιερώθηκε από τότε και το Σάββατο της πρώτης Εβδομάδος των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής να γιορτάζεται στην Εκκλησία μας το θαύμα το δια κολλύβων του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος.
Από το βιβλίο: «Οι Άγιοι Μεγαλομάρτυρες Θεόδωρος ο Στρατηλάτης και Θεόδωρος ο Τήρων» 
του Αρχιμ. Γεωργίου Μαραγκού Ηγουμένου Ι.Μ. Αγίων Θεοδώρων Αροανίας Καλαβρύτων



 Ἦχος β'. Αὐτόμελον.

Πίστιν Χριστοῦ ὡσεὶ θώρακα, ἔνδον λαβῶν ἐν καρδίᾳ σου, τᾶς ἐναντίας δυνάμεις κατεπάτησας, Πολύαθλε, καὶ στέφει οὐρανίω ἐστέφθης, αἰωνίως ὡς ἀήττητος.

The Holy Great Martyr Theodore the Recruit (Tyro) was a soldier in the city of Alasium of the Pontine district (northeast province of Asia Minor, stretching along the coast of the Euxine, i.e. the Black Sea), under the command of a certain Brincus. They commanded him to offer sacrifice to idols. Saint Theodore firmly confessed his faith in Christ the Savior in a loud voice. The commander gave him several days to think it over, during which time Saint Theodore prayed. They charged him with setting a pagan temple on fire, and threw him into prison to be starved to death. The Lord Jesus Christ appeared to him there, comforting and encouraging him. Brought to the governor, Saint Theodore boldly and fearlessly confessed his faith, for which he was subjected to new torments and condemned to burning. The martyr Theodore climbed onto the fire without hesitation, and with prayer gave up his holy soul to God. This occurred in about the year 306 under the Roman emperor Galerius (305-311). Unharmed by the fire, the body of Saint Theodore was buried in the city of Euchaita, not far from Amasium. His relics were afterwards transferred to Constantinople, to a church dedicated to him. His head is in Italy, in the city of Gaeto. Later on, fifty years after the death of Saint Theodore, the emperor Julian the Apostate (361-363), wanting to commit an outrage upon the Christians, commanded the city-commander of Constantinople during the first week of Great Lent to sprinkle all the food provisions in the marketplaces with the blood offered to idols. Saint Theodore appeared in a dream to Archbishop Eudoxius, ordering him to inform all the Christians that no one should buy anything at the marketplaces, but rather to eat cooked wheat with honey (kolyva). In memory of this occurrence, the Orthodox Church annually celebrates the holy Great Martyr Theodore the Recruit on the first Saturday of Great Lent. On Friday evening, at the Divine Liturgy of the Presanctified Gifts following the prayer at the ambo, the Canon to the holy Great Martyr Theodore, composed by Saint John of Damascus, is sung. After this, kolyva is blessed and distributed to the faithful. The celebration of the Great Martyr Theodore on the first Saturday of Great Lent was set by the Patriarch Nectarius of Constantinople (381-397). ΠΗΓΗ.: http://intheopatoron .blogspot.com /2013/02/blog-post_12.html

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2021

Ἅγιος Ἄνθιμος ὁ Βαγιάνος τῆς Χίου [1869 – 15 Φεβρουαρίου 1960]

 

agios an8hmos o xios 01


Α) Ἡ καταγωγή του

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος γεννήθηκε στὰ Λειβάδια τῆς πόλεως τῆς Χίου, τὴν 1η Ἰουλίου τοῦ 1869. Οἱ γονεῖς του ὀνομαζόνταν Κωνσταντῖνος καὶ Ἀγγεριώ. Ἦταν ἄνθρωποι σεμνοί, εὐλαβεῖς καὶ ἐνάρετοι. Βάπτισαν λοιπὸν τὰ δύο μεγαλύτερα παιδιά τους Νικόλαο καὶ Καλλιόπη, ἐνῶ τὸν νεώτερο γιό τους Ἀργύριο. Νὰ σημειώσουμε μόνο τὸ γεγονός, ὅτι ἡ Καλλιόπη ἔγινε κάποια στιγμὴ μοναχὴ καὶ μετονομάσθηκε Καλλινίκη. Ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἡλικία ὁ Ἀργύριος ἔδειξε σὲ ὅλους ὅτι εἶχε ἀξιωθεῖ τῆς Θείας Χάριτος. Ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός του ὁ Νικόλαος σὲ ἀναφορές του σχετικὰ μὲ τὸν Ἀργύριο ἔλεγε, ὅτι ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ἀκόμη ποὺ ἦταν, ἔβλεπε πολλὲς φόρές, πάνω ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ εἶχαν τοποθετήσει τὸν Ἀργύριο ὅταν ἦταν βρέφος, τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο νὰ τὸν σκεπάζει τρυφερά, μὲ μιὰ βασιλικὴ πορφύρα, ἐνῶ ταυτόχρονα πεταγόταν ὁλόγυρα λάμψεις Θείου Φωτός. Ἡ ἐποχὴ ποὺ ἔζησε ὁ Ἀργύριος ἦταν μιὰ δύσκολη ἐποχὴ γιὰ τὸ μαρτυρικὸ νησὶ τῆς Χίου. Μόνο νὰ ἀναλογιστοῦμε τὸ γεγονός, ὅτι οἱ σφαγὲς τῶν Τούρκων μόλις εἶχαν κοπάσει καὶ οἱ μνῆμες ἀπὸ τὶς θηριωδίες τους ἦταν ἀκόμα νωπές.


Β) Τὰ πρῶτα χρόνια

Οἱ συνθῆκες δὲν ἐπέτρεπαν τότε στὰ παιδιὰ ποὺ προέρχονταν ἀπὸ φτωχὲς οἰκογένειες νὰ σπουδάσουν καὶ ἔτσι, ὅπως ὅλα τὰ παιδιὰ τῆς ἡλικίας του, ὁ Ἀργύριος δὲν σπούδασε καὶ ὅπως ἦταν φυσικό, τὰ γράμματα ποὺ ἔμαθε ἦταν αὐτὰ τοῦ δημοτικοῦ σχολείου. Ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ τῆς Χίου ἤξεραν ὅτι ὁ τόπος τους ἦταν ποτισμένος μὲ τὸ αἷμα μεγάλων Ἁγίων ποὺ μὲ τὶς θυσίες τους καὶ τοὺς ἀγῶνές τους εἶχαν στολίσει καὶ ἁγιάσει τὸ μαρτυρικὸ νησί.

Ἔζησε λοιπὸν καὶ ἀνδρώθηκε ὁ Ἀργύριος, μέσα σὲ μιὰ ἐποχὴ γεμάτη δυσκολίες καὶ κακουχίες, ἀλλὰ σὲ ἕνα χριστιανικὸ περιβάλλον μὲ μνῆμες βαθειὲς ῥιζωμένες. Τὴν τέχνη τοῦ ὑποδηματοποιοῦ λοιπὸν τὴν ἔμαθε ὁ μικρὸς Ἀργύριος γιὰ βιοποριστικοὺς λόγους, τὴν ὁποία θὰ ἐξασκοῦσε καὶ στὴ συνέχεια τῆς ζωῆς του ὡς δόκιμος μοναχός.


Γ) Ὁ Μοναχὸς Παχώμιος

Ὁ μικρὸς Ἀργύριος ποὺ θὰ μποροῦσε λόγῳ τῆς φτώχειας καὶ τῆς ἀνέχειας νὰ ζήσει ἀνάμεσα στὸν κόσμο τῆς πατρίδας του, ἀναζητώντας μόνο τὴν βιοποριστικὴ λύση, ποτὲ δὲν παρασύρθηκε ἀπὸ τὶς εὔκολες καὶ ἐφήμερες λύσεις. Προτίμησε λοιπὸν τὸν δύσκολο καὶ βασανιστικὸ δρόμο, τὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς, ποὺ θὰ τον ὁδηγοῦσε τελικὰ στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἡλικία ὁ Ἀργύριος προσευχόταν καὶ νήστευε. Ἔφηβος θὰ ἦταν ἀκόμη ὅταν συνδέθηκε μὲ κάποιο Μοναχὸ ὀνόματι Παχώμιο.

Ὁ Πατέρας Παχώμιος ἦταν ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου καὶ τῆς Σκήτης τῶν Ἁγίων Πατέρων ποὺ βρίσκονταν στὸ Προβάτειο Ὄρος. Ἐκτὸς τῶν ἄλλων, ὑπῆρξε καὶ Γέροντας τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, τοῦ ἐν Αἰγίνῃ. Ὁ Γέροντας Παχώμιος τοῦ καλλιέργησε κατ᾿ ἀρχὴν τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸν Θεό, καὶ τὸν πλησίον του.

Ἡ γνωρίμια αὐτὴ ἔγινε ἀφετηρία νὰ πάρει ὁ Ἀργύριος τὴν μεγάλη ἀπόφαση νὰ ἀφήσει τὰ ἐγκόσμια καὶ νὰ ἀφιερωθεῖ στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό. Ἔτσι λοιπόν, θέλοντας νὰ γίνει μοναχός, ἀποτάνθηκε στὸν Πατέρα Παχώμιο. Ἀρχικά, καθ᾿ ὑπόδειξή του, ἐπιδόθηκε στοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες ἀπὸ τὸ σπίτι του ὅπου οἱ νηστεῖες, οἱ συχνὲς ἀγρυπνίες καὶ οἱ συνεχεῖς προσευχές, ἀποτελοῦσαν τὴν καθημερινότητά του. Θεωροῦσε ὡς μητέρα ὅλων τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, τὴν ἡσυχία. Τὶς ὧρες λοιπὸν τῆς ἀπομόνωσης καὶ τῆς περισυλλογῆς χρησιμοποιοῦσε σὰν καταφύγιο ἕνα ὑπόγειο δωμάτιο ποὺ ὑπῆρχε στὸ πατρικό του σπίτι. Νηστευτὴς καθὼς ἦταν ἀλλὰ καὶ φιλόπτωχος ἀπὸ μικρός, πρόσφερε τὸ φαγητό του σὲ ὅσους πεινοῦσαν, ἔστω κι᾿ ἂν ὁ ἴδιος θὰ ἔπρεπε νὰ μείνει νηστικὸς γιὰ πολὺ καιρό.


Δ) Μικρόσχημος Μοναχός

Ὁ Παχώμιος, ἀναγνωρίζοντας τὴν πνευματικὴ πρόοδο τοῦ Ἀργυρίου, τὸν ἔκειρε μικρόσχημο μοναχό, στὴν ἡλικία τῶν 20 μόλις ἐτῶν. Ἐτσι λοιπὸν ὁ Ἀργύριος μετονομάστηκε Ἄνθιμος, γιὰ νὰ εὐωδιάζει τοὺς πλησιάζοντας αὐτὸν μὲ πνευματικὴ εὐωδία ἀπὸ τὰ ὡραῖα ἄνθη τῶν ἀρετῶν του. Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ὑπῆρξε λαμπρὸ παράδειγμα ταπεινοφροσύνης καὶ ὑπακοῆς γιὰ τοὺς ἀδελοφὺς ποὺ τὸν ἔζησαν ἀπὸ κοντά. Μάλιστα, τὸν πρῶτο καιρὸ ὁ Παχώμιος, ἔλεγε στοὺς ἀδελφοὺς ὅτι ὁ Ἄνθιμος σὰν ἀρχάριος εἶναι τέλειος Μοναχός, ἐνῷ δὲν παρέλειπε νὰ τονίζει ὅτι κάποια μέρα ὁ Ἄνθιμος θὰ γίνει Μέγας Πατέρας. Ὁ Γέροντας ἐκτιμῶντας μάλιστα τὴν ἁγνότητα τοῦ νέου τότε Μοναχοῦ τοῦ ἐμπιστεύθηκε τὴν φροντίδα τῶν δόκιμων γυναικῶν Μοναχῶν γιὰ τὴν μετάβασή τους στὴν Σκήτη, τὴν ἐξομολόγησή τους ἐκεῖ καὶ τὴν ἐπιστροφή τους ἀπὸ τὸ Προβάτειο ὄρος στὸ σπίτι τους. Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτό, ὁ Γέροντας, βλέποντας τὴν εὐστροφία του καὶ τὴν ὀξύνοιά του, τοῦ ἀνέθεσε ἀπὸ κοινοῦ μαζὶ μὲ ἄλλους ἀδελφούς, τὴν ἐπίβλεψη τῶν ἐργασιῶν ποὺ γίνονταν γιὰ τὴν ἀνοικοδόμηση τῆς γυναικείας Μονῆς τοῦ Ἁγ. Κωνσταντίνου.


Ε) Ἡ ἀσθένεια δὲν τὸν καταβάλλει

Νεαρὸς Μοναχὸς τότε ὁ Ἄνθιμος, γεμᾶτος ἐνθουσιασμό, θέλοντας νὰ προσφέρει ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερα στὴν ἀνέγερση τῆς Μονῆς, ἐξαντλημένος ὅμως ἀπὸ τοὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνές του, ἀῤῥώστησε. Ἄρχισε νὰ ὑποφέρει ἀπὸ σοβαρὲς στομαχικὲς διαταραχές, τέτοιες ποὺ τὸ σῶμά του τρανταζόταν καὶ πονοῦσε συνέχεια. Ὑπῆρξε λοιπὸν ἄμεση ἀνάγκη ὁ Ἄνθιμος νὰ μεταφερθεῖ σὲ κάποιο ἄλλο μέρος ἐπειδὴ εἶχε ἀνάγκη ἰατρικῆς παρακολούθησης καὶ γιατὶ ἔπρεπε νὰ τρέφεται σωστά. Ὁ καθοριστικὸς λόγος βέβαια ἦταν ὅτι ἡ Σκήτη εἶχε πολλοὺς αὐστηροὺς κανόνες καὶ δὲν ἐπιτρεπόταν ἡ κατάλυση ὁρισμένων τροφῶν. Ὁ Γέροντας Παχώμιος ὅμως, παρακίνησε καὶ εὐλόγησε τὸν Ἄνθιμο, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἐπιστρέψει στὸ πατρικό του σπίτι μέχρι τὴν ἀνάῤῥωσή του, κοντὰ στοὺς γέροντες γονεῖς του. Ταυτόχρονα, ὁ Γέροντας ἀνέλαβε ὅλες τὶς δαπάνες γιὰ τὴν θεραπεία του.

Ἀλλὰ μὲ τὴν ἐπιστροφή του στὸ σπίτι ὁ Ἄνθιμος συνεχίζει νὰ ζεῖ ὅπως ζοῦσε κοντὰ στοὺς ἀδελφούς του. Συνέχισε λοιπὸν τὴν ἄσκηση, τὴν νηστεία, τὴν ἀγρυπνία καὶ τὴν προσευχή, ὑποβάλλοντας τὸν εἁυτό του σὲ συνεχὴ δοκιμασία. Οἱ ἡμέρες πέρασαν καὶ χωρὶς νὰ ἔχει ἀποθεραπευτεῖ ἐντελῶς, ζήτησε τὴν ἄδεια τοῦ Γέροντά του γιὰ νὰ χτίσει ἕνα μικρὸ κελλί, σὲ μιὰ γωνιὰ τῶν πατρικῶν του κτημάτων ὅπου καὶ ἐκεῖ θὰ ἡσύχαζε. Κάθε μέρα ἐργαζόνταν ὡς ὑποδηματοποιός, καὶ τὴν νύκτα προσευχόταν ἀδιάκοπα. Τὰ ἔσοδα ἀπὸ τὴν χειρωνακτικὴ ἐργασία τὰ διέθετε ἔτσι ὥστε νὰ συντηροῦνται οἱ γέροντες γονεῖς του καὶ βέβαια οἱ ἀναξιοπαθοῦντες καὶ ἄῤῥωστοι συνάνθρωποί του.


ΣΤ) Ὁ διάβολος τὸν δοκιμάζει

Μὲ ἀτελειώτους ἀσκητικοὺς ἀγῶνες καὶ προσευχή, περνοῦσαν τὰ χρόνια γιὰ τὸν Ἄνθιμο. Ὁ διάβολος, βλέποντας τὸν πολύτιμο τοῦτο μαργαρίτη, τὸν φθόνησε. Τὸν ἐπισκέφθηκε λοιπὸν στὸ κελλί του καὶ τὸν ὑπέβαλε σὲ μιὰ σειρὰ ἀπὸ δοκιμασίες, στὶς ὁποῖες ὅμως ὁ Ἄνθιμος στάθηκε μὲ τὴν δύναμη τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας. Κάποια στιγμὴ μάλιστα, πῆρε τὴν ἄδεια τοῦ Γέροντά του γιὰ νὰ ἀγρυπνήσει καὶ νὰ νηστέψει. Ἔμεινε λοιπὸν ξάγρυπνος καὶ νήστεψε δέκα ἐννέα μερόνυχτα καὶ ὅλο αὐτὸν τὸν καιρὸ ἔτρωγε λίγο ξερὸ ψωμί, κάθε δύο ἡμέρες καὶ ἔπινε πολὺ λίγο νερό. Κάποια στιγμὴ μέσα σὲ αὐτὸ τὸ διάστημα ἦλθε σὲ θεϊκὴ ἔκσταση καὶ τὸ πνεῦμά του κατευθύνθηκε πρὸς τὸν οὐρανὸ ἐνῶ ταυτόχρονα ἄκουγε μελωδίες Ἀγγέλων νὰ ἔρχονται ἀπὸ παντοῦ. Τὴν στιγμὴ ποὺ βρισκόταν τὸ πνεῦμά του στὸν οὐρανό, παρατηροῦσε τὸ σῶμά του τὸ ὁποῖο βρισκόταν κάτω στὴν γῆ. Μετά, ὅταν ἐπέστρεψε καὶ πάλι στὸ σῶμά του, τὸ μόνο ποὺ ἔλεγε ἦταν:

› Κύριε ἐλέησον.

Ἔπειτα λοιπὸν ἀπὸ αὐτὴ τὴν θαυμαστὴ μὰ πολὺ ἐξαντλητικὴ γιὰ τὸ σῶμά του ἀγρυπνία καὶ νηστεία, αὐτὰ τὰ δέκα ἐννέα μερόνυχτα, ὁ Ἄνθιμος ἔνοιωσε ὅτι ἔπρεπε νὰ φάει καὶ νὰ κοιμηθεῖ. Ἔξω ἀπὸ τὸ κελλάκι του ὑπῆρχε μιὰ πελώρια καὶ γέρικη ἐληά, τῆς ὁποίας τὸ κούφωμα εἶχε κάνει ὁ νεαρὸς Ἄνθιμος τόπο προσευχῆς ὅπου εὕρισκε τὴν βαθιὰ ἡρεμία καὶ γαλήνη.


agios an8hmos o xios 02


Ζ) Μεγαλόσχημος Μοναχός

Ὁ Γέροντας Παχώμιος βλέποντας τὴν πνευματικὴ προκοπὴ τοῦ ὑποτακτικοῦ του, αἰσθανόμενος ξεχωριστὴ χαρά, γι᾿ αὐτὸ ἤθελε νὰ κάνει τὸν Ἄνθιμο μεγαλόσχημο Μοναχό, ἀλλὰ ἀνέβαλλε. Τὸ ἔτος 1905 ὁ Γέροντας Παχώμιος κοιμήθηκε καὶ διάδοχός του στὴν ἡγουμενία ἐξελέγη ὁ Ἱερομόναχος Ἀνδρόνικος, ὁ ὁποῖος γνώριζε πολὺ καλὰ τὴν πορεία τοῦ Ἀνθίμου. Ὅταν λοιπὸν ὁ Ἄνθιμος βρισκόταν στὴν ἡλικία τῶν σαράντα ἐτῶν, τὸν ἔκειρε μεγαλόσχημο Μοναχό.

Ὁ ἐνάρετος τρόπος ζωῆς του στὰ μάτια ὅλων ὅσων τὸν πλησίαζαν προκαλοῦσε μεγάλο ἐνδιαφέρον καὶ ζῆλο γιὰ τὸν μοναχικὸ βίο καὶ γιὰ μίμηση τῶν ἀθλημάτων του. Τὰ συχνὰ μάλιστα θαύματα τῆς Ἱερῆς Εἰκόνας τῆς Παναγίας τῆς Βοήθειας, ὁδηγοῦσαν πλήθη πιστῶν ὅλων τῶν ἡλικιῶν στὸ ἀσκητήριό του, ποὺ ἔγινε πόλος ἕλξεως γιὰ τοὺς χριστιανούς. Τὸ ἀσκητήριό του εἶχε γίνει τόπος γιὰ νὰ φρονηματίζονται, νὰ μετανοοῦν, νὰ μαθαίνουν, νὰ προσεύχονται, νὰ νηστεύουν, νὰ ἀγωνίζονται κατὰ τῶν δαιμόνων καὶ τῶν κακῶν παθῶν οἱ πιστοὶ χριστιανοί. Οἱ ἐπισκέπτες τοῦ ζητοῦσαν νὰ τοὺς ἐξομολογήσει καὶ νὰ τοὺς δώσει τὴν εὐχή του. Ἀλλὰ ὁ Ἄνθιμος δὲν εἶχε ἱερωσύνη καὶ δὲν ἦταν Πνευματικός. Πολλοὶ λοιπὸν προέτρεπαν τὸν Ἄνθιμο νὰ λάβει τὸ χάρισμα τῆς ἱερωσύνης. Σύσσωμος ὁ φιλόχριστος λαὸς τῆς Χίου ζήτησε ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ἱερώνυμο Γοργία νὰ δοθεῖ στὸν Ἄνθιμο τὸ χάρισμα τῆς ἱερωσύνης, ἀλλὰ ὁ Μητροπολίτης δὲν ἐνέκρινε τὴν χειροτονία του. Ὁ βασικὸς λόγος ἦταν ὅτι ὁ Ἄνθιμος δὲν γνώριζε πολλὰ γράμματα καὶ ἀγνοοῦσε τὴν γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν Λειτουργικῶν κειμένων.


Η) Ἱερέας

Ὁ Ἄνθιμος διακρινόταν γιὰ τὴν εὐφυΐα του. Ἄν ὑποβαλλόταν σὲ σύντομη ἀγωγή, εὔκολα θὰ μποροῦσε νὰ γίνει ἐκλεκτὸς ἱερουργός, καὶ σπάνιος πνευματικός. Ἀπὸ Θεία Οἰκονομία πῆγε στὸ Ἀδραμύττι τῆς Σμύρνης τοὺς πρώτους μῆνες τοῦ 1910 γιὰ νὰ μάθει τὰ πρῶτα γράμματα. Ἡ πρώτη ἐξαδέλφη του ποὺ ὀνομαζόταν Λουκία Διοματάρη, ἀνέλαβε νὰ τὸν βοηθήσει. Στὸ Ἀδραμύττι, ὁ σύζυγος τῆς Λουκίας, ὁ προύχοντας Στέφανος Διοματάρης, βάλθηκε νὰ τοῦ μάθει γράμματα γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ διαβάζει τὸ Εὐαγγέλιο. Δάσκαλό του προσέλαβε τὸν ἔμπειρο καὶ σοφὸ Καρακατσάνη γιὰ νὰ τὸν προχωρήσει γρήγορα.

Ἡ προετοιμασία κράτησε ἀρκετοὺς μῆνες. Ἔπειτα, ἡ οἰκογένεια Διοματάρη καὶ ὁ Ἄνθιμος ἀναχώρησαν γιὰ τὴν Σμύρνη. Μὲ ἐντολὴ τοῦ Μητροπολίτη Ἐφέσου, ὁ μοναχὸς Ἄνθιμος χειροτονήθηκε στὴν Σμύρνη ἱερέας, ἀπὸ τὸν βοηθὸ Ἐπίσκοπο Δηλανᾶ.
Τὴν στιγμὴ ἀκριβῶς ποὺ ὁ Ἐπίσκοπος τὸν προσαγόρευε Ἄξιος, καὶ τὸ ἐκκλησίασμα ἀπαντοῦσε Ἄξιος, ἕνας δυνατὸς σεισμὸς τράνταξε συθέμελα τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν εὐρύτερη περιοχή.

› Παναγία μου·

ἦταν ἡ ἰαχὴ ποὺ ἀκούστηκε ἀπὸ τοὺς πιστοὺς καὶ ὅλοι σταυροκοπήθηκαν τρομαγμένοι. Ὁ οὐρανὸς ξαφνικὰ μαύρισε καὶ τὸ σύμπαν ἀναστατώθηκε. Βροντές, ἀστραπὲς καὶ κατακλυσμός. Καὶ τότε πάλι ἀκούστηκε ἀπὸ τοὺς πιστούς·

› Παναγία μου.

Μὲ τὴν ταλάντωση τῶν καντηλιῶν ἀπὸ τὸν σεισμό, μιὰ καντήλα ἔπεσε μπροστὰ στὰ πόδια του πρὶν ἀπὸ λίγο χειροτονηθέντος Ἄνθιμου. Ἀμέσως σταμάτησαν ὅλα. Τὴν κοσμοχαλιασιὰ διαδέχθηκε σιωπηλὴ γαλήνη ἐνῷ ὁ Ἄνθιμος ἔκλαιγε. Ὁ Θεὸς ἐπιδοκίμασε τὴν χειροτονία τοῦ Ἱερέα πλέον Ἄνθιμου μὲ θαυμαστὸ τρόπο καὶ τὸν ὅπλισε μὲ τὴν θαυματουργική του δύναμη.


Θ) Ὁ δαιμονισμένος

Στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀδραμυττίου, ὑπῆρχε ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ἕνας ἄνθρωπος ποὺ βασανιζόταν σκληρὰ ἀπὸ δαιμόνια. Οἱ κάτοικοι τὸν κρατοῦσαν δεμένο μὲ μιὰ μεγάλη σιδερένια ἀλυσίδα στὸν κορμὸ ἑνὸς μεγάλου πλατάνου. Μέρα καὶ νύκτα φώναζε ἄγρια καὶ ἔμενε γυμνὸς καὶ νηστικός. Ἔβγαζε ἀφροὺς ἀπὸ τὸ στόμα, ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος σὲ ὁλόκληρη τὴν περιοχή.

Οἱ Ἱερεῖς προσεύχονταν γιὰ νὰ τὸν εὐσπλαγχνισθεῖ ὁ Θεὸς καὶ νὰ τὸν θεραπεύσει. Καὶ ἐπειδὴ φοβόντουσαν νὰ τὸν πλησιάσουν, τοῦ διάβαζαν ἐξορκισμοὺς καὶ εὐχὲς ἀπὸ μακριά. Ὅταν ὁ Ἄνθιμος ἔγινε Ἱερέας, ὁ ἀνάδοχός του τὸν προέτρεπε:

› Δὲν πᾶς καὶ ἐσὺ νὰ διαβάσεις τὸν δυστυχισμένο ἐκεῖνο ἄνθρωπο;

Ὁ Ἄνθιμος στὴν ἀρχὴ ἀπέφευγε νὰ πάει. Τελικὰ τὸ πῆρε ἀπόφαση καὶ πῆγε μερικὲς φορὲς καὶ διάβαζε ἐξορκισμούς, ἔψαλλε ἁγιασμούς, ἔκανε παρακλήσεις. Μὲ τὴν θεία δύναμη τῆς προσευχῆς, ὁ ἄῤῥωστος θεραπεύτηκε ἐντελῶς. Στὸ Ἀδραμύττι τῆς Σμύρνης, τὸ γεγονὸς τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονισμένου μαθεύτηκε ἀμέσως καὶ οἱ κάτοικοι ποὺ θεωροῦσαν τὸν Ἄνθιμο Ἄγγελο τοῦ Θεοῦ, ἄφηναν τὶς ἐνορίες τους καὶ μαζεύονταν στὸ μικρὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος ὅπου ἐκεῖ ἱερουργοῦσε ὁ Ἱερέας Ἄνθιμος.


Ι) Στὸ Ἅγιον Ὄρος

Οἱ κάτοικοι τοῦ Ἀδραμυττίου ποὺ θεωροῦσαν τὴν παρουσία τοῦ Ἄνθιμου σὰν θεία εὐλογία πήγαιναν κοντά του καὶ οἱ ἐνορίες τῆς περιοχῆς ἄδειαζαν. Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ ξυπνήσει στὶς καρδιὲς τῶν συλλειτουργῶν του ὁ φθόνος. Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος, θέλοντας νὰ ἐλευθερώσει τοὺς συλλειτουργούς του, ἀποφάσισε νὰ ἀναχωρήσει ἀπὸ την περιοχή. Τὸ ἔτος 1911 λοιπόν, εὐλόγησε τοὺς κατοίκους τῆς περιοχῆς καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδωσε τὴν εὐχή του, ἀναχώρησε γιὰ τὸ Ἅγιο Ὄρος.

Εἶχε μεγάλο πόθο νὰ προσκυνήσει τὰ Ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων, καὶ νὰ ἀσπαστεῖ τὶς θαυματουργικὲς Εἰκόνες τῆς Θεομήτορος. Γνώριζε, ὅτι στὸ Ἅγιο Ὄρος ὑπῆρχαν πολλοὶ μοναχοὶ καὶ ἐρημίτες ἀπὸ τοὺς ὁποίους θὰ μποροῦσε νὰ ὠφεληθεῖ πνευματικά. Ἐκεῖ λοιπόν, ἐπισκεπτόταν μία-μία τὶς Ἱερὲς Μονές, τὶς Σκῆτες καὶ τὰ ἀσκητήρια τῶν ἐρημιτῶν καὶ μοναχῶν.

Οἱ Ἁγιορεῖτες κατάλαβαν ἀμέσως τὴν ἀρετὴ τοῦ Ἄνθιμου καὶ ἐκδήλωναν τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἀγάπη τους μὲ πολλοὺς τρόπους. Τὸν γέμισαν μὲ δῶρα πολλά, ἀπὸ τὰ ὁποῖα μόνο ἕνα μικρὸ μέρος πῆρε μαζί του ὅταν ἀναχώρησε ἀπὸ ἐκεῖ. Μάλιστα, τὸ βαρύτιμο Ἅγιο Ποτήριο ποὺ χρησιμοποιοῦσε στὴν Μονή του στὴν διάρκεια τῶν μεγάλων ἑορτῶν, τοῦ τὸ δώρισαν οἱ Ἁγιορεῖτες. Πνευματικὰ πλούσιος καὶ γεμᾶτος ἀγάπη ὁ Ἅγιος, θὰ ἐπιστρέψει στὴν γενέτειρά του, την Χίο.


ΙΑ) Οἱ λεπροί

Οἱ λεπροί, ἤδη ἀπὸ τὸν 7ο αἰῶνα στὴν Λομβαρδία καὶ σύμφωνα μὲ τὸ διάταγμα τοῦ Ῥοθαρίου, ἐξορίζονταν ἀμέσως μόλις διαπιστωνόταν ἡ ἀσθένειά τους. Ἔχαναν τὰ δικαιώματά τους, τὴν περιουσία τους καὶ ἐξομοιώνονταν μὲ τοὺς νεκρούς. Ἡ λέπρα, ὅπως ἡ τύφλωση καὶ ἡ τρέλα, θεωροῦνταν σημεῖα ἁμαρτίας. Ἀπὸ τοὺς κανόνες τῆς Γ´ Συνόδου τοῦ Λατερανοῦ προβλεπόταν ὁ περιορισμὸς τῶν λεπρῶν σὲ παρεκκλήσια ἢ σὲ νεκροταφεία. Γίνονταν ὅμως καὶ ἐξαιρέσεις, ὅπως τὸ μερικὸ δικαίωμα στὴν ἐκμετάλλευση τῶν ἀγαθῶν τους ἢ τὸ δικαίωμα νὰ συντάσσουν τὴν διαθήκη τους. Στὴν Ἀγγλία, βάσει τῶν ἀποφάσεων μιᾶς τοπικῆς συνόδου, θὰ τοὺς ἐπιτραπεῖ τὸ 1200, νὰ ἀποδέχονται μιὰ κληρονομιά, ἀλλὰ καὶ νὰ μηνύουν. Ἄν καὶ ἀπαγορεύοταν ἡ διάλυση τοῦ γάμου τους, ἀφοῦ αὐτὸς ὡς μυστήριο δὲν μποροῦσε νὰ λυθεῖ, ἡ κατάστασή τους ταυτίζοταν μὲ τὸν θάνατο, καθὼς ἡ διαδικασία εἰσαγωγῆς τους στὸ λεπροκομεῖο ἀπαιτοῦσε μιὰ ἀκολουθία ἀντίστοιχη μὲ τὴν νεκρώσιμη.


agios an8hmos o xios 03


ΙΒ) Τὸ Λεπροκομεῖο τῆς Χίου

Ὅταν ἐπέστρεψε στὴν Χίο, θέλοντας νὰ ἐξασφαλίσει ἀπρόσκοπτα τὴν προσευχή του, καθὼς καὶ την ἡσυχία, ἐπέλεξε νὰ ζήσει στὸ Λεπροκομεῖό της. Ἔτσι ὁ Ἅγιος θὰ μποροῦσε νὰ βρίσκεται κοντὰ στοὺς συνανθρώπους του ποὺ ταλαιπωροῦνταν ἀπὸ την φοβερὴ ἀσθένεια τῆς λέπρας, ποὺ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ μάστιζε καὶ τὴν Χίου. Στὸ Λεπροκομεῖο, πρὶν τὴν ἄφιξή του ἀκουγόνταν πολλὲς βρισιές, πολλὲς κατάρες, πολλοὶ τσακωμοί, καὶ τὸ κλῖμα γενικὰ δὲν ἦταν καθόλου καλὸ γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς. Μὲ τὴν ἄφιξή του βρῆκε μιὰ ἄθλια κατάσταση καὶ ἀπὸ τὴν ἄποψη τῶν κτηριακῶν ἐγκαταστάσεων, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἄποψη τῆς διαβίωσης τῶν ἀσθενῶν.

Ἡ ἱερὴ διακονία του, ἦταν αὐτὴ ποὺ ἐπέτρεψε στοὺς πολυάριθμους τροφίμους τοῦ Ἱδρύματος, νὰ βροῦν τὸν πιὸ στοργικὸ πατέρα στὸ πρόσωπό του. Ὁ νέος λειτουργὸς τοῦ Ὑψίστου ποὺ ὑπηρετοῦσε τοὺς λεπροὺς συνανθρώπους του, δὲν ἄργησε νὰ μετατρέψει τὸ Λωβοκομεῖο, ἀπὸ ἕνα τόπο ὀδύνης σὲ ἕνα ἐπίγειο Παράδεισο, ὅπου πλέον ἐπικρατοῦσε ἡ τάξη καὶ ἡ ὀργάνωση. Ῥίχτηκε λοιπὸν στὴν δουλειά. Ἄρχισε νὰ γλυκαίνει μὲ τὴν καλοσύνη του τὸν πόνο. Ἔχυνε μὲ τὴν στοργή του καὶ τὴν τρυφερότητά του βάλσαμο στὶς πονεμένες ἀπὸ τὴν ἀπελπισία τῆς ἀνίατης ἀσθένειας ψυχές τους. Καὶ οἱ λεπροί, ποὺ μέχρι τότε ἔβλεπαν νὰ τοὺς ὑπηρετοῦν μὲ ἀηδία, κατάλαβαν! Εἶδαν τὸν νεαρό, σὰν Ἄγγελο ἀπὸ τὸν οὐρανό. Καὶ ἦταν πραγματικὰ Ἄγγελος καὶ στὴν μορφὴ καὶ στὴν ψυχή. Καὶ τὸν ἀγάπησαν μὲ ὅλη τους τὴν ψυχή.

Ἡ λειτουργία τοῦ ἱδρύματος βασιζόταν στὸ κοινοβιακὸ σύστημα καὶ ὅλα τὰ φρόντιζε ὁ ἴδιος. Μὲ στοργὴ καὶ ἀγάπη ἀγκάλιασε ὅλους τοὺς ἀῤῥώστους. Ὅλοι ἀνῆκαν στὴν οἰκογένειά του καὶ ὁ Ἅγιος σὰν στοργικὸς πατέρας ἔτρωγε μαζί τους στο ἴδιο τραπέζι. Ἡ συναναστροφή του μὲ τοὺς λεπρούς, φανέρωσε σὲ ὅλο τὸν κόσμο τὶς ἀρετές του. Ἦταν ὁ τέλειος οἰκονόμος, ἀφοῦ δὲν ἔλειψε ποτὲ καὶ τίποτε ἀπὸ τὸ ἵδρυμα. Ἦταν ὁ τέλειος νοσοκόμος, ἀφοῦ καθάριζε μὲ ἐπιμέλεια τὶς σαπισμένες καὶ δυσώδεις πληγὲς ὅλων τῶν ἀσθενῶν. Ἦταν ὁ γιατρὸς τῶν ψυχῶν ὅλων ἀφοῦ ἔσκυβε μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ στὸ προσκέφαλό τους, τοὺς παραστεκόταν καὶ μὲ στοργὴ προσπαθοῦσε νὰ ἐλαφρύνει τὸν πόνο τους.

Μὲ τὸ καιρό, στὸ Λεπροκομεῖο ἔπαψαν πλέον νὰ ἀκούγονται βρισιές, τσακωμοὶ καὶ τὴν θέση τους τώρα πιὰ εἶχαν πάρει οἱ ὕμνοι πρὸς τὸν Θεό. Ἦταν μάλιστα πάρα πολλοὶ ἐκεῖνοι οἱ ἀσθενεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐνδύθηκαν τὸ μοναχικὸ σχῆμα. Εἰδικὰ οἱ περισσότερες γυναῖκες ἀσθενεῖς τοῦ Λεπροκομεῖου, ἔγιναν μοναχές, οἱ ὁποῖες τώρα πιὰ τὸν ἀποκαλοῦσαν Γέροντά τους. Παρ᾿ ὅλη ὅμως τὴν ἔντονη καθημερινή του δράση ὁ Ἅγιος ὑπέβαλλε τὸν ἑαυτό του σὲ αὐστηρὴ ἄσκηση ἐνῶ ἐμφανιζόταν πάντα ἁπλός, ταπεινὸς καὶ πρᾶος. Ἦταν ἡ ψυχὴ ὅλων τῶν λεπρῶν, ποὺ ἐργαζόταν ἀσταμάτητα γιὰ τὴν πρόοδο τοῦ Ἱδρύματος. Ὅταν ἔβρισκε λίγο χρόνο, ἀποσυρόταν σὲ κάποιο δάσος καὶ γιὰ πολλὲς ὧρες προσευχόταν κάτω ἀπὸ τὰ πεῦκα.


ΙΓ) Τὸ ὅραμα τῆς Παναγίας

Τὸ Λεπροκομεῖο τῆς Χίου μὲ τὴν παρουσία τοῦ παπα-Ἄνθιμου ἔγινε τὸ κέντρο ὅλων τῶν λεπρῶν, ὄχι μόνο αὐτῶν ποὺ βρίσκονταν στὴν περιοχὴ τῆς Χίου, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων ποὺ συνέῤῥεαν ἀπὸ ἄλλες περιοχές, ἀφοῦ τὰ κατορθώματά του ἔγιναν παντοῦ γνωστά. Κέντρο ἰάσεως ὄχι μόνο τοῦ σώματος, ἀλλὰ καὶ τῆς ψυχῆς, ἔγινε τὸ Λεπροκομεῖο τῆς Χίου, γιατὶ τὸ περιβόητο παπαδάκι τοῦ Λωβοκομείου, θεράπευε πρῶτα τὴν ψυχικὴ ἀσθένεια. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος συμπαραστεκόταν στὸν Ἄνθιμο καὶ ἔτρεχε ἀρωγὸς στὴν δύσκολη πάλη του μὲ τὸν ἀνθρώπινο πόνο.

Λίγο μετὰ τὴν ἐγκατάστασή του στὸ Λεπροκομεῖο, τοῦ ἀποκαλύφθηκε μέσα στὸν Ναὸ τοῦ ἱδρύματος μιὰ Εἰκόνα, ἡ Παναγία ἡ Ὑπακοή. Σὲ ὅραμα τοῦ ἐμφανίσθηκε ἡ Παναγία καὶ τοῦ εἶπε: Λάβε τὴν Εἰκόνα μου καὶ ἐπιμελήσου την καὶ νὰ ἰδεῖς τὶ θὰ γίνῃ μίαν ἡμέρα.

Πράγματι, ὁ Ἅγιος ἐπιχρύσωσε καὶ μὲ εὐλάβεια ἐκόσμησε τὴν Εἰκόνα. Ἔτσι ὁ λυτρωτικὸς ποταμὸς τοῦ ἐλέους τῆς Παναγίας ἀνάβλυζε ἀστείρευτος στὸ ἄντρο τῆς ἀνθρώπινης δυστυχίας. Ἡ θαυματουργὴ δύναμη τῆς Παναγίας τῆς Ὑπακοῆς, μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν μεσιτεία τοῦ Γέροντα Ἄνθιμου ἐπιτέλεσε ἀναρίθμητα θαύματα. Μὲ τὴν Εἰκόνα τῆς Παναγίας, μὲ τὸ Ἅγιον Ἔλαιον ἀπὸ τὴν καντήλα της καὶ μὲ τὸ σταύρωμα ἀπὸ τὴν δεξιὰ τοῦ Γέροντα, ἐρχόταν ἡ ἐξ ὕψους βοήθεια. Ἀσθενεῖς θεραπεύτηκαν, ἀνίατες πληγὲς ἰάθηκαν, ἀκάθαρτα πνεύματα ἐκδιώθηκαν καὶ τυφλοὶ βρῆκαν τὸ φῶς τους.


ΙΔ) Ἡ φήμη τῆς ἁγιοσύνης του

Σύντομα, ἡ φήμη του διαδόθηκε καὶ πέρα ἀπὸ τὰ ὅρια τοῦ νησιοῦ. Πρῶτα, ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τῆς Ἑλλάδας καὶ ἀργότερα ἀπὸ διάφορες πόλεις τοῦ ἐξωτερικοῦ· τὴν Αἴγυπτο, τὴν Αὐστραλία καὶ τὴν Ἀμερική, ἀναξιοπαθοῦντες προσέτρεχαν κοντά του, ζητῶντας βοήθεια. Ἄμισθος ἰατρὸς ψυχῶν καὶ σωμάτων ὁ Ἅγιος τῶν λεπρῶν ἐργαζόταν ἀκούραστα γιὰ το ποίμνιό του. Ὁ λόγος τοῦ Γέροντα εἶχε τόση δύναμη, ὥστε μποροῦσε νὰ μεταβάλει τοὺς ἀπίστους σὲ πιστούς, τοὺς φιλάργυρους σὲ ἐλεήμονες, τοὺς ἐχθροὺς σὲ φίλους.

Ὁ Ἄνθιμος γνώριζε, ὅτι τὰ Μοναστήρια ἀποτελοῦν τὴν καρδιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ εἶχε ὁραματισθεῖ τὴν ἵδρυση μιᾶς γυναικείας Μονῆς, ἑνὸς Ἱεροῦ Παρθενῶνος. Κατὰ τὸν διωγμὸ τῶν Μικρασιατῶν τοῦ 1914, πολλὲς ἦσαν οἱ Μοναχὲς ποὺ ἐκδιώχθησαν ἀπὸ τὶς Μονές τους καὶ ἦλθαν στὴν Χίο. Μὴ ἔχοντας ποῦ νὰ πᾶνε καὶ ἀκούγοντας γιὰ τὸν πατέρα Ἄνθιμο κατέφυγαν κοντά του γιὰ τὴν προστασία τους.


ΙΕ) Ἡ Ἱερὴ Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Βοήθειας

Ὁ Ἅγιος πίστευε ἀκράδαντα, ὅτι θὰ τὸν βοηθοῦσε ἡ χάρη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου νὰ κτίσει ἕνα Μοναστήρι ὅπου θὰ τοποθετήσει τὴν πάνσεπτον Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Βοήθειας. Τὴν Ἱερὴ Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Βοήθειας πῆρε στὰ χέρια του σὰν μιὰ ἀνεκτίμητη κληρονομιὰ ἀπὸ τὴν μακαρίτισσα τὴν μητέρα του. Ἐκείνη μάλιστα τὴν εἶχε πάρει διαδοχικὰ ἀπὸ τὴν γιαγιά της. Στὶς 23 Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1889, τὴν πῆρε καὶ πῆγε στὴν Σκήτη τῶν Ἁγίων Πατέρων γιὰ νὰ τὴν ἐπιδιορθώσουν ἐκεῖ οἱ μοναχοί, ἀφοῦ ἀπὸ τὴν πολυκαιρία εἶχε παληώσει. Πῆρε λοιπὸν τὴν Ἁγία Εἰκόνα ἐπιδιορθωμένη καὶ τὴν ἔβαλε μέσα στὸ κελλάκι του, ποὺ ἔκτισε μόνος του τότε σὲ μιὰ ἀπομονωμένη γωνία τῶν πατρικῶν του κτημάτων. Ἐκείνη εἶχε μόνη παρηγοριὰ καὶ βοήθεια σὲ ὅλους τοὺς πειρασμοὺς καὶ τὶς θλίψεις τοῦ βίου του. Πολλοὶ ἦταν ἐκεῖνοι ποὺ ἔτρεχαν καθημερινὰ στὸ ταπεινό του κελλάκι νὰ προσκυνήσουν τὴν θεία ἐκείνη Εἰκόνα ποὺ ἡ Χάρη της ἐνεργοῦσε ἄπειρα θαύματα.


panagia h boh8eia 01


ΙΣΤ) Ἡ ἐπανεμφάνιση τῆς Παναγίας

Τὸν Αὔγουστο τοῦ ἔτους 1924 παρουσιάστηκε στὸν ὕπνο τοῦ Ἄνθιμου μιὰ ὡραιότατη κόρη ὑψηλοῦ ἀναστήματος, ποὺ φοροῦσε ἕνα μαῦρο φόρεμα καὶ τοῦ εἶπε:

› Ὥς πότε θὰ μὲ ἔχεις ἔτσι μέσα στὸ κελλάκι σου;

Ἀπὸ ἁπλότητα δὲν ἔδωσε σημασία στὸ ὄνειρο καὶ τὸ παραμέλησε. Ὅμως ἀῤῥώστησε βαριά, ἡ δὲ ἀσθένειά του παρατάθηκε μέχρι τὰ τέλη Δεκεμβρίου καὶ βασανίστηκε πολὺ σκληρά. Τότε ὁ Γέροντας εἶδε στὸν ὕπνο του τὴν ἴδια Κόρη, ἡ Ὁποία τοῦ εἶπε:

› Σοῦ λέω ἀμέσως νὰ μοῦ κάμεις τὸ λευκό μου φόρεμα. Τί ἀμελεῖς; Κάμε το καὶ ἐγὼ θὰ Σὲ βοηθήσω.

Τότε πίστεψε πλέον ὅτι ἦταν ἡ Παναγία. Μόλις ξημέρωσε ἡ ἑπόμενη μέρα ἔστειλε τὴν εἰκόνα στὸν χρυσοχόο νὰ τὴν ἀσημώσει. Ὅταν ἡ Εἰκόνα ἦλθε πίσω ἀσημωμένη στὸ ταπεινὸ κελλάκι του τὴν παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων, ἀμέσως πέρασαν οἱ ζαλάδες καὶ οἱ σκοτοδῖνες, ποὺ πέντε μῆνες τὸν βασάνιζαν.

Τὴν Παναγία ἐπικαλοῦνταν ὁ Ἄνθιμος καὶ στὴν Παναγία κατάφευγε, σὰν μία ὄαση ποὺ ἀναπαυόταν στὴν σκιά της καὶ ποὺ ξεδιψοῦσε στὸ δροσερὸ νερό Της. Κάθε βράδυ Τὴν ἱκέτευε θερμά, μὲ δάκρυα στὰ μάτια, νὰ εἶναι Ὁδηγὸς καὶ προστάτης του καὶ νὰ τὸν βοηθοῦσε ἡ Χάρη Της, σύμφωνα μὲ τὸ Ὄνομά Της, νὰ κάνει Μοναστήρι, γιὰ νὰ στεγάσει ἐκεῖ μέσα τὴν πάνσεπτη Εἰκόνα Της.


ΙΖ) Ἡ ἀνοικοδόμηση τῆς Μονῆς πρὸς τιμὴν τῆς Παναγίας

Σὲ ἡλικία 60 ἐτῶν ἀποφάσισε νὰ οἰκοδομήσει τὸ ποθούμενο Μοναστήρι γιὰ νὰ στεγάσει τὰ πλέον ἀφοσιωμένα τέκνα του, τὶς μοναχές, ποὺ μὲ τοὺς δύο φοβεροὺς διωγμοὺς ἀπὸ τὴν Μ. Ἀσία, εἶχαν φθάσει στὶς πενήντα τὸν ἀριθμὸ καὶ σὰν περιπλανώμενα πρόβατα στενοχωριόντουσαν ποὺ δὲν εἶχαν μάνδρα νὰ στεγασθοῦν. Γιὰ τὴν ἀνέργεση τῆς Μονῆς κατέφυγε ἀρχικὰ στὸν τοπο καταγωγῆς του, στὰ Καρδάμυλα καὶ μάλιστα στην θέση Πέρα Παναγιά, γιατὶ ἤθελε νὰ ἱδρύσει Μονὴ στὴν περιοχὴ τῆς Βόρειας Χίου. Ὅμως ὁ τότε Ἐπίσκοπος Καρδαμύλων, Βολισσοῦ, Ψαρῶν καὶ Οἰνουσσῶν, ὁ Ἰωακεὶμ Στρουμπῆς ἀρνήθηκε.

Ἀπαγοητευμένος ἀπὸ τὰ Καρδάμυλα ὁ Ἄνθιμος, ὑπέβαλε νέα αἴτηση στὶς 6 Ἰουνίου τοῦ ἔτους 1927 στὸν Μητροπολίτην Χίου Ἱερώνυμο Γοργία. Ὅμως ὁ Ἱερώνυμος ἀρχικὰ ἁρνήθηκε, θεωρώντας πλέον ξεπερασμένες τὶς ἰδέες περὶ ἱδρύσεως Μοναστηριῶν καὶ τῆς ἐπιστροφῆς στὸν Μοναχικὸ βίο.

Στὴν αἴτηση διατυπωνόταν παράκληση τοῦ Ἀρχιμανδίτη Ἄνθιμου ἀλλὰ καὶ τῶν μοναχῶν, θυμάτων τοῦ Μικρασιατικοῦ ξεῤῥιζωμοῦ, ποὺ ἄστεγες καὶ ῥακένδυτες ἐπαιτοῦσαν στέγη καὶ τροφή, καὶ ζητοῦσαν τὴν προστασία του. Σκοπὸς τοῦ Ἄνθιμου ἦταν νὰ κτίσει ἱερὸ Παρθενώνα μὲ Ἱερὸ Ναὸ γιὰ νὰ μένουν, νὰ προσεύχονται καὶ νὰ ἐργάζονται οἱ Μοναχές. Τελικά, μὲ τὶς πιέσεις μεγάλων Χίων εὐπατρίδων καὶ εὐεργετῶν, οἱ δυσκολίες παρακάμφθηκαν. Ἔτσι στὶς 5/11/1927 χορηγήθηκε ἡ ἄδεια.

Στὶς 19/2/1928, ἡμέρα Κυριακὴ τῶν Ἀπόκρεω, τέλεσε ὁ ἴδιος τὸν ἁγιασμὸ τῶν θεμελίων τῆς Μονῆς καὶ μὲ εὐγνωμοσύνη καὶ κατάνυξη ψυχῆς, τοποθέτησε ὁ ἴδιος τὸν θεμέλιο λίθο, παρουσίᾳ πλήθους πιστῶν καὶ πνευματικῶν του τέκνων σὲ μιὰ περιοχὴ λίγα χλμ. ἔξω ἀπὸ τὸν συνοικισμὸ Φραγκομαχαλᾶ, ἐπάνω στὸ λοφίσκο καὶ στὸν δρόμου ποὺ ὁδηγεῖ στὸ χωριὸ Καρυές. Τὰ ὑλικά, μὲ τὴν φροντίδα του συγκεντρώθηκαν καὶ οἱ ἐργασίες του ἄρχισαν μὲ τὴν ἐπίβλεψή του.

Ὁ ἴδιος ἐκτελοῦσε χρέη ἀρχιτέκτονα, διευθυντή, γραμματέα καὶ ταμία. Μὲ βροχὲς καὶ χιόνια τὸν χειμώνα καὶ μὲ καύσωνα τὸ καλοκαίρι ἐργαζόταν μαζὶ μὲ τοὺς μαστόρους. Διέθεσε γιὰ τὸ ἔργο αὐτὸ ὅτι χρήματα εἶχε συγκεντρώσει ἀπὸ τὶς οἰκονομίες του ὡς Ἱερέας καὶ διευθυντὴς τοῦ Λωβοκομείου. Ἀλλὰ καὶ ὁ εὐσεβὴς λαὸς τῆς Χίου, γεμάτος ἔνθερμο ἐνθουσιασμό, βοήθησε τὸν Γέροντα. Τότε μάλιστα ἐμφανίστηκαν κάποιοι καὶ ζήτησαν ἀκόμα καὶ τὴν κατεδάφιση τῆς μισοκτισμένης Μονῆς. Οἱ διῶκτες σιώπησαν, ἀφοῦ δὲν μποροῦσαν νὰ ἁγνοήσουν τὰ θαύματα ποὺ γίνονταν ἀπὸ τὴν Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Βοήθειας, ποὺ ἦσαν γνωστὰ καὶ παραδεκτὰ ἀκόμα καὶ ἀπὸ τοὺς γιατρούς.

Μέσα σὲ δύο χρόνια περατώθηκε ἡ ἀνέργεση τῆς Μονῆς, ὅπως καὶ τοῦ περικαλλοῦς βυζαντινοῦ ῥυθμοῦ ναοῦ στὴν μέση τῶν ἄλλων κτισμάτων, τοῦ ὁποίου ὁ θεμέλιος λίθος τοποθετήθηκε μετὰ ἀπὸ μία μεγαλοπρεπὴ τελετή, στὶς 26/8/1928.


ΙΗ) Ἡ Ἱερὴ Εἰκόνα στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς Μονῆς

Ἡ Μονή, ἕτοιμη πλέον, δέχτηκε τὴν ἐγκατάσταση τῶν γυναικῶν μοναχῶν. Ὁ Ἱερομόναχος Ἄνθιμος πανευτυχὴς χαιρόταν, ποὺ τὸ ὄνειρό του πραγματοποιήθηκε ἔστω καὶ τώρα, στὰ ἑξῆντα δύο του χρόνια. Ἡ ψυχική, σωματικὴ καὶ διανοητική του κούραση τέτοιες στιγμὲς ξεχνιόταν.

Στὶς 30 Μαρτίου τοῦ 1930 ἡ θαυματουργὴ Εἰκόνα Παναγία ἡ Βοήθεια μεταφέρθηκε μὲ κατανυκτικὴ τελετή, ἀπὸ τὸ ἀσκητήριο τοῦ Ἁγίου στὸ νεόδμητο βυζαντινὸ ναὸ τῆς Μονῆς.

Οὐδέποτε ἐν ταῖς ἡμέραις τοῦ βίου μου, θὰ λησμονήσω τὴν χαρὰ ποὺ εἶχα. Ἢ στὴν γῆ ἐπατοῦσα ἢ ἐπετοῦσα στὸν ἀέρα δὲν ἐγνώριζα. Ἢ στὰ ἐπίγεια ἤμουν ἢ στὰ οὐράνια δὲν αἰσθανόμουν· ἔλεγε ὁ ἴδιος στὰ μετέπειτα χρόνια.

Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος μετοίκησε στὸ ναὸ πολὺ ἐνωρίτερα! Τὸ βεβαίωσαν οἱ φύλακες τῆς Μονῆς, Νικόλαος καὶ Μαριάνθη Χατζημανώλη, οἱ ὁποῖοι μὲ τὴν ἀποπεράτωση τῆς Μονῆς καὶ χωρὶς νὰ ἔχει κατοικηθεῖ κανένα κτίριο ἀκόμη, ἐνῶ ἀσφάλισαν καὶ ἔλεγξαν τὸ Μοναστήρι, εἶδαν μιὰ ὡραιότατη γυναίκα ὑψηλοῦ ἀναστήματος, ντυμένη μεγαλοπρεπῶς, νὰ ἀνοίγει μία-μία τὶς πόρτες κάθε κελλιοῦ καὶ νὰ προχωρεῖ στὸ ἑπόμενο μέχρι τὸ τελευταῖο!

Ἔντρομοι οἱ φύλακες ἀπόρησαν ἀπὸ ποῦ θὰ μποροῦσε νὰ εἶχε μπεῖ ἡ γυναίκα, ἀφοῦ ὅλες οἱ πόρτες ἦσαν κλειστές, καὶ ἔτρεξαν νὰ τὴν φθάσουν ἀπὸ τὸ ἀντίθετο σημεῖο τοῦ διαδρόμου, ὅπου δὲν ὑπῆρχε ἄλλη διέξοδος. Ἀλλὰ ἡ γυναίκα ἐκείνη ἔγινε ἄφαντη απὸ τὰ μάτια τους.

Τὸ Μοναστήρι λειτούργησε μὲ κοινοβιακὸ σύστημα. Ὁ Ἱερὸς Παρθενώνας, πῆρε τὴν ἐπωνυμία τῆς Ἱερῆς Εἰκόνας, δηλαδὴ Παναγία Βοήθεια.

Ὁ Γέροντας ὅμως ἔπρεπε νὰ ἀποχωρήσει ἀπὸ τὸ Λωβοκομεῖο μετὰ ἀπὸ εἴκοσι χρόνια προσφορᾶς. Οἱ ποικίλες ὡστόσο συμφορὲς τῆς ζωῆς, ὁ βαθὺς πόνος, οἱ ἀσθένειες καὶ οἱ θλίψεις ὁδηγοῦσαν τοὺς πιστοὺς στὸ Μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Βοήθειας, γιὰ νὰ προσευχηθοῦν καὶ νὰ ζητήσουν τὴν βοήθεια τῆς θαυματουργοῦ Εἰκόνας τῆς Παναγίας. Οἱ πιστοί, κουρασμένοι ἀπὸ τὰ βάσανα τῆς ζωῆς, ἔτρεχαν νὰ πάρουν τὴν εὐχὴ τοῦ Γέροντα. Καὶ ὁ παπα-Ἄνθιμος μὲ ἀνεξάντλητη καλωσύνη πρόσφερε σὲ ὅλους πνευματικὴ στήριξη καὶ ὁδηγοῦσε ὅλους στὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς. Ἡ Μονὴ στάθηκε τὸ ὀχυρὸ τῶν πνευματικῶν του ἀγώνων, τὸ καταφύγιο πάσης ψυχῆς θλιβομένης, τὸ ἀληθινὸ λιμάνι στὶς τρικυμίες τοῦ βίου καὶ ἄγκυρα ἐλπίδας.


ΙΘ) Ἡ φιλοπατρεία του

Ὁ Ἄνθιμος ὑπῆρξε ταυτόχρονα καὶ φλογερὸς πατριώτης. Ἔζησε μέσα στὴν τυραννία τῆς Τουρκοκρατίας. Γεύτηκε ὅλη τὴν κακὴ συμπεριφορὰ τῶν ἀλλοτρίων ἀπὸ τὸν καιρὸ τῆς γέννησής του μὲχρι τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Χίου στὶς 11 Νοεμβρίου 1912. Μὲ τὴν συνείδηση, ὅτι εἶναι πατέρας τοῦ χριστιανικοῦ λαοῦ τοῦ νησιοῦ, ὁ Γέροντας Ἄνθιμος συμμετεῖχε καὶ στὸν ἀμυντικὸν ἀγῶνα τῆς Ἑλλάδας τοῦ 1940-1941 μὲ κάθε τρόπο. Τὴν Γερμανικὴ κατοχὴ γνώρισε ἡ Χίος στὶς 4 Μαΐου 1941.

Κατὰ τὴν σκοτεινὴ κατοχὴ τῆς πατρίδας μας ἀπὸ τοὺς Γερμανοὺς καὶ Ἰταλοὺς ὑπῆρξε ἐμψυχωτὴς καὶ συμπαραστάτης στοὺς σκληρὰ δοκιμαζόμενους συμπατριῶτές του. Ἀλλὰ τὸ σπουδαιότερο, διεφύλαξε καὶ διέσωσε τὴν Ἱερὰ Μονή, τὴν ὁποία οἱ Γερμανοὶ θέλησαν νὰ κάνουν ὁρμητήριό τους, τοποθετώντας πολεμοφόδια στὸ Μοναστήρι.

Ὁ ἁγιασμένος Γέροντας ἱερουργοῦσε μὲ πατριαρχικὴ μεγαλοπρέπεια. Στὸ πρόσωπό του, τὸ εἰρηνικὸ καὶ γαλήνιο, ἀντιφέγγιζε ἡ ὁσία ψυχή του, ἀκτινοβολοῦσε ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή του, ἡ συντροφιά του μὲ τοὺς Ἁγίους καὶ τὴν Παναγία Δέσποινα. Ἡ Γερμανικὴ Κατοχὴ τερματίστηκε στὶς 10 Σεπτεμβρίου 1944 καὶ στὴν διάρκειά της σημειώθηκαν ἡρωϊκὲς πράξεις ἀντίστασης ἀπὸ μέρους τῶν Χιωτῶν.

Ἡ ἀκτινοβολία τοῦ Μοναστηριοῦ τῆς Παναγίας τῆς Βοήθειας, γρήγορα ξεπέρασε τὰ ὅρια τοῦ νησιοῦ, ἁπλώθηκε σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἑλλάδα καὶ πιὸ πέρα ἀκόμη, στὴν Ἑλληνικὴ διασπορὰ τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἀμερικῆς, τῆς Αὐστραλίας καὶ τοῦ Καναδᾶ.


agios an8hmos o xios 04


Κ) Ἄριστος βοτανολόγος

Ὁ Γέροντας ἦταν μιὰ πνευματικὴ παρουσία στὴν Χίο, ποὺ κάλυψε σχεδὸν ἑπτὰ δεκαετίες. Στὸ διάστημα αὐτό, ὅπως ὁ ἴδιος ἐξομολογήθηκε, δὲν χόρτασε οὔτε τὸ ψωμί, οὔτε τὸν ὕπνο.

Δεῖγμα χαρακτηριστικὸ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἔβαλε σκοπὸ τῆς ζωῆς του νὰ δίνει. Νὰ δίνει χωρὶς ποτὲ νὰ ζητᾶ τίποτε, χωρὶς νὰ παίρνει τίποτα.

Ἡ ἰατρική του ἦταν καθαρή, ἐμπειρική, καὶ τίμια. Ὅταν ὑπῆρχαν περιπτώσεις, ποὺ ξέφευγαν ἀπὸ τὰ γνωστά του γιατροσόφια, ἀλλὰ καὶ τὶς εὐχὲς καὶ σταυρώματα, τότε ὁ ἴδιος ἔστελνε τοὺς ἀσθενεῖς στοὺς εἰδικοὺς γιατρούς. Τὰ βότανα τὰ μάζευε ὁ ἴδιος ἀπὸ τὴν ἐξαιρετικὰ πλούσια Χιώτικη χλωρίδα καὶ τὰ φύλαγε μὲ περισσὴ ἐπιμέλεια. Βασικὸς τρόπος θεραπείας, τὸ σταύρωμα καὶ ἡ ἐπίθεση τῶν χεριῶν του πάνω στὸν πάσχοντα, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν βαθιὰ προσευχή. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴν ἀναμφίβολη γνώση τοῦ Ἄνθιμου γιὰ τὴν χρήση τῶν βοτάνων, ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλη ἐκδοχὴ γιὰ τὴν χρησιμοποίησή τους· ἡ ταπείνωση.

Ἤθελε νὰ κρύβει τὰ κατὰ Θεία Χάριν θαυματουργικὰ ἀποτελέσματα τῶν ἐπεμβάσεών του καὶ ἕνας τρόπος ἦταν τὰ βότανα ἢ τὸ λαδάκι τῆς Παναγίας, ὥστε νὰ μὴν φαίνεται, ὅτι ὁ ἴδιος ἔκανε τὸ θαῦμα, ἀλλὰ ὁ χόρτος τοῦ ἀγροῦ, ὅπως ὁ Ἰησοῦς χρησιμοποίησε πηλὸ ἢ τὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ.

Ἡ πόρτα τοῦ Μοναστηριοῦ ἦταν ἀνοιχτὴ σὲ ὅλους, Χριστιανούς, Τούρκους ἢ Ἑβραίους. Τοὺς δεχόταν ὅλους καὶ τοὺς ἐφρόντιζε μὲ τὴν ἴδια στοργὴ καὶ ἀγάπη.


ΚΑ) Βαρύτατα ἀσθενής

Ὅμως ὁ χρόνος βαρύς, συσσωρεύθηκε πάνω του. Ἡ μακροχρόνια ἀῤῥώστια τοῦ στομάχου ἔφτασε πιὰ στὸ ἀπροχώρητο. Οἱ δυνάμεις του σταδιακὰ τὸν ἐγκατέλειπαν. Πέρασε πλέον τὰ ὀγδόντα ἑπτά του χρόνια, ἂν καὶ πρὶν δέκα χρόνια ὁ θεράποντας γιατρὸς τῆς Μονῆς εἶχε διαπιστώσει, ὅτι· Ἀνωτέρα Δύναμις συγκρατεῖ στὴν ζωὴ τὸν Γέροντα.

Τὴν πρώτη Ἰανουαρίου τοῦ 1959 ἐτέλεσε τὴν τελευταία του Λειτουργία. Πλῆθος κόσμου εἶχε κατακλύσει τὸν ναό, σὰν νὰ γνώριζε ὅτι ὁ Γέροντας θὰ λειτουργοῦσε γιὰ τελευταία φορά. Στὰ Εἰσόδια τῆς Παναγίας τοῦ 1959 ὁ πολυσέβαστος καὶ ὁλόλευκος Γέροντας ἔχοντας ξεχάσει τοὺς ἐνενῆντα χειμῶνες ποὺ εἶχε περάσει, τέλεσε καὶ σὲ αὐτὴ τὴν τελευταία χρονιὰ τῆς ἐπίγειας ζωῆς του τὴν περιφορὰ τῆς Ἱερῆς Εἰκόνας, ψάλλοντας.

Στὶς 27 Ἰανουαρίου τοῦ 1960, ἦλθε γιὰ τελευταία φορά, ὅπου κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου εἰς σὲ ἀνατίθημι· εἶπε καὶ ἀσπάσθηκε τὴν Εἰκόνα τῆς Θεοτόκου.

Τὸ πρωὶ τῆς 1ης Φεβρουαρίου τοῦ 1960 κάλεσε στὸ κελλί του τὶς μοναχές, στὶς ὁποῖες καὶ ἀνακοίνωσε ὅτι θὰ ἀναχωρήσει ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο. Τὶς παρακάλεσε νὰ μὴν προσεύχονται πιὰ γιὰ τὴν ὑγεία του, γιατὶ ἐλήλυθεν ἡ ὥρα νὰ φύγει γιὰ τὴν ἄλλη ζωή, καὶ ἔδωσε τὶς τελευταῖες συμβουλές του. Τοὺς τόνισε ὅτι θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι πάντα ἀγαπημένες μεταξύ τους καὶ νὰ σέβονται τὴν Μονή. Τὶς εὐχαρίστησε, γιατὶ καταδέχθηκαν καὶ ἔγιναν ὑποτακτικές του καὶ ζήτησε συγγνώμη, ἂν ποτὲ τὶς ἐπίκρανε:

› Ὅλη ἡ Χίος νὰ ἔχει τὴν εὐχή μου, τὴν ταπεινὴ εὐχή μου· καὶ ἐὰν παρεπίκρανα κανένα, τοῦ  ζητῶ συγχώρεση. Ὅλους τοὺς παρακαλῶ νὰ εὔχονται γιὰ τὴν ἁμαρτωλή μου ζωή.

Ἀπὸ κείνη τὴν ἡμέρα ὁ Ἄνθιμος ἔμεινε στο κρεββάτι του, ὑποφέροντας βαρειὰ ἀπὸ τὴν ἀσθένειά του χωρὶς νὰ δοκιμάζει τροφή, πίνοντας μόνο λίγο νερό, καὶ μεταλαμβάνοντας κάθε μέρα μὲ κατάνυξη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Μὲ τὴν διάδοση τῆς ἀσθένειάς του μεγάλος ἀριθμὸς πιστῶν, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, πηγαινοέρχονταν στὸ Μοναστήρι γιὰ νὰ δεῖ τὸν Γέροντα καὶ νὰ πάρει τὴν εὐχή του. Ὅ Ἄνθιμος ὅλους τοὺς γνώριζε καὶ ἀπὸ ὅλους ζητοῦσε μὲ δακρυσμένα μάτια συγχώρεση. Μία ἦταν ἡ θερμὴ παράκληση σὲ ὅλους· νὰ ἀγαποῦν καὶ νὰ προστατεύουν τὸ Μοναστήρι του.


ΚΒ) Ὁσιακὴ Κοίμηση

Στὶς 15 Φεβρουαρίου τοῦ 1960, πρὶν ὁ ἥλιος ἀνατείλει, ὁ φωστήρας καὶ ποδηγέτης Πατέρας Ἄνθιμος παρέδωκε τὸ πνεῦμά του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, σὲ ἡλικία 91 χρόνων. Κοιμήθηκε τὸν τίμιο καὶ γαλήνιο ὕπνο τοῦ δικαίου. Ὁ θρῆνος καὶ ἡ ὀδύνη τῶν ὀγδόντα καὶ πλέον μοναζουσῶν δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ περιγραφεῖ. Πένθιμα διακοσμήθηκε ὅλη ἡ Μονή. Οἱ καμπάνες τοῦ Μοναστηριοῦ σήμαιναν λυπητερά, καὶ θρηνοῦσαν τὸν χαμὸ τοῦ ἱδρυτῆ καὶ κτίτορα. Οἱ θλιμμένες κωδωνοκρουσίες τους ἀνακοίνωναν στὸν Χιακὸ λαό, ὅτι ὁ μέγας εὐεργέτης τους ἐκοιμήθη. Ἀλλὰ καὶ οἱ καμπάνες ὅλων τῶν ἐκκλησιῶν τῆς Χίου ἀνήγγειλαν στὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Χίου, τὴν κοίμηση τοῦ στοργικοῦ Πατέρα.

Τὸ ἀπόγευμα τῆς 16ης Φεβρουαρίου καὶ ἐνῶ ὁ ἥλιος ἔδυε, ἡ σεβάσμιος σορὸς τοῦ Ὁσίου Ἀνθίμου ἐναποτίθετο σὲ μνημεῖο δίπλα στὸν ναό, κοντὰ στὸ πεύκο ποὺ ὁ ἴδιος φύτεψε. Οἱ ἀραιὲς σταγόνες τῆς βροχῆς καὶ τὰ δάκρυα τῆς ἀγάπης τοῦ Χιακοῦ λαοῦ καὶ τῶν πνευματικῶν τέκνων τοῦ Γέροντα πότισαν το χῶμα, ποὺ δέχτηκε τὸ σεπτὸ σκήνωμά του. Τέτοιες Ἅγιες μορφὲς στέλνει κοντά μας ὁ Κύριος γιὰ νὰ μὴν ξεχνᾶμε καὶ ξεμακραίνουμε ἀπὸ τὴν ἀγκαλιά Του.


ΚΓ) Θαυματουργεῖ ἐν ζωῇ

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος δὲν μᾶς ἄφησε πολλὰ συγγράμματα, γιατὶ δὲν γνώριζε πολλὰ γράμματα. Ἄφησε ὅμως νουθεσίες πολλές, καὶ πολύτιμους λόγους, τοὺς ὁποίους φρόντισαν οἱ μοναχὲς νὰ καταγράψουν, ὅπου φαίνεται ἡ φλογερή του πίστη καὶ ἡ κατὰ Θεὸν σοφία του. Ὅπως ὁμολογεῖται καὶ ἀπὸ τὶς μοναχές, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἄλλους, τόσο στὴν Χίο, ὅσο καὶ ἄλλους εὑρισκόμενους πιστούς, ὁ Ἱερομόναχος Ἄνθιμος μὲ τὴν Θεία Χάρη ἐμφάνισε θαυματουργικὴ δύναμη καὶ ἐνῷ ἀκόμη ἦταν στὴν ζωή.

Ἔτσι λοιπόν, θεράπευσε πληγές, ἔλκη, διάφορα τραύματα, στραμπουλήγματα, φνιδιάσματα (δηλαδὴ πρηξίματα ὅπως τὰ λένε στὴν Χίο). Κατὰ τὴν ὁμολογίας τῆς μακαριστῆς Ἡγουμένης Βρυαίνης, κάθε μέρα ἀπὸ τὸ κελλί του περνοῦσαν ἑξῆντα ἕως ἑβδομήκοντα ἀσθενεῖς, στοὺς ὁποίους ἔδινε πάντα παρηγοριὰ καὶ ἐλπίδα. Ἀναρίθμητα τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου. Τὶς ἀλοιφὲς τὶς ἔφτιαχνε μόνος του. Μὲ ἀφεψήματα βοτάνων καὶ μὲ καταπλάσματα προσέφερε σὲ ὅλους ἀνακούφιση. Γιὰ τοὺς βασανιζόμενους ἀπὸ δαιμόνια καὶ τοὺς ψυχικὰ ἀῤῥώστους εἶχε τοὺς ἐξορκισμούς.


agios an8hmos o xios 05


ΚΔ) Μερικὰ ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου

1. Σηκωτὴ πῆραν τὴν Παρασκευὴ Αἰκατερίνη στὸ Λωβοκομεῖο μὲ πρήξιμο στὴν κοιλιά, καὶ κίνδυνο νὰ φτάσει τὸ νερὸ στὴν καρδιά. Ἄταφη νεκρὴ πῆγα κοντά του· εἶπε ἡ ἴδια. Οἱ γιατροὶ τῆς Χίου καὶ ὁ περίφημος γιατρὸς Κουντουρᾶς δὲν πίστευαν στὰ μάτια τους, ὅταν διαπίστωσαν τὴν ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας της.

2. Ὁ βουλευτὴς Χίου Ῥοδοκανάκης, στὸν Γέροντα Ἄνθιμο κατέφυγε, ὅταν ὁ γαμπρός του, ὁ ξακουστὸς γιατρὸς Κουντουρᾶς, στάθηκε ἀνήμπορος νὰ τὸν θεραπεύσει καὶ ἀπὸ τότε ὁ Κουντουρᾶς πολὺ σεβόταν τὸν Πατέρα Ἄνθιμο καὶ τοῦ φάνηκε μάλιστα καὶ χρήσιμος. Τὸν ἀθώωσε ὅταν οἱ δημιοί του θέλησαν νὰ τὸν φυλακίσουν γιὰ τὶς γιατρειὲς ποὺ ἔκανε.

3. Ἀπὸ πολυαρθρίτιδα θεραπεύει τὸν νεαρὸ Ἐμμανουὴλ Βακέντη ἀπὸ τὴν Σάμο τὸ 1930, ἐνῶ τὸν φιλοξενοῦσε στὸ κελλί του.

4. Ἀργότερα, τὸ 1966,ἡ Παναγία ἡ Βοήθεια χάρισε ξανὰ τὴν ὑγεία τῆς γυναίκας του, ποὺ ὑπέφερε ἀπὸ ὄγκο στὸ στῆθος.

5. Στὸ Λωβοκομεῖο ἦταν ἀκόμη, ὅταν πῆγε νὰ ἐξομολογηθεῖ ἡ Κυριακὴ Ἀμπατζῆ, γιατὶ ἤθελε νὰ χαλάσει τὸ τέταρτο παιδὶ ποὺ περίμενε. Εἶχε ἦδη τρία κορίτσια καὶ φοβόταν μήπως ἀποκτοῦσε πάλι κορίτσι. Ὁ Γέροντας τὴν ἀπέτρεψε, τὴν στήριξε καὶ τὴν διαβεβαίωσε ὅτι ἦταν ἀγόρι καὶ θὰ τὸ βαπτίσει ὁ ἴδιος.

6. Ἀπὸ βέβαιο πνιγμὸ ἔσωσε τὸν καπετὰν Γιώργη τὸν Λιγνὸ καὶ τὸ πλήρωμά του ἀπὸ τὶς Αἰγνοῦσες, ὁ ὁποῖος ἀσπαζόμενος τον Γέροντα, τοῦ εἶπε εἰς ἐπήκοον ὅλων:

› Ἐκεῖ ποὺ ταξιδεύαμε Γέροντά μου, μᾶς ἔπιασε κυκλώνας…κλάματα, φωνές, ἀπελπισία στὸ πλήρωμα. Παναγία μου Βοήθεια καὶ Ἅγιε Ἄνθιμε, σῶσέ μας ἀπὸ τοῦτο τὸ κακό, φωνάζω. Δὲν θὰ τὸ πιστέψεις Γέροντά μου! Μιὰ ἀόρατος δύναμις ἅρπαξε τὸ ὑπερωκεάνειο ἐκεῖνο σὰν νὰ ἦταν καρυδόφυλλο, τὸ πέταξε στὴν ξηρά, πάνω σὲ ἕνα βουνό, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ πάλι τὸ παίρνει καὶ τὸ φέρνει μέσα στὴν θάλασσα σὲ ἄλλο μέρος μακριὰ ἀπὸ τὸν κυκλώνα.


ΚΕ) Θαύματα μετὰ τὴν κοίμησή του ἐν Κυρίῳ

Ὅμως τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου συνεχίζονται καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του.

1. Ἀπὸ βέβαιο θάνατο σώζει τὸ κοριτσάκι τοῦ Αἰμίλιου καὶ τῆς Εἰρήνης Πολίτση ἀπὸ τὸν Κορυδαλλό. Οἱ γιατροὶ τοῦ ἀφαίρεσαν μέρος ἀπὸ τὸ συκώτι μὲ τὴν γνωμάτευση ὅτι δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα ζωῆς. Τώρα, κάθε καλοκαίρι φέρνουν τὴν μικρὴ Μαρία στὴν Χίο, γιὰ νὰ εὐχαριστήσουν τὴν Παναγία καὶ τὸν Ἅγιο Γέροντα.

2. Τρεῖς φορὲς ἄνοιξαν τὴν Μαρία Βαμβούρη στὴν κλινικὴ τοῦ Ἀντωνάκου στὸν Πειραιᾶ, γιὰ νὰ τὴν χειρουργήσουν, μὰ ἀπελπισμένοι οἱ γιατροὶ τὴν ἄφησαν. Στὸν ὕπνο της ὅμως ὁ Γέροντας τὴν ἐνθάῤῥυνε νὰ μὴν φοβᾶται. Δὲν θὰ πεθάνεις. Δύο ποτήρια χαμομήλι ἀπὸ θερμός, ποὺ ἔχεις δίπλα σου καὶ μιὰ ἀσπιρίνη θὰ σὲ βοηθήσουν νὰ ξεπρησθεῖς. Εἶχε γίνει σὰν ἀστακός. Οἱ γιατροὶ δὲν μποροῦσαν νὰ πιστέψουν στὸ θαῦμα!

3. Μὲ τὶς εὐλογίες τοῦ Γέροντα καὶ τὴν θαυματουργὴ δάφνη, ἡ Παναγία χαρίζει ὑγιέστατα καὶ πανέξυπνα παιδιὰ σὲ πολυάριθμα ἄτεκνα ζευγάρια. Γιὰ πρώτη φοράς, ἔχουμε λύση τῆς στείρωσης στὴν Μαρκέλλα Τσίμηλα. Τὴν νύκτα τῆς κηδείας του, ὁ Γέροντας παρουσιάσθηκε στὸν ὕπνο της καὶ τῆς εἶπε νὰ βράσει φύλλα ἀπὸ τὴν δάφνη ποὺ εἶναι γύρω ἀπὸ τὸ φέρετρό του καὶ νὰ πιεῖ τὸ ζουμί της.

4. Σὲ πολλὰ παιδιὰ ποὺ γεννιοῦνται μὲ τὴν θαυματουργὴ δύναμη τοῦ Γέροντα, πίνοντας τὸ ἀφέψημα τῆς δάφνης, ποὺ ὁ ἴδιος φύτεψε στὸ Μοναστήρι, οἱ γονεῖς δίνουν τὸ ὄνομα Ἄνθιμος, Ἀνθίμη.


ΚΣΤ) Κατατάσσεται στὸ Ἁγιολόγιο

Ἡ ἀνακομιδὴ τῶν Ἱερῶν Λειψάνων τοῦ Ὁσίου ἔγινε στὶς 3 Σεπτεμβρίου τοῦ 1965, ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρα Ἀνθίμου Ἐπισκόπου Νικομηδείας, ἀλλὰ καὶ ἑορτὴ ἀνακομιδῆς τῶν Ἱερῶν Λειψάνων τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου. Πλῆθος πιστῶν ἦλθαν νὰ ἀσπαστοῦν τὰ Ἱερὰ Λείψανα τοῦ Ἁγίου, τὰ ὁποῖα τοποθετήθηκαν καὶ φυλάσσονται μέσα στὸ Ἱερὸ Βῆμα τῆς Μονῆς, δεξιὰ τῆς Ἁγίας Τράπεζας.

Τὸ κελλί του βρίσκεται ἀκριβῶς μπροστὰ στὴν εἴσοδο δεξιὰ μετὰ ἀπὸ τὴν σιδερένια θύρα τῆς Μονῆς. Ἐκεῖ οἱ εὐσεβεῖς προσκυνητὲς μποροῦν νὰ βρεθοῦν στὸν Ἱερὸ Χῶρο, ποὺ ἔζησε ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος, καὶ νὰ προσκυνήσουν τὴν πτωχική του κλίνη, μὲ ὅλα τὰ προσωπικά του ἀντικείμενα, μικρὰ καὶ μεγάλα.

Μὲ τὴν ὑπ᾿ ἀριθμ. 1148 ἀπὸ 14-8-1992 ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὁ Ὅσιος Ἄνθιμος κατετάγη εἰς τὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Τὸν Αὔγουστο τοῦ 1993 ἐγκαινιάσθηκε ὁ πρῶτος Ναὸς τοῦ Ὁσίου Ἀνθίμου τοῦ Χίου, ποὺ κτίσθηκε στὴν τοποθεσία ὅπου γεννήθηκε ὁ Ὅσιος, στὰ Λειβάδια τῆς Βροντάδου.

Εἶθε μὲ τὶς πρεσβεῖές του νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς Οὐρανίου Βασιλείας. Αμήν.


Βιβλιογραφία

1. +Βρυαίνης Μοναχῆς Καθηγουμένης τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας Βοήθειας: Ἀκολουθία τοῦ Ὁσίου καὶ θεοφόρου Πατρὸς ἡμῶν Ἀνθίμου τοῦ θαυματουργοῦ· ποιηθεῖσα τῷ 1960. Ἱ. Μ. Παναγίας Βοήθειας, Χίος, 1993.

2. Θεοκλήτου μοναχοῦ Διονυσιάτου: Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος τῆς Χίου ὁ θαυματουργός. Ἱ. Μ. Παναγίας Βοήθειας, Χίος, 1987.

(Πηγή: «Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀνθίμου τοῦ Χίου», Ἐκδόσεις Ἔνθεος Βίος, Σειρές: Βίοι Ορθόδοξων Αγίων, Ἀθήνα, 2007, users.uoa.gr/~nektar)


agios an8hmos o xios 06


Όσιος Νικηφόρος ο Λεπρός: Θαύματα Αγίου Ανθίμου του Χίου

Τον κατάλογο των θαυμάτων αυτών ο πατήρ Νικηφόρος έστειλε με επιστολή του από την Αθήνα, στις 22 Ιουλίου 1961, στην Ηγουμένη της Ιεράς Μονής της Παναγίας Βοηθείας. Της γράφει, λοιπόν:

«Θέλω να σας πληροφορήσω μερικά από τα θαύματα του αγιωτάτου μας Πατρός, όσα ενθυμούμαι. Γνώριζε όμως, κυρά Γερόντισσα, ότι εγώ στο Λωβοκομείο της Χίου επήγα το 1914. Ο άγιος μας Γέροντας είχε πάει στα 1912. Λοιπόν σ’ αυτά τα δύο χρόνια δεν γνωρίζω πόσα ετέλεσε. Ετώρα σου γράφω εκείνα τα οποία είδαν οι οφθαλμοί μου.

Πρώτον, η μακαρίτισσα Ιουστίνα είχε δεκατέσσερα δαιμόνια, καθώς το εμαρτύρησαν τα άλλα δαιμόνια πώς είχε. Τα δεκατρία έφυγαν, το δε ένα δαιμόνιο το είχε παραχωρήσει ο Θεός διά ταπείνωσίν της. Θα ενθυμήσθε καμμιά φορά που έτρεχε στα χωράφια και στα βουνά. Προπαντός την ώρα της Λειτουργίας επροσπαθούσε το δαιμόνιον η να την πνίξη η να την γκρεμίση.

Κατόπιν η Στυλιανή Χατζηγεωργίου και η αδελφή της Σεβαστή είχαν δαιμόνιο και τις εθεράπευσε. Και μία ακόμη Τσικητρίδαινα από τον Άγιο Ματθαίο, τα παιδιά της είναι στη ζωή. Και ενας Κυπραίος εργαζότανε στα ταμπάκικα, το όνομά του δεν το θυμούμαι, ήταν δαιμονισμένος και εθεραπεύθη.

Επίσης ήλθε και ένας ιερεύς από την Κύπρον νεαρός και είχε δαιμόνιον υπερηφάνειας και εθεραπεύθη. Μάλιστα το ρολόι που είχε της τσέπης το είχε αφήσει για ενθύμιον με χαραγμένο επάνω το όνομά του, Γεώργιος Ασπιώτης.

Κατόπιν έφεραν από τάς Αθήνας ένα νέον, όνομα Ιωάννης Διατσίντος, είχε τον άρχοντα των δαιμονίων, όπως εμαρτυρούσεν ο ίδιος, τον Βεελζεβούλ, και εθεραπεύθη. Μάλιστα έγινεν έπειτα ιερεύς και ετελείωσε τον βίον του εις την Μονήν του πάτερ Ματθαίου στην Κερατέα.

Δύο αδέλφια από τον Βροντάδο – ήταν διδάσκαλοι – Παντελής και Γεώργιος, δαιμονισμένοι και οι δύο, εθεραπεύθησαν.

Και άλλος Βρονταδούσης Ιωάννης, ήλθε από την Αγγλίαν δαιμονισμένος και εθεραπεύθη. Και μια κόρη εξαδέλφη του Αγγελική, που είχε ασπασθή τον μοναχικόν βίον, εθεραπεύθη και αυτή. Είχε φέρει και μία κόρη από τον Δαφνώνα, το όνομά της Μαρουκώ, έστενε ξόβεργα στον ποταμό και εβλαστήμησε και έλαβε χώρα ο Σατανάς και εμπήκε μέσα και εγαύγιζε το δαιμόνιον σαν το σκυλί το μπολτόκ από μέσα της, και εθεραπεύθη.

Κατόπιν έφεραν μίαν κόρη από το χωρίον Λεπτόποδα, το όνομά της Ελένη, το επίθετον Μοσχούρη, και εθεραπεύθη.
Από το ίδιο χωριό ήλθε και μία Καλλιόπη Ν. Φασόλα, αδελφή του πάτερ Αμβροσίου, Ηγουμένου της Μονής Μυρσινιδίου, η οποία είχε καρκίνο στο στήθος, και εθεραπεύθη.

Επίσης έφεραν από το χωρίον Βολισσό μία γυναίκα, το όνομά της Ελένη, τον σύζυγό της τον έλεγαν Ιωάννη. Είχαν ξοδέψει τρακόσες λίρες στους ιατρούς και της έλεγαν πώς έχει νευρική κατάσταση. Είχε δε δαιμόνιον της μαγείας και αυτή εθεραπεύθη.

Ένα παιδί από τον Ζιφιά ήταν τελείως τυφλό, το όνομά του Παναγιώτης, και έγινε καλά. Την μητέρα του την έλεγαν Μαρία.

Μέσα στην χώρα, σε κάποιο πλουσιόσπιτο είχε πέσει μεγάλη οργή. Και τι οργή; Όλα τα πράγματα της κουζίνας, μπουκάλες, μπουκαλάκια, ποτήρια, βάζα, πιάτα, τα ευρίσκανε το πρωί πεταμένα και σωριασμένα μέσα στη μέση του σπιτιού. Τα έβαζαν στη θέση τους και πάλι τα βρίσκανε μες στη μέση. Αυτό εξακολουθούσε πολλές φορές. Κάποιος ευσεβής τους εφώτισε και τους είπε: ‘Πηγαίνετε να πάρετε το Παπαδάκι του Λωβοκομείου, εκείνος είναι ο μόνος αρμόδιος που έχει παρρησία στον Θεό καθώς βλέπομεν τα άπειρα θαύματά του. Να τον φέρετε στο σπίτι και να δεηθή του Θεού να παύση αυτή η όργή’. Και έτσι επήγε ο άγιος Γέροντας μας εις αυτό το σπίτι και εδεήθη του Θεού και έπαψε η οργή. Αλλά το όνομα του σπιτονοικοκύρη τώρα δεν το θυμούμαι.

Κατόπιν ο κ. Ροδοκανάκης, βουλευτής και γερουσιαστής Χίου, ησθένησε και ήλθε εις θάνατον. Ο γαμπρός του ηταν ο ιατρός κ. Κουντουράς. Εκείνος μαζί με άλλους ιατρούς της χώρας δεν μπόρεσαν να βρουν την άσθένειάν του. Η κόρη του όμως, δηλ. του κ. Κουντουρά η σύζυγος, είχε μεγάλην πίστιν και ευλάβειαν στον άγιον Γέροντά μας και επαρακίνησε τον σύζυγόν της κ. Κουντουρά, να στείλη να πάρουνε τον άγιον Γέροντά μας να πάη στο σπίτι, και επήγε. Μόλις έφθασε εκεί ήκουσε κλαυθμούς και οδυρμούς οικογενείας, καθώς και άλλων πολλών. Και μόλις επλησίασε τώνε λέγει: ‘Παύσετε, μη κλαίετε, και ο κ. Ροδοκανάκης θα γίνη καλά και θα πάη αύριο στο γραφείον του’. Και ίσως μερικοί άπ’ αυτούς να τον περιγέλασαν. Τον επλησίασε, και τον σταύρωσε, τον εφύσησε στο πρόσωπο και – ω του θαύματος! – εκείνη τη στιγμή ανέλαβε και ήλθε στην πρώτη του υγείαν. Έκτοτε τον εθαύμαζε ο κ. Κουντουράς και τον πήρε σε μεγάλη ευλάβεια, και μάλιστα του εφάνηκε και χρήσιμος τον καιρόν που θέλησαν οι δήμιοι να τον φυλακώσουν για τις ιατρείες που έκανε, και ο Θεός και εκείνος τον αθώωσαν.

Είχανε φέρει μία κόρη από το Βίκι, ετών 18. Και άπ’ έξω από το Λωβοκομείον ετελείωσε, απεβίωσε. Την είχανε φέρει στον άγιο Γέροντά μας να την θεραπεύση, αλλά η δυστυχής δεν επρόλαβε. Επαρακάλεσαν δε τον άγιον Γέροντά μας να δεχθή να την ενταφιάσουν εις το νεκροταφείον μας. Εισηκούσθη η δέησίς των και την ενταφίασαν μέσα στο νεκροταφείον μας. Στα τρία χρόνια πήγε στο νεκροταφείον ο άγιος Γέροντάς μας και άνοιξε την πλάκα της κόρης, και είδε το σώμα της όλο διαλελυμένο, η δε δεξιά της χείρα ήταν τελείως άλυωτη, και είχε απλώσει χείρα όπως καμμιά φορά δεκατούν κανένα άνθρωπο. Οι όνυχες της χείρας της είχανε μεγαλώσει. Αμέσως ειδοποίησε τους συγγενείς της να έλθουν δίχως άλλο στο Λωβοκομείο, και ήλθαν. Τώνε λέγει: Τι έκανεν αυτή η κόρη και δεν έλυωσεν το δεξιό της χέρι;’ Και του είπαν, ότι δεν ήξευραν άλλο τίποτα παρά μόνον τούτο: ‘Είχε φιλονεικήσει με τον Ιερέα του χωριού μας και μόλις εγύρισε την πλάτη του ο Ιερεύς για να φύγη, εγύρισε η κόρη και τον ετύφλωσε. Αυτό μόνον ήξεύρομεν.’ Ετότες επήγαινε ο άγιος Γέροντάς μας στο νεκροταφείο και εγονάτιζε εις το μνημείον της επί τρεις ημέρας και εδέετο του Θεού να διάλυση την χείρα. Και – ω του θαύματος! -την τρίτη μέρα ευρέθη η χείρα εκείνη χώμα.

Μέχρι εδώ σας πληροφορώ εκείνα τα οποία γνωρίζω και είδαν οι οφθαλμοί μου. Και πάλι παραύστερα, αν ενθυμηθώ και άλλα, θα σας τα γράψω. Να ξέρης όμως, κερά Γερόντισσα, ότι είχε προορατικόν χάρισμα και προφητικόν χάρισμα και εγνώριζε τα μέλλοντα, το οποίον σε εμένα πολλάκις απεκάλυπτε. Δεν ήθελε να το φανέρωση το χάρισμά του, για να φεύγη την δόξαν των ανθρώπων.

Με πνευματικήν αγάπην ο ελάχιστος Μοναχός Νικηφόρος Τζανακάκης»

(Πηγή: Σίμωνος Μοναχού «Νικηφόρος ο Λεπρός, της καρτερίας αθλητής λαμπρός», Β΄έκδοση, εκδόσεις «ΑΓΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ», Αθήναι, Αναλογία)


agios an8hmos o xios 07


Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος γ'. Θείας Πίστεως.
Νέον στήριγμα Ὀρθοδοξίας, νεοκόσμητον ἄνθος ἁγνείας, Νικομηδείας Ἀνθίμου συνώνυμος τῶν ἀρετῶν τε ἐκείνου ὁμότροπος, νέων Ὁσίων σφραγίς, καί ἀγλάισμα, Πάτερ Ἄνθιμε, τῆς Χίου πάσης τό καύχημα, Χριστόν τόν Θεόν ἱκέτευε, δωρήσασθε ἡμῖν τό μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Χορός ὁ τῶν Πατέρων εὐμενῶς ὑποδέχθητι, τὸν νέον ἐν τοῖς χρόνοις καὶ ὑμῶν τὸν ὁμότροπον· τὸ ἄνθος τὸ εὔοσμον Χριστοῦ, τὸν Ἄνθιμον τῆς Χίου, τὸ σεπτὸν ἐγκαλλώπισμα καῖ κλέος καὶ τῆς Μονῆς Βοηθείας δομήτορα, μέγιστον ἀντιλήπτορα πιστῶν, ἐκ τῆς γῆς μεθιστάμενον καὶ σὺν ὑμῖν ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ πρεσβεύοντα.

Κάθισμα Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου, Σωτήρ.
Τὰς θείας ἐντολάς ἀκριβῶς ἐκτελέσας, Ἀγάπης εἰς Θεόν καὶ στοργῆς τοῦ πλησίον, σαυτόν ὡς ὁλοκάρπωμα ὁλοκλήρως προσέφερες· ὅθεν θαύμασιν ἀντεδοξάσθεις ἐν κόσμῳ θεῖε Ἄνθιμε, καὶ ὡς φωστήρ καταυγάζεις ἡμᾶς τοὺς τιμῶντάς σε.

Κοντάκιον, Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὸν τοῦ Δεσπότου μιμητήν και θεῖον Ἄνθιμον νεοφανῆ ὤσπερ ἀστέρα ἀναλαμψαντα ἐν τῇ Χίῳ καὶ ἐγείραντα Μονήν ἐκ τοῦ μὴ ὄντος, τὸν ποιμενάρχην καὶ προστάτην ἡμῶν μέγιστον, κατὰ χρέος εὐφημοῦμεν σε τὰ σὰ τέκνα, πόθῳ κράζοντα· Χαῖρε, Πάτερ ἁγιώτατε.

Ἐξαποστειλάριον. Ὁ οὐρανόν τοῖς ἄστροις.
Τὰ στίφη τῶν μοναζόντων, τῶν ἱερέων ὁ χορός καὶ ἡ πληθύς φιλεόρτων τὸν θεῖον Ἄνθιμον φαιδρῶς, τὸ νεοκόσμητον ἄνθος, ᾠδαῖς ὑμνήσωμεν πάντες.

Ἕτερον Ἐξαποστειλάριον. Ὅμοιον.
Ὑπέρμαχον σὲ πλουτοῦμεν καὶ ἀντιλήπτορα θερμόν, ἐν θλίψεσι καὶ ἐν νόσοις, μέγιστον πρέσβυν πρὸς Θεόν, πανυπερσέβαστε Πάτερ· διό σε ἀνευφημοῦμεν.

Μεγαλυνάριο
Χαίροις Ἐκκλησίας νέε ἀστήρ, δόξα μοναζόντων, εὐφροσύνη μοναζουσῶν, πατέρων λαμπρότης, ὁ πλήρης χαρισμάτων, τὸ κλέος τῆς σῆς ποίμνης, ὦ Πάτερ Ἄνθιμε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ἐντολὰς Κυρίου τηρῶν πιστῶς, γέγονας προστάτης πενομένων καὶ ὀρφανῶν, ἐνδεεῖς στεγάζων ἐν οἴκῳ τοῦ Κυρίου, λιμήν τῆς εὐποιΐας, Πάτερ, γενόμενος.

 

Πηγή: users.uoa.gr/~nektarΑναλογία

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2021

Άγιος Μελέτιος Αρχιεπίσκοπος Αντιοχείας - Meletius, Archbishop of - 12 Φεβρουαρίου


 
Ὁ Ἅγιος Μελέτιος γεννήθηκε περὶ τὸ 310 μ.Χ. στὴ Μελιτηνὴ τῆς Μικρᾶς Ἀρμενίας. Ἡ μαρτυρία περὶ τῆς πρώτης ἐμφανίσεώς του στὸ προσκήνιο τῆς ἱστορίας, λίγο μετὰ τὸ ἔτος 357 μ.Χ., τὸν καταδεικνύει ὡς ἀντίπαλο τῶν αἱρετικῶν Ὁμοιουσιανῶν καὶ ὀπαδὸ τοῦ Ἐπισκόπου Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης Ἀκακίου, ὁ ὁποῖος διὰ Συνόδου, τὸ ἔτος 358 μ.Χ., ἐκλέγει τὸν Ἅγιο Μελέτιο ὡς Ἐπίσκοπο Σεβαστείας. Λόγω ὅμως τῆς σφοδρῆς ἀντιδράσεως τῶν ὀπαδῶν τοῦ προηγούμενου Ἐπισκόπου Σεβαστείας Εὐσταθίου, παραιτεῖται καὶ μεταβαίνει στὴ Βέροια τῆς Συρίας. Τὸ ἔτος 360 μ.Χ. ἐκλέγεται Πατριάρχης Ἀντιοχείας, μετατεθέντος τοῦ Πατριάρχου Εὐδοξίου στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ὅταν ὁ Ἅγιος ἔφθασε στὴν Ἀντιόχεια, ὅλοι οἱ πιστοὶ βγῆκαν στοὺς δρόμους, γιὰ νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν καὶ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του. Στὴ νέα ὅμως ἕδρα ὁ Ἅγιος Μελέτιος παρέμεινε ἕνα μόνο μῆνα, ἀφοῦ οἱ αἱρετικοὶ Ἀρειανοὶ ἔπεισαν τὸν αὐτοκράτορα Κωνστάντιο (337 – 361 μ.Χ.) νὰ τὸν ἐξορίσει στὴν Ἀρμενία καὶ νὰ ἐκλέξει στὴν θέση του τὸν παλαιὸ συνεργάτη τοῦ Ἀρείου, Εὐζώιο. Τὰ ὀρθόδοξα φρονήματα τοῦ Ἁγίου, ὡς καὶ ἡ ἐξορία του καὶ ἡ ἀντικατάστασή του, συνετέλεσαν στὴ δημιουργία μεγάλης παρατάξεως ὀπαδῶν του, ποὺ ὀνομάσθηκαν «Μελετιανοί». Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἑξαιρεῖ τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἐπιδράσεως τοῦ Ἁγίου Μελετίου στοὺς πιστοὺς τῆς Ἀντιόχειας σὲ τόσο λίγο χρονικὸ διάστημα. Καὶ ἀναφέρει χαρακτηριστικὰ ὅτι ὁ Ἅγιος Μελέτιος θεμελίωσε τόσο καὶ ἐνέβαλε τέτοιο ζῆλο γιὰ τὴν πίστη στοὺς Χριστιανούς, ὥστε, παρὰ τὶς αἱρετικὲς δοξασίες καὶ τὶς δυσκολίες ποὺ ἀντιμετώπισαν ἀργότερα, ἡ διδασκαλία του παρέμεινε ἄσειστη. Ἐπίσης, ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος διηγεῖται τὸ ἀκόλουθο ἐπεισόδιο, τὸ ὁποῖο συνέβη κατὰ τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ Ἁγίου ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια:
Ὁ διοικητὴς τῆς πόλεως ὁδηγοῦσε ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια μὲ ἅμαξα τὸν Ἅγιο, γιὰ νὰ τὸν θέσει στὸ δρόμο τῆς ἐξορίας. Τὰ πλήθη τῶν Ὀρθοδόξων τὸ πληροφορήθηκαν καὶ ἀμέσως ἔτρεξαν, γιὰ νὰ ζητήσουν τὴν εὐχή του. Στὴ θέα ὅμως τοῦ διοικητοῦ τόσο πολὺ ἀγανάκτησαν γιὰ τὴν ἄδικη ἐξορία τοῦ Ἁγίου, ὥστε ἄρχισαν νὰ λιθοβολοῦν τὸν ἀντιπρόσωπο τοῦ αὐτοκράτορα. Καὶ τότε ὁ Ἅγιος Μελέτιος, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ ἐμποδίσει μὲ λόγια τὴν παραφορὰ τοῦ λαοῦ, σηκώθηκε καὶ προστάτευσε μὲ τὸ σῶμα του τὸν διώκτη του.
Ἡ ἐξορία τοῦ Ἁγίου τερματίσθηκε στὶς ἀρχὲς τοῦ ἔτους 362 μ.Χ. διὰ τοῦ διατάγματος τοῦ νέου αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ) περὶ θρησκευτικῆς ἐλευθερίας ὅλων τῶν ὑπηκόων. Ὁ Ἅγιος ἐξορίστηκε καὶ πάλι τὴν ἄνοιξη τοῦ 365 μ.Χ. καὶ τὸ 371 μ.Χ. ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Οὐάλη (364 – 378 μ.Χ.) στὴν περιοχὴ Γήτασα τῆς Ἀρμενίας, κοντὰ στὰ σύνορα τῆς Καππαδοκίας καὶ εἶχε συχνὴ ἐπαφὴ καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο. Ἐπανῆλθε στὴν Ἀντιόχεια τὸ ἔτος 379 μ.Χ. Ἀμέσως συνεκάλεσε Σύνοδο, ἡ ὁποία ὁμολογοῦσε τὴν πίστη στὶς ἀποφάσεις τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ καταδίκασε ὅλες τὶς αἱρέσεις.
Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος ὁ Μέγας (379 – 395 μ.Χ.), συνεκάλεσε στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 381 μ.Χ., τὴ Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὁ Ἅγιος Μελέτιος κλήθηκε νὰ λάβει μέρος στὴ Σύνοδο καὶ μάλιστα ὡς πρόεδρος αὐτῆς. Δυστυχῶς ὁ Ἅγιος κοιμήθηκε, λόγω ἀσθένειας, πρὶν ὁλοκληρωθοῦν οἱ ἐργασίες τῆς Συνόδου. Στὴν κηδεία του συμμετεῖχε καὶ ὁ αὐτοκράτορας, τὸν δὲ ἐπικήδειο ἐξεφώνησε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης (+ 10 Ἰανουαρίου), ὁ ὁποῖος μίλησε γιὰ τὸν ἀπορφανισμὸ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας, τῆς Συνόδου καὶ ὁλόκληρης τῆς Ἀνατολῆς, γιὰ τὴ γλυκύτητα καὶ τὴν ὑπομονὴ τοῦ Ἁγίου Μελετίου, ὡς καὶ γιὰ τοὺς διωγμοὺς τοὺς ὁποίους ὑπέστη. Τὸ ἱερὸ λείψανό του μεταφέρθηκε ἀργότερα μὲ μεγάλη πομπὴ στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἐναπετέθη στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Βαβύλα, Ἐπισκόπου Ἀντιοχείας (+ 4 Σεπτεμβρίου), στὸν ὁμώνυμο ναό.

This holy Father, who was from Melitene of Armenia, was a blameless man, just, reverent, sincere, and most gentle. Consecrated Bishop of Sebastia in 357, he was later banished from his throne and departed for Beroea of Syria (this is the present-day Aleppo). After the Arian bishop of Antioch had been deposed, the Orthodox and the Arians each strove to have a man of like mind with themselves become the next Bishop of Antioch. Meletius was highly esteemed by all, and since the Arians believed him to share their own opinion, they had him raised to the throne of Antioch. As soon as he had taken the helm of the Church of Antioch, however, he began preaching the Son's consubstantiality with the Father. At this, the archdeacon, an Arian, put his hand over the bishop's mouth; Meletius then extended three fingers towards the people, closed them, and extended one only, showing by signs the equality and unity of the Trinity. The embarrassed archdeacon then seized his hand, but released his mouth, and Meletius spoke out even more forcibly in defense of the Council of Nicaea. Shortly after, he was banished by the Arian Emperor Constantius, son of Saint Constantine the Great. After the passage of time, he was recalled to his throne, but was banished again the third time by Valens. It was Saint Meletius who ordained Saint John Chrysostom reader and deacon in Antioch (see Nov. 13). He lived until the Second Ecumenical Council in 381 (which was convoked against Macedonius, Patriarch of Constantinople, the enemy of the Holy Spirit), over which he presided, being held in great honor as a zealot of the Faith and a venerable elder hierarch.
Some time before, when the Emperor Gratian had made the Spanish General Theodosius commander-in-chief of his armies in the war against the barbarians, Theodosius had a dream in which he saw Meletius, whom he had never met, putting upon him the imperial robe and crown. Because of Theodosius's victories, Gratian made him Emperor of the East in Valens' stead in 379. When, as Emperor, Saint Theodosius the Great convoked the Second Ecumenical Council in Constantinople two years later, he forbade that anyone should tell him who Meletius was; and as soon as he saw him, he recognized him, ran to him with joy, embraced him before all the other bishops, and told him of his dream.
While at the Council, Saint Meletius fell ill and reposed a short while after. Saint Gregory of Nyssa, among others, gave a moving oration at his funeral; bewailing the loss of him whom all loved as a father, he said, "Where is that sweet serenity of his eyes? Where that bright smile upon his lips? Where that kind right hand, with fingers outstretched to accompany the benediction of the mouth?" (PG 46:8-6). And he lamented, "Our Elias has been caught up, and no Elisseus is left behind in his place." (ibid., 860). The holy relics of Saint Meletius were returned to Antioch and were buried beside Saint Babylas the Martyr (see Sept. 4), in the Church dedicated to the Martyr which Meletius, in his zeal for the Martyr's glory, had helped build with his own hands.